Την περασμένη εβδομάδα έκανα μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία της Σμύρνης από την αρχαιότητα μέχρι την κατάληψή της από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1424, είκοσι εννέα χρόνια πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453.
Οι δύο πρώτοι αιώνες της τουρκοκρατίας υπήρξαν ιδιαίτερα σκληροί για τον μικρασιατικό Ελληνισμό, με την αφομοίωση που επιδιώχθηκε με τα μέτρα του εξισλαμισμού, και με το παιδομάζωμα.

Στα μέσα του 19ου αιώνα οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία να προβεί σε κάποιες μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις χριστιανικές κοινότητες στην επικράτειά της.

Το σουλτανικό Διάταγμα του 1856, γνωστό ως Χάττι Χουμαγιούν, έδωσε ώθηση στις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις της περιόδου εκείνης.
Με το εν λόγω Διάταγμα διευρύνονταν οι θρησκευτικές ελευθερίες που ίσχυαν μέχρι τότε, και δινόταν η δυνατότητα σε κάθε ελληνική κοινότητα της αυτοκρατορίας να ιδρύει και να διατηρεί δικά της σχολεία.

Πριν στη συνέχεια επικεντρωθώ στην δημογραφική σύσταση του πληθυσμού της Σμύρνης, αλλά και στις διάφορες πτυχές της κοινωνικής και πολιτιστικής της ζωής, κρίνω πως θα βοηθήσει να διαμορφώσουμε γνώμη για την ελληνικότητα της Ιωνίας, δηλαδή των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας. Για το σκοπό αυτό παραθέτω σχετικό απόσπασμα από βιβλίο του George Horton (Τζορτζ Χόρτον), ο οποίος ήταν Γενικός Πρόξενος των Η.Π.Α. στη Σμύρνη κατά τις περιόδους 1911-1917 και 1919-1922. Πρόκειται για το βιβλίο The Blight of Asia, 1926 – σε ελληνική μετάφραση Η Μάστιγα της Ασίας, έκτη έκδοση, Εστία 2006:
«Ο ελληνικός πολιτισμός άνθησε ξανά και ξανά στην Μικρά Ασία, για να ποδοπατηθεί από Ασιάτες εισβολείς. Στο απόγειό του δημιούργησε τις αθάνατες πόλεις της Περάμου, της Σμύρνης, της Κολοφώνας, της Φιλαδέλφειας, της Εφέσου και της Αλικαρνασσού. Σε ολόκληρη τη χώρα υπήρχαν διασκορπισμένες άλλες μικρότερες πόλεις που τις στόλιζαν σχολές καλών τεχνών και όμορφοι ναοί. Από εκεί ξεπήδησαν διάσημοι φιλόσοφοι και ποιητές. Η Ιωνία είναι το μαρμάρινο νεκροταφείο των αρχαίων ελληνικών πόλεων και κωμοπόλεων, προς τις οποίες στρέφεται όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον Αμερικανών μελετητών», σελίδα 98.
Τους δύο πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας ο ελληνικός πληθυσμός της Σμύρνης είχε περιορισθεί, και η πόλη είχε χάσει το γόητρο που είχε αποκτήσει, σαν κέντρο της ελληνικής Ιωνίας στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας κατά τη διάρκεια των Κλασικών χρόνων, της Ελληνιστικής περιόδου, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Δεν άργησε όμως, λόγω της εξαιρετικής γεωγραφικής της θέσης, να επανακτήσει το παλιό της γόητρο, και να καταστεί εκ νέου μεγάλο εμπορικό κέντρο, για την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων από την Ανατολή, και την εισαγωγή βιομηχανικών προϊόντων από τη Δύση.
Η ανάκαμψη της οικονομίας της Σμύρνης είχε ως αποτέλεσμα και την αύξηση των Ελλήνων κατοίκων της, όταν από το τέλος του 17ου αιώνα άρχισε να παρατηρείται μετακίνηση Ελλήνων από τα παρακείμενα νησιά, αλλά και από την ηπειρωτική Ελλάδα, εις αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής.

ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΑΤΡΕΓΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Η ΣΜΥΡΝΗ

Νέα ώθηση μετοίκησης Ελλήνων από την ηπειρωτική Ελλάδα, και κυρίως από τη νότια Πελοπόννησο, έδωσε η αποτυχημένη εξέγερση του 1770, γνωστή στην ιστορία ως Ορλωφικά.

