Νοιώθω τόσο Έλληνας, όσο και Κινέζος

Ο 37χρονος μουσικός Μιχάλης Τέο – γιος της Κούλας και Κρίστοφερ Τέο – έχει βρει μια θαυμαστή ισορροπία μέσα του. Η ελληνική και κινέζικη συνείδηση συνυπάρχουν αρμονικά, χωρίς να ανταγωνίζεται η μια την άλλη.

«Η ταυτότητά μου είναι μία. Ούτε κόβεται ούτε μοιράζεται. Αποτελείται από ελληνικά και κινέζικα στοιχεία το ίδιο δυνατά», θα πει εμφατικά μ’ ένα πλατύ, ζεστό χαμόγελο που θα φωτίζει το πρόσωπό του σ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της κουβέντας μας. «Είναι το χαμόγελο της μητέρας του», σκέφτομαι, ενώ τα χαρακτηριστικά του προσώπου του δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την ασιατική καταγωγή του.

Τον ξέρω, πάνω από δύο δεκαετίες. Τον έχω ακούσει να παίζει κιθάρα, ούτι και μπουζούκι σε ελληνικές εκδηλώσεις, να παίρνει μέρος σε φεστιβάλ τραγουδιού, σε κονσέρτα, να παίζει ρεμπέτικα και δημοτικά, αλλά με την ίδια τέχνη και ευαισθησία να αποδίδει τη μουσική του Χατζηδάκη και Θεοδωράκη. Παίζει, ακόμη ούτι, πιάνο και το κινέζικο erhu. «Καιρός ήταν», θα πει για το τελευταίο ο πατέρας του, μου εξομολογείται, χαμογελώντας.

ΑΝΕΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

 Είναι μέλος σε δύο κινέζικες ορχήστρες, με φανερή προτίμηση τα παραδοσιακά ακούσματα.
Δάσκαλος μουσικής, φαίνεται να αγαπά πραγματικά αυτό που κάνει.

Μου κάνει εντύπωση το ότι, όταν μιλά ελληνικά, δεν χρησιμοποιεί ούτε μια ξένη λέξη. Είναι άνετος στο λόγο του, προσεκτικός στις εκφράσεις του. Συχνά γυρίζει πίσω για να διευκρινίσει ένα σημείο, δίνοντάς σου την εντύπωση ότι όλα στη ζωή του διέπονται από μια τάξη θαυμαστή.

Τού αρέσει να βάζει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, ανακαλύπτω από την αρχή της κουβέντας μας: «Ο τρόπος που μεγάλωσα ήταν μονόπλευρος. Ήμουν πλήρως εκτεθειμένος στην ελληνική γλώσσα και ελληνική κουλτούρα. Όλοι οι συγγενείς της μητέρας μου ήταν εδώ. Υπήρχε ένα πάρα πολύ στενό δέσιμο μεταξύ τους, ενώ όλοι οι συγγενείς του πατέρα μου ήταν στη Μαλαισία και τη Σιγκαπούρη. Στο σπίτι μιλούσαμε μόνο ελληνικά και φυσικά πήγα στο ελληνικό σχολείο. Τελείωσα την έκτη δημοτικού, πράγμα που μου έδωσε τις βάσεις και από κει και πέρα, εξάσκηση κανονική».

Ο Μιχάλης Τέο θα γίνει 19 χρόνων, όταν θα αποφασίσει να μάθει την κινέζικη γλώσσα στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης και να μελετήσει την κινέζικη φιλοσοφία.
«Όσο περνά ο καιρός, αισθάνομαι την ανάγκη να εμβαθύνω περισσότερο στις ρίζες του πατέρα μου. Ίσως είναι κάτι που το οφείλω στον εαυτό μου. Το βρίσκω όμως εντελώς επιφανειακό, αν όχι λάθος, να λέω ότι είμαι μισός Έλληνας και μισός Κινέζος. Είμαι και τα δύο μ’ έναν τρόπο ολοκληρωτικό και νοιώθω προνομιούχος».

ΕΝΤΟΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ

Ο πατέρας του, Κρίστοφερ Τέο, γνωστός φιλέλληνας, είναι δραστηριοποιημένο μέλος της ελληνικής παροικίας, στηρίζοντας και συμμετέχοντας στην πολιτιστική και όχι μόνο, ζωή της ομογένειας. Πιστεύει ότι αυτό έχει «αλλοιώσει» την κινέζικη συνείδησή του;
«Μου κάνει εντύπωση η ερώτησή σας, γιατί και μένα μ’ έχει απασχολήσει παλιότερα, αυτό το ερώτημα. Θα σας πω όμως με πεποίθηση, όχι. Ο πατέρας μου είναι γνήσιος Κινέζος, σωστός. Είχα την ευκαιρία να το πιστοποιήσω στα ταξίδια που κάναμε μαζί στη Μαλαισία και Σιγκαπούρη.

