“Unfettered free markets became worshipped as a god, and we know that god was false”. «Οι αχαλίνωτες αγορές λατρεύτηκαν σαν θεός, αλλά γνωρίζουμε πως αυτός ο θεός είναι πλαστός».

Τα παραπάνω λόγια ειπώθηκαν από τον Πρωθυπουργό της Αυστραλίας, Κέβιν Ραντ, σε ομιλία που έδωσε στον καθεδρικό Ναό του Αποστόλου Παύλου στο Λονδίνο, πριν από το Συνέδριο Κορυφής της Ομάδας G20, στις 3/4/2009.

Μάλιστα, για 30 περίπου χρόνια, από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 μέχρι το 2007, όταν οι τραπεζίτες και χρηματιστές της Νέας Υόρκης, ωθούμενοι από την ακόρεστη απληστία τους δημιούργησαν τα «τοξικά ομόλογα», με αποτέλεσμα τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, που το 2009 εξελίχθηκε σε παγκόσμια οικονομική κρίση, η θεοποίηση της άνευ ελέγχου λειτουργίας της αγοράς αποτελούσε δόγμα που δεν επιδεχόταν αμφισβήτηση.

Εκείνοι που τολμούσαν να διατυπώσουν κάποιες αντιρρήσεις χαρακτηρίζονταν ως αιρετικοί από το ιερατείο του διεθνούς κεφαλαίου.

Όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, ο υπέρμετρος ζήλος των ζηλωτών της παγκοσμιοποίησης, και ιδίως των «χρυσών παιδιών» – των golden boys – της Νέας Υόρκης, και η ανεξέλεγκτη από το κράτος αγορά, οδήγησαν την ανθρωπότητα στη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής περιόδου.
Οδηγούμενοι από την ακλόνητη πεποίθηση ότι είναι απόγονοι του μυθικού Μίδα, οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές της Νέας Υόρκης πίστεψαν πως ότι πιάσουν γίνεται χρυσός. Σε χρυσό πήγαν να μετατρέψουν τα στεγαστικά δάνεια χωρίς ουσιαστική υποθήκη, που πούλησαν στις τράπεζες του υπόλοιπου κόσμου, γνωστά τώρα ως «τοξικά ομόλογα».
Η αντίληψη πως ο νεοφιλελευθερισμός, δηλαδή η ιδεολογία πως η οικονομία μιας χώρας λειτουργεί πιο αποτελεσματικά, όσο πιο περιορισμένος είναι ο ελεγκτικός ρόλος του κράτους, μπορεί να έχει μια λογική βάση για μικρά χρονικά διαστήματα.
Μακροπρόθεσμα όμως οι αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομία στο σύνολό της υπερβαίνουν κατά πολύ τα όποια ευεργετικά αποτελέσματα προκύπτουν από τον ανεξέλεγκτο τρόπο λειτουργίας του κεφαλαίου.
Σε τέτοιες περιπτώσεις την ευθύνη πρέπει να την επωμίζεται όχι το κεφάλαιο, γιατί αυτό δεν διέπεται από κοινωνικούς και ηθικούς κανόνες, αφού μοναδικό του μέλημα είναι η μεγιστοποίηση των κερδών του.

Την ευθύνη την φέρνουν ακέραια οι κυβερνήσεις, οι οποίες, σαγηνευμένες από τη γοητευτική φωνή των Σειρήνων – διάβαζε υποσχέσεις του Κεφαλαίου – απεκδύθηκαν τον εποπτικό τους ρόλο, και δεν μερίμνησαν για την αποτροπή των κοινωνικών κινδύνων που απορρέουν από την αποτυχία της αγοράς, και την κατάρρευση της οικονομίας.

Η αναδιανομή του εισοδήματος, με τη μερίδα του λέοντος να πηγαίνει στους κατόχους του διεθνούς κεφαλαίου, και στις μεγάλες τράπεζες, και τα ψίχουλα στους μικροεπιχειρηματίες και στους εργαζόμενους, είναι μια από τις χειρότερες αρνητικές επιπτώσεις της άνευ ελέγχου λειτουργίας της αγοράς.