Ο ρωσοτουρκικός πόλεμος που κηρύχθηκε το 1768 αναπτέρωσε τις ελπίδες των Ελλήνων πως η ομόθρησκη Ρωσία θα έθετε τέρμα στην τουρκοκρατία. Τον Φεβρουάριο του 1770, μετά από συνεννόηση με πρόκριτους της Μάνης, έφτασαν στην νότια Πελοπόννησο ρώσικα πλοία, με επικεφαλής τον Αλέξιο Ορλώφ. Το κίνημα, μετά από τις πρώτες επιτυχίες απέτυχε, και τα ρωσικά πλοία εγκατέλειψαν την περιοχή τον Μάιο του 1770. Τον Ιούνιο του 1770 τα ρωσικά πλοία, πριν επιστρέψουν στη Ρωσία, σύναψαν ναυμαχία με τον τουρκικό στόλο στη θάλασσα του Τσεσμέ, κοντά στη Χίο, καταστρέφοντας μεγάλο μέρος του.
Για να αποφύγουν τις εκδικητικές διώξεις των Τούρκων, πολλοί Έλληνες της περιοχής εκείνης μετοίκησαν στη Σμύρνη και άλλες πόλεις της Ιωνίας. Το ίδιο έκαναν κατά καιρούς καταδιωκόμενοι από τους Τούρκους για διάφορους λόγους Έλληνες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Και αυτό γιατί στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας σπάνιζαν τα επαναστατικά κινήματα.

Λίγα χρόνια αργότερα ο ρωσοτουρκικός πόλεμος έληξε με τη νίκη των Ρώσων. Με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), μεταξύ άλλων δόθηκε γενική αμνηστία στους Έλληνες που είχαν πάρει μέρος στην εξέγερση του 1770.
Με την ίδια Συνθήκη επιτρεπόταν σε ελληνικά πλοία να ταξιδεύουν με ρωσική σημαία. Το προνόμιο αυτό επιτάχυνε την οικονομική ανάπτυξη των υπόδουλων Ελλήνων, αφού τους άνοιξε το δρόμο προς το εμπόριο με τη Ρωσία και την Ευρώπη. Καθώς η Σμύρνη ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι στο Αιγαίο, και το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό κέντρο της Ανατολής,  άρχισε να γνωρίζει νέες ημέρες ευημερίας, προσελκύοντας όλο και μεγαλύτερο αριθμό Ελλήνων.

ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΟΛΗ Η ΣΜΥΡΝΗ

Από τα μέσα του 19ου αιώνα οι Έλληνες αποτελούσαν την μεγαλύτερη, πληθυσμιακά, εθνότητα της Σμύρνης. Τα στατιστικά στοιχεία κυμαίνονται σημαντικά, ανάλογα με τις πηγές από τις οποίες αντλούν τις πληροφορίες τους οι διάφοροι ερευνητές.

Παραθέτω αποσπάσματα από το ένθετο «Επτά Ημέρες» της αθηναϊκής εφημερίδας Η Καθημερινή  (14/9/1997), το οποίο φιλοξενεί αφιέρωμα στα «75 χρόνια από την Καταστροφή της Σμύρνης», στο οποίο γίνεται αναφορά στον πληθυσμό της Σμύρνης κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα: 
{…} «Ο Πρόξενος της Αυστρίας στη Σμύρνη το 1872, Ch. de Scherzer, εκτιμά ότι σε σύνολο πληθυσμού 155.000 οι Έλληνες ήταν 75.000, οι Τούρκοι 45.000, οι Εβραίοι 15.000, οι Καθολικοί 10.000, οι Αρμένιοι 6.000 και οι ξένοι 4.000», σελίδα 5.
{…} «Ο Γάλλος περιηγητής G. Deschamps, που επισκέφθηκε το Σμύρνη το 1888 γράφει: Οι Έλληνες είναι τόσοι πολλοί στη Σμύρνη, ώστε τη θεωρούν τμήμα της επικράτειάς τους. Οι 80.000 Έλληνες που κατοικούν στους δρόμους του Ρωμαίικου Μαχαλά και της Πούντας συμπεριφέρονται σαν να βρίσκονται στην πατρίδα τους», σελίδα 5.

