ΣΥΧΝΑ-ΠΥΚΝΑ διαβάζουμε τον τελευταίο καιρό για την κρίση που διέρχεται ο Τύπος. Οι εφημερίδες, λένε ορισμένοι, έχουν ξεπερασθεί από τη νέα τεχνολογία και έχουν πλέον ημερομηνία λήξης.

Τέτοιες συζητήσεις γίνονται και στην παροικία μας. Ειδικά στην παροικία μας, όπου η πρώτη γενιά αποτελεί πλέον μειοψηφία και οι νέες γενιές, όχι απλώς δεν διαβάζουν Eλληνικά, αλλά ούτε καν εφημερίδες!

Η κατάσταση, όμως, δεν είναι έτσι ακριβώς.

Και επιβάλλεται να γράψουμε δυο λόγια για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους.

Είναι γεγονός, ότι οι κυκλοφορίες των εφημερίδων μειώθηκαν. Αυτό ισχύει και για το «Νέο Κόσμο», σε σχέση με τις «χρυσές δεκαετίες» του ’70 και του ’80.

Όμως, τα τελευταία δυο-τρία χρόνια, η κατάσταση όχι απλώς σταθεροποιήθηκε, αλλά η κυκλοφορία της εφημερίδας παρουσιάζει -και πάλι- μια μικρή αυξητική τάση.

Αυτό οφείλεται στο κύμα νεο-μεταναστών από την Ελλάδα της κρίσης.

Όσο και αν φαίνεται περίεργο, το κοινό που διαβάζει την εφημερίδα σας έχει αυξηθεί!

Οι αναγνώστες δεν περιορίζονται, πλέον, μόνο στην έντυπη έκδοση.

Το αντίθετο, μάλιστα. Σήμερα η διαδικτυακή έκδοση του «Νέου Κόσμου» έχει δεκάδες χιλιάδες αναγνώστες κάθε εβδομάδα.

Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από την Αυστραλία, αλλά και ένα αξιόλογο ποσοστό από την Ελλάδα, την Κύπρο και όλο τον πλανήτη.

Αν, δε, αθροίσουμε τους αναγνώστες της έντυπης έκδοσης με αυτούς της δωρεάν διαδικτυακής, αλλά και της συνδρομητικής ψηφιακής μας έκδοσης, ο συνολικός αριθμός ξεπερνά αυτόν που κάποτε μας διάβαζε.

Αξίζει να πούμε εδώ, ότι η κυκλοφορία της έντυπης έκδοσης του «Νέου Κόσμου» ελέγχεται από τον αρμόδιο φορέα ABC, ο οποίος ελέγχει και τις κυκλοφορίες όλων των αυστραλιανών εφημερίδων και άλλων εντύπων.

Και από τον έλεγχο αυτό προκύπτει ότι ο «Νέος Κόσμος» είναι πρώτος -και με διαφορά- σε κυκλοφορία από άλλα ελληνικά έντυπα.

Δεν πρόκειται, δηλαδή, για δικό μας ισχυρισμό – όπως, εξάλλου, το ξέρει ο κάθε αναγνώστης μας και μπορεί να το διαπιστώσει και μόνος του.

Ούτε και είναι δικός μας ισχυρισμός, ότι τη διαδικτυακή μας έκδοση την διαβάζουν δεκάδες χιλιάδες άτομα κάθε εβδομάδα. Η Google τα καταμετρά όλα! Πόσοι μας διαβάζουν, πόσο μας διαβάζουν, τι ώρα μας διαβάζουν και πού βρίσκονται όταν μας διαβάζουν.

Το αυτό ισχύει και για την παρουσία μας στα κοινωνικά δίκτυα, όπως το Facebook. Και εκεί τα like μας (η μονάδα μέτρησης της αναγνωσιμότητάς μας) πλησιάζουν τις 38.000 και είναι δέκα και πλέον φορές περισσότερα από άλλα ομογενειακά μέσα ενημέρωσης.

Δηλαδή, η υπεροχή μας είναι συντριπτική, αλλά όχι μόνο σε αριθμούς.

Το κοινό του «Νέου Κόσμου» προέρχεται από όλες τις κοινωνικές τάξεις αλλά και όλες τις ηλικίες.

Με λίγα λόγια, η εφημερίδα εξακολουθεί να έχει μια εντυπωσιακή διείσδυση στις τάξεις της ομογένειας. Και αυτό το κατάφερε αξιοποιώντας (και) τις δυνατότητες της νέας τεχνολογίας.

Υπάρχει η έντυπη έκδοση για τους παραδοσιακούς αναγνώστες μας (με αυτήν του Σαββάτου να είναι δίγλωσση), αλλά υπάρχει και το Διαδίκτυο που μάς έχει δώσει τη δυνατότητα να ξεπεράσουμε τον παραδοσιακό χαρακτήρα μιας εφημερίδας.

Σύντομα, μάλιστα, φιλοδοξούμε να γίνουμε στο Διαδίκτυο μια πλατφόρμα που θα συνδυάζει εφημερίδα, τηλεοπτικό σταθμό και κοινωνικό δίκτυο, με τους αναγνώστες να αποτελούν μια ψηφιακή κοινότητα που θα συμμετέχει στη διαμόρφωση και το σχολιασμό των ειδήσεών μας.

Η μεγάλη πρόκληση, βέβαια, για το «Νέο Κόσμο» (όπως και για άλλες εφημερίδες) παραμένει το πώς θα καταφέρει να έχει οικονομικά οφέλη από το ολοένα αυξανόμενο online κοινό του.

Και, βέβαια, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι ευθύνη για το μέλλον της εφημερίδας έχει και το κοινό. Εσείς δηλαδή! Τόσο οι αναγνώστες, όσο και ο επιχειρηματικός κόσμος θα πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν ένα σοβαρό αξιόπιστο μέσο ενημέρωσης για την ομογένεια μας, είτε στο χαρτί είτε στο Διαδίκτυο. Αν το θέλουν, θα πρέπει να το στηρίζουν και έμπρακτα.

Ειδικά πάνω στο θέμα αυτό, όμως, θα επανέλθουμε.