ΣΤΕΡΝΗ ΜΟΥ ΓΝΩΣΗ ΝΑ Σ’ ΕΙΧΑ ΠΡΩΤΑ

Κατά την τελευταία εικοσαετία οι υποσχέσεις της παγκοσμιοποίησης για διάχυση της ευημερίας σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, από την ανεξέλεγκτη αγορά, και την κατάργηση των εθνικών συνόρων των διαφόρων κρατών, αθετήθηκαν οικτρά.
Οι εισοδηματικές ανισότητες οξύνθηκαν, και τα κοινωνικά χάσματα διευρύνθηκαν κατά την περίοδο μιας άνευ προηγουμένου οικονομικής ανάπτυξης σε παγκόσμια κλίμακα.

Η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής αρχικά, και η μετέπειτα μετάπτωσή της σε παγκόσμια οικονομική κρίση, ήρθαν σαν επιβεβαίωση της άποψης διεθνούς κύρους οικονομολόγων ότι η ανεξέλεγκτη λειτουργία των αγορών έρχεται σε σύγκρουση με το συλλογικό κοινωνικό συμφέρον.

Δυστυχώς για όλους μας, η διαπίστωση της αλήθειας αυτής της άποψης από τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών ήρθε κατόπιν εορτής.
Το κακό έχει γίνει, εκατομμύρια ανθρώπων έχουν χάσει τις δουλειές τους, εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν κλείσει, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων αισθάνεται επισφαλές για το μέλλον του.

Οι μεγαλύτερες τράπεζες της Αμερικής, της  Αγγλίας και άλλων χωρών χρειάστηκαν, και συνεχίζουν να χρειάζονται πακέτα οικονομικής ενίσχυσης ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής από τον κρατικό τομέα, ενώ γιγαντιαίες εταιρείες, όπως η General Motors της Αμερικής, βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης.

Το ερώτημα που μένει αναπάντητο είναι:  Όλα αυτά τα χρόνια, πού ήταν, και τι έκαναν, οι «δημοκρατικά» εκλεγμένες κυβερνήσεις, οι οποίες υποτίθεται πως εκλέγονται για τη διασφάλιση του γενικού καλού; Και τι έκαναν οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι των ψηφοφόρων, οι οποίοι εκλέγονται για να προασπίσουν τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους;

Μήπως η κύρια μέριμνα των πολιτικών ήταν, και εξακολουθεί να είναι, η επανεκλογή τους, και έτσι άφησαν τη διακυβέρνηση του κράτους τους στον αυτόματο  πιλότο, τουτέστιν στο Κεφάλαιο, το οποίο άλλωστε αποτελεί – διόρθωση, αποτελούσε – και τον εγκέφαλο του καπιταλιστικού συστήματος;

ΠΝΕΕΙ ΤΑ ΛΟΙΣΘΙΑ* Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ;
 
Η κρίση που διέρχεται η ανθρωπότητα τους τελευταίους μήνες δεν είναι μόνο χρηματοπιστωτική και οικονομική. Είναι, κατ’ επέκταση, και πολιτική, κοινωνική και ηθική.

Για το λόγο αυτό, παράλληλα με τα οικονομικά μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κρίσης, απαραίτητη είναι και μια εις βάθος επανεκτίμηση των τριών αυτών επιπρόσθετων παραμέτρων της.

Η κρίση είναι και πολιτική, με την έννοια ότι δεν προήλθε έξωθεν, αλλά μέσα από συγκεκριμένα πολιτικά καθεστώτα, και μάλιστα δημοκρατικά.
Άρα, το ερώτημα που περιμένει την απάντησή του, είναι γιατί τα καθεστώτα αυτά δεν είχαν τους προληπτικούς μηχανισμούς για να αποτρέψουν τη γένεση του προβλήματος, ούτε έδειξαν την αρμόζουσα πολιτική βούληση να το αντιμετωπίσουν με αποφασιστικότητα όταν οι πρώτες καταστρεπτικές του επιπτώσεις έγιναν αντιληπτές.

Υπόλογα, με άλλα λόγια, τα δημοκρατικά καθεστώτα, για την αδράνεια και ανεπάρκεια που επέδειξαν, στην αντιμετώπιση, και χειρισμό, του μεγαλύτερου προβλήματος της μεταπολεμικής περιόδου.