 Τώρα, οι επιρροές που δέχτηκε, από το γάμο του με τη μητέρα μου και την ανάμιξή του στη ζωή της ελληνικής παροικίας, ήταν θετικές και πιστεύω ότι τον εμπλούτισαν πνευματικά και συναισθηματικά. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι οι ομοιότητες, στο θέμα των αξιών, που είναι και το κυριότερο, μεταξύ Ελλήνων και Κινέζων, είναι πολλές. Ο θεσμός της οικογένειας, για παράδειγμα, είναι το ίδιο δυνατός, όπως και η προσήλωση στην επίτευξη ευγενών στόχων, όπως είναι η μόρφωση των παιδιών, η στήριξή τους, για να αναφερθώ σε δυο κύρια σημεία. Είναι όμως και πολλά άλλα. Είναι το ίδιο προοδευτικοί, εργατικοί, αξιοπρεπείς.
Ο Κινέζος, για παράδειγμα, όπως και ο Έλληνας… επιμένει να πληρώσει τον λογαριασμό, στο εστιατόριο. Δεν το έχω δει αυτό σε άλλες εθνικότητες. Φυσικά, πρέπει να πω, ότι στο θέμα της φιλοξενίας, κανείς δεν μπορεί να ξεπεράσει τους Έλληνες. Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε ότι η λέξη είναι ελληνική και δεν μεταφράζεται, όχι επακριβώς τουλάχιστον!»

ΑΥΘΟΡΜΗΤΙΣΜΟΣ – ΜΟΝΟ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Μιας και μπήκαμε, όμως, στο θέμα των ομοιοτήτων, ίσως θα ’πρεπε να μιλήσουμε και για κάποιες διαφορές.
Πλατύ χαμόγελο και τρυφερό βλέμμα στην Βικτώρια που κάθεται δίπλα του, την αρραβωνιαστικιά του, όπως μου την συστήνει. Είναι κατάξανθη, λεπτή, διακριτική και… πολύ ερωτευμένη.

«Ο αυθορμητισμός, η εκρηκτικότητα του Έλληνα, είναι χαρακτηριστικά που δεν τα βρίσκει κανείς, σε Κινέζους. Η φιλοσοφία τους είναι ότι ο σωστός, ο ώριμος άνθρωπος πρέπει να έχει εγκράτεια και αυτοέλεγχο. Μόνο τα παιδιά θα πρέπει να εκφράζονται όπως νοιώθουν. Έτσι βλέπουμε ότι ενώ οι Έλληνες πιστεύουν ότι για να είσαι ειλικρινής και αληθινός πρέπει να εκφράζεις, χωρίς επιφυλάξεις, αυτό που νοιώθεις, οι Κινέζοι απορρίπτουν μια τέτοια θέση, κατηγορηματικά».
Ωραία. Πώς εκδηλώνουν, για παράδειγμα, τον έρωτά τους;
«Ο Έλληνας έχει την τάση να δραματοποιεί τα πράγματα. Να λέει ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί, ότι αν δεν πει το «ναι», το άλλο πρόσωπο, θα πεθάνει. Μπορεί ακόμη και να ξεσπάσει σε κλάματα.

Ο Κινέζος, αντίθετα, θα γράψει ένα γράμμα ή ένα ποίημα για να εκφράσει τον έρωτά του. Αυτό δεν αφαιρεί, πιστεύω, τίποτε από την ένταση του συναισθήματος».

ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Μιλάμε τόση ώρα για Έλληνες και Κινέζους που συνυπάρχουν αρμονικά. Δεν είμαστε όμως μόνοι. Ζούμε σε μια αγγλοσαξωνική χώρα που «δηλώνει» πολυπολιτισμική. Στην πράξη, πιστεύει ο ίδιος ότι εκφράζεται απόλυτα αυτή η ιδέα;
«Βασικά θα πρέπει να πω ότι στη στάση των αγγλοσαξώνων υπάρχει η τάση της υπεροχής. Είναι ένας λαός εγωϊστικός, αναμφίβολα, για να χρησιμοποιήσω έναν μέτριο χαρακτηρισμό. Δεν έχουμε παρά να δούμε τι συνέβη με τους Αβορίγινες, που τα πράγματα δεν έχουν αποκατασταθεί ακόμη, και το γνωρίζουμε. Με πολλές προσπάθειες και άλλους τόσους αγώνες απαιτήσαμε και μέχρι ενός σημείου επιτύχαμε να έχουμε δικαίωμα όλοι οι λαοί αυτής της χώρας, να διατηρήσουμε τα πολιτιστικά μας χαρακτηριστικά. Πιστεύω ότι αυτό είναι θεμελιώδες. Από κει και πέρα, είχαμε, πιστεύω τη σχετική ελευθερία να έχουμε τις δικές μας κοινότητες και αυτό είναι πολύ θετικό. Εμένα, για παράδειγμα, μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση, να πάω στο Springvale και να δω όλους τους Βιετναμέζους συγκεντρωμένους εκεί, προσπαθώντας να ορθοποδήσουν σε μια νέα γη. Είναι μεγάλη υπόθεση αυτή.

Μετά, η ελληνική παροικία της Μελβούρνης, ό,τι κι αν λέμε, είναι πανίσχυρη. Ο ιστός της είναι δυνατός και δημιουργικός. Τα πολιτιστικά στοιχεία καλλιεργούνται και ευδοκιμούν.
Το κυριότερο, σ’ αυτή τη χώρα, και πρέπει να το αναγνωρίσουμε αυτό, είναι ότι υπάρχει τόσο η ελευθερία, όσο και οι συνθήκες για να είμαστε, σε μεγάλο βαθμό, αυτό που επιθυμούμε. Να διατηρήσουμε τον πολιτιστικό μας χαρακτήρα, τη γλώσσα μας, τα έθιμά μας».