Οι εξαγωγές φυσικού αερίου σε συνδυασμό με την έλλειψη νέων γεωτρήσεων για την εκμετάλλευση των αποθεμάτων που υπάρχουν και την αύξηση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, θα είναι η αιτία μαζικών μπλακάουτ στις νοτιοανατολικές Πολιτείες της χώρας, τα οποία θα έχουν καταστροφικές συνέπειες τόσο στην οικονομία όσο και στην ασφάλεια της χώρας. 

Αυτό είναι το μήνυμα του Οργανισμού Διαχείρισης Ενέργειας της Αυστραλίας (Australian Energy Market Operator- AEMO), ο οποίος μάλιστα, σε σχετική του έκθεση, ανέφερε ότι στη Νότια Αυστραλία και τη Νέα Νότια Ουαλία τα μπλακάουτ θα ξεκινήσουν από του χρόνου, στη Βικτώρια από το 2021 ενώ στο Κουίνσλαντ από το 2030.

Το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας ήρθε στο προσκήνιο μετά τα μπλακάουτ που έπληξαν τη Νότια Αυστραλία και το γεγονός ότι μετά από λίγο καιρό και η Νέα Νότια Ουαλία κατάφερε στο παρά πέντε να γλιτώσει από κάτι παρόμοιο. 

Ο Οργανισμός ανέφερε στην έκθεσή του ότι αν η κυβέρνηση της χώρας δεν φροντίσει άμεσα να προετοιμαστεί για την αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας γιατί αν «ο κόμπος φτάσει στο χτένι» τότε οι αρμόδιοι φορείς θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ της διακοπής παροχής φυσικού αερίου σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις ή ενός μπλακάουτ. 

«Αν δεν κάνουμε τίποτα έως τότε θα πρέπει να προετοιμαστούμε για διακοπές ηλεκτρικού και διακοπές φυσικού αερίου» είπε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής του οργανισμού κ. Μάικ Κλίρι. 

Η έκθεση προτείνει την άμεση έναρξη εργασιών εξόρυξης φυσικού αερίου, προκειμένου η παραγωγή των νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, για να καλυφθούν οι ανάγκες που θα προκύψουν εντός των επομένων ετών. 

Οι συντάκτες της έκθεσης χρησιμοποιώντας ειδικό μοντέλο υπολογισμού των ενεργειακών αναγκών των νοτιοανατολικών πολιτειών τα επόμενα χρόνια ανέφεραν ότι το ενεργειακό «έλλειμμα» κατά την περίοδο του καλοκαιριού το οικονομικό έτος 2018-2019 θα είναι 80 γίγαβατ ενώ κατά το οικονομικό έτος 2020/21 θα αυξηθεί στις 363 γίγαβατ. 

Μάλιστα, ο Οργανισμός αναφέρει ότι είναι πολύ πιθανόν οι διακοπές παροχής φυσικού αερίου σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις της Βικτώριας και της Νότιας Αυστραλίας να ξεκινήσουν από τον χειμώνα του 2018. 

Επίσης, αναφέρεται και στο γεγονός ότι ενώ οι εξαγωγές φυσικού αερίου έχουν εκτοξευθεί στα ύψη αποφέροντας μεγάλα κέρδη στις πολιτείες, η εγχώρια παραγωγή δεν ακολουθεί την ίδια ανοδική πορεία. 

Στην έκθεσή του ο Οργανισμός καλεί την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να δράσει, αλλά «πετάει και το μπαλάκι» των ευθυνών στις κυβερνήσεις των πολιτειών που θα αντιμετωπίσουν τα μεγαλύτερα προβλήματα, επισημαίνοντας ότι κάποιες πολιτειακές κυβερνήσεις θα πρέπει να αλλάξουν την αρνητική στάση τους στην εξόρυξη κοιτασμάτων φυσικού αερίου που βρίσκονται στην ξηρά και να αποσύρουν κάποια από τα μορατόριουμ που έχουν υπογράψει και τα οποία απαγορεύουν την εξόρυξη κοιτασμάτων με τη μέθοδο της υδρορωγμάτωσης (fracking). Να υπενθυμίσουμε ότι κάτι ανάλογο ισχύει και στην Βικτώρια.

Η έκθεση προκάλεσε την άμεση αντίδραση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης με τον πρωθυπουργό Μάλκολμ Τέρνμπουλ αφενός να πάρει την πρωτοβουλία να συγκαλέσει έκτακτη συνάντηση με τις εταιρίες εξόρυξης και διάθεσης φυσικού αερίου για την ανάπτυξη στρατηγικής ώστε και να αποφευχθεί το οδυνηρό σενάριο και αφετέρου να ζητήσει από τις πολιτείες να άρουν κάποιους από τους περιορισμούς που έχουν επιβάλλει ώστε να γίνει εφικτή η ανάπτυξη νέων μονάδων εξόρυξης φυσικού αερίου. 

 

ΣΤΑ ΥΨΗ Η ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΑΝ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ Ο ΦΟΡΟΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΝΘΡΑΚΑ

 

Και ενώ ο φορέας που έχει επιφορτιστεί την ενεργειακή επάρκεια της χώρας προειδοποιεί ότι αυτή κινδυνεύει άμεσα και κάνει λόγο για καταστροφικές επιπτώσεις στο πορτοφόλι των καταναλωτών, εκείνο που κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι η τιμή του ηλεκτρικού συνεχίζει να αυξάνεται.

Όπως προκύπτει από τα μέχρι τώρα στοιχεία και ενώ η παρελθούσα κυβέρνηση Άμποτ είχε υποσχεθεί ότι η κατάργηση του φόρου εκπομπών ρύπων άνθρακα θα μείωνε την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, στην ουσία αυτό που συμβαίνει είναι αυτή να έχει διπλασιαστεί.

Αυτήν την στιγμή η μέση τιμή ενός γίγαβατ στην αγορά χονδρικής πώλησης κυμάνθηκε κατά μέσο όρο γύρω στα $134 το καλοκαίρι που μας πέρασε κατά την ίδια περίοδο πριν μερικά χρόνια και όταν αυτή επιβαρυνόταν με τον φόρο άνθρακα δεν ξεπέρασε τα $67 για δύο συνεχόμενα καλοκαίρια. 

Αυτό διαπίστωσε έρευνα που διεξήγαγε για λογαριασμό του κόμματος των Πρασίνων, το Κολέγιο Κλίματος και Ενέργειας του Πανεπιστημίου Μελβούρνης. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα οι κάτοικοι του Κουίνσλαντ και της Νέας Νότιας Ουαλίας ήταν αυτοί που πλήρωσαν το ηλεκτρικό ρεύμα «χρυσό» καθώς κατά τους τελευταίους 12 μήνες στις πολιτείες αυτές η τιμή κάθε γίγαβατ τριπλασιάστηκε ενώ στη Νότια Αυστραλία διπλασιάστηκε. Οι τυχερότεροι, προς το παρόν είναι οι καταναλωτές της Βικτώριας καθώς στη συγκεκριμένη πολιτεία παρά το γεγονός ότι η τιμή της κάθε γίγαβατ αυξήθηκε, η αύξηση δεν ήταν τόσο δραματική.