Και όταν μιλάμε για δημοκρατικά καθεστώτα καλό είναι να μη μας διαφεύγει το γεγονός ότι δεν πρόκειται για αφηρημένες, απρόσωπες οντότητες. Αποτελούνται από Κοινοβούλια, που απαρτίζονται από τους εκπροσώπους του λαού, και από Κυβερνήσεις, που ασκούν εξουσία για συγκεκριμένες χρονικές περιόδους.
Τα μέλη του Κοινοβουλίου, για την περίοδο της θητείας τους, και οι κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της άσκησης εξουσίας, υποτίθεται ότι μεριμνάν, και λαμβάνουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα, για την προάσπιση των δικαίων του λαού στο σύνολό του, όχι για την προαγωγή των συμφερόντων των κεφαλαιοκρατών.

Δεδομένου ότι απέτυχαν στην εκτέλεση των στοιχειωδών συνταγματικών τους καθηκόντων, οι πολιτικοί οφείλουν να λογοδοτήσουν στο εκλογικό τους σώμα.
Από την πλευρά τους οι εκλογείς, αν δεν θέλουν να είναι τα αιώνια θύματα, θα πρέπει να αποσείσουν τη νοσηρή απάθεια, μετά από την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος, και να καταστούν ενεργά μέλη της κοινωνίας τους.

Οι δύο άλλες διάμετροι της οικονομικής κρίσης, η κοινωνική και ηθική, απορρέουν από την ολιγωρία των κυβερνήσεων στα δημοκρατικά καθεστώτα να διασφαλίσουν την σωστή διακυβέρνηση των χωρών τους, με την έννοια της δίκαιη κατανομής του εθνικού εισοδήματος.

Ως και για σκευωρία με το Κεφάλαιο θα μπορούσαν να κατηγορηθούν κάποιες κυβερνήσεις.
Γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η αχαλίνωτη λειτουργία της αγοράς, με τις εισοδηματικές στρεβλώσεις που επέφερε, και την οικονομική κρίση που προξένησε;

Και πώς έχει καταστεί δυνατή η αγαστή συνεργασία των μεγαλοεπιχειρηματιών και των κεφαλαιούχων με τις διάφορες κυβερνήσεις, αν απώτερος σκοπός τους, ως έπρεπε να είναι, ήταν η προαγωγή του γενικού καλού;

Άρα, σαν πολίτες που άμεσα επηρεαζόμαστε από την ανεπάρκεια του πολιτικού καθεστώτος της χώρας μας, όποια και να είναι αυτή, έχουμε την ηθική υποχρέωση να ασκούμε κριτική, και να αποδίδουμε ευθύνες σε θεσμούς, αλλά και σε πολιτικά πρόσωπα, καθήκον των οποίων είναι η λήψη των απαιτούμενων μέτρων για τη σωστή λειτουργία των θεσμών.

Αυτή είναι η μια διάσταση της πολιτικής, αλλά και της ηθικής παραμέτρου της οικονομικής κρίσης. Η άλλη διάστασή της είναι το ερώτημα αν τα δημοκρατικά καθεστώτα της εποχής μας έχουν καταντήσει αναχρονιστικά, με άλλα λόγια δεν εναρμονίζονται με τις οικονομικές και κοινωνικές περιστάσεις, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες.

Η παρούσα οικονομική κρίση θέτει υπό αμφισβήτηση τις κύριες συνιστώσες της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, που μέχρι πρόσφατα κήρυττε από καθέδρας** πως το κράτος δεν πρέπει να επεμβαίνει στην οικονομία, και σε άλλους τομείς της κοινωνίας μιας χώρας, καθότι η αγορά αυτή καθαυτή εξασφαλίζει καλύτερα αποτελέσματα.

Υπό αμφισβήτηση, επίσης, βρίσκεται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, γιατί επέτρεψε εαυτήν να καταστεί υποχείριο του διεθνούς Κεφαλαίου, τα συμφέροντα του οποίου άμεσα ή έμμεσα προωθεί.

Την ερχόμενη εβδομάδα η στήλη θα ασχοληθεί με το ερώτημα κατά πόσο ο καπιταλισμός, ο οποίος αποτελεί το εποικοδόμημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, είναι όχι μόνο παρωχημένος, αλλά και αντιπαραγωγικός και αντικοινωνικός.

Σημείωση
*Πνέει τα λοίσθια. Λόγια φράση, που σημαίνει πως το υποκείμενό της ψυχορραγεί, βρίσκεται στα τελευταία του.
**Από καθέδρας = Με ύφος αυθεντικό, δογματικό.