{…} «Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, η Σμύρνη πριν από το 1922 αριθμούσε 270.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 140.000 ήταν Έλληνες και οι υπόλοιποι Τούρκοι (80.000), Αρμένιοι (12.000), Εβραίοι (20.000) και Ευρωπαίοι (15.000), σελίδα 5.
{…} «Στις αρχές του 20ού αιώνα, στη Σμύρνη έπαλλε η καρδιά, κατά την έκφραση του Γερμανού Λίμαν φον Σάντερς, οργανωτή του οσμανικού/τουρκικού στρατού ‘μιας άλλης Ελλάδας’, της Μικρασιατικής. Πραγματικά, στο χώρο που καταλαμβάνει σήμερα η Τουρκία, το 1914, όταν άρχισε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, διαβιούσαν 2.300.000 Έλληνες, οι οποίοι και αποτελούσαν το 20% περίπου του συνολικού πληθυσμού (από τους υπόλοιπους, 15% ήταν Αρμένιοι, 15% Κούρδοι, και 15% διάφορες άλλες εθνότητες). Το ποσοστό των Τούρκων με δυσκολία άγγιζε το 35% του συνόλου», σελ. 6.

Ο Τζορτζ Χόρτον, στο βιβλίο του Η Μάστιγα της Ασίας, στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω, δίνει τα ακόλουθα στοιχεία για τον πληθυσμό της Σμύρνης στις αρχές της δεκαετίας του 1920:
«Οι τελευταίες επίσημες στατιστικές ανεβάζουν τον αριθμό των κατοίκων της στις τετρακόσιες χιλιάδες, από τις οποίες εκατόν εξήντα πέντε χιλιάδες ήταν Τούρκοι, εκατόν πενήντα χιλιάδες Έλληνες, είκοσι πέντε χιλιάδες Εβραίοι, είκοσι πέντε χιλιάδες Αρμένιοι και είκοσι χιλιάδες ξένοι, δηλαδή δέκα χιλιάδες Ιταλοί, τρεις χιλιάδες Γάλλοι, δύο χιλιάδες Βρετανοί και τριακόσιοι Αμερικανοί», σελ. 98.
Σημειώνω πως αυτή είναι η πρώτη από τις αναφορές, τις οποίες συμβουλεύθηκα, στον ελληνικό πληθυσμό της Σμύρνης, στην οποία οι Τούρκοι φέρονται να υπερτερούν αριθμητικά των Ελλήνων.

Σε αντίθεση με τα στατιστικά στοιχεία που δίνει ο Τζορτζ Χόρτον, το αφιέρωμα της αθηναϊκής εφημερίδας Ελευθεροτυπία, με τίτλο «Σμύρνη, η ζωή και το τέλος της πόλης των ‘Γκιαούρηδων’», 12/9/2009, γράφει, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα για τη Σμύρνη του 1919:
{…} «Το ελληνικό στοιχείο της Σμύρνης, σαφώς υπέρτερο αριθμητικά από τις υπόλοιπες εθνοθρησκευτικές κοινότητες, αλλά και με πρωτεύοντα ρόλο σε όλους τους τομείς των επιχειρηματικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων, αναδείχθηκε στον κατ’ εξοχήν φορέα του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας της Σμύρνης. Με ζηλευτό επίπεδο παιδείας, πλήθος συλλόγων, φιλανθρωπικών οργανώσεων και ιδρυμάτων, εντυπωσιακή εκδοτική παραγωγή, αναπτυγμένο αθλητισμό, αξιόλογη θεατρική κίνηση και με συνεκτική δύναμη την ορθόδοξη Εκκλησία, η ελληνική κοινότητα διαμόρφωσε σταδιακά την «γκιαούρ Ισμίρ», την «άπιστη Σμύρνη».
{…} Οι κάτοικοί της, χωρίς τα προάστια, φτάνουν τις 270.000, από τους οποίους οι 140.000 είναι Έλληνες. Ακολουθούν οι Τούρκοι (80.000), οι Εβραίοι, οι Ευρωπαίοι (15.000) και οι Αρμένιοι (12.000), σελίδες 33-34.
Κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, σε σύνολο 5.308 εργοστασίων και εργαστηρίων  στη Σμύρνη και στα περίχωρά της τα 4.608, με άλλα λόγια 85%, ήταν ελληνικά.

Την ερχόμενη εβδομάδα θα δούμε πώς η Σμύρνη αξιοποίησε, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας με σημαντικές ελληνικές κοινότητες, τα περιορισμένα φιλελεύθερα μέτρα του Διατάγματος Χάττι Χουμαγιούν του 1856 στους τομείς της ελληνικής παιδείας, αλλά και της εν γένει πολιτιστικής δραστηριότητας.