Δίδαξε ποντιακούς χορούς ακόμα και σε Ζουλού

Ίσως να ακούγεται παράδοξο, είναι όμως αληθινό…  Ακόμα και σε Ζουλού δίδαξε ποντιακούς χορούς ο διακεκριμένος χοροδιδάσκαλος, ερευνητής και λαογράφος, Νίκος Ζουρνατζίδης, που βρέθηκε στην Αυστραλία, προσκεκλημένος της Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Αυστραλίας.

Ο Νίκος Ζουρνατζίδης έχει χορέψει ή διδάξει τους χορούς του Πόντου σε κάθε γωνιά του πλανήτη με πολλούς από τους μαθητές του να είναι άτομα μη ελληνικής ή μη ποντιακής καταγωγής. Οι ΗΠΑ, το Ιράκ, η Νότια Αφρική, η Ινδία, η Γαλλία, η Δανία είναι μερικές από τις χώρες στις οποίες ο Νίκος Ζουρνατζίδης «ταξίδεψε» με διαβατήριο τον ποντιακό χορό και την αγάπη του γι’ αυτόν. Θεωρείται από τους κορυφαίους μελετητές των χορών του Πόντου με 45 χρόνια προσφοράς στον χώρο. Για πολλά χρόνια υπήρξε καλλιτεχνικό στέλεχος του Θεάτρου της Δώρα Στράτου, αρχικά υπό την ιδιότητά του ως επικεφαλής του Τμήματος Ποντιακών Χορών και μετά υπό την ιδιότητα του επικεφαλή όλου του χορευτικού. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Συμβολή στην έρευνα του χορού των Ελλήνων του Πόντου»” που αποτελεί σήμερα την «ιστορική Βίβλο» για την μελέτη των ποντιακών χορών.

Το 1994 δημιούργησε τον Χορευτικό Όμιλο Ποντίων «Αργώ», που μετονομάσθηκε σε «Σέρρα». Είναι το πρώτο χορευτικό που χρησιμοποίησε πιστά αντίγραφα της ποντιακής φορεσιάς  με όλα τα κοσμήματα και εξαρτήματα, που να σημειωθεί ότι, για πρώτη φορά, βγήκαν από την Ελλάδα το 1997, για να έρθουν στην Μελβούρνη με το χορευτικό συγκρότημα Ένωσης Ποντίων Πολίχνης του οποίου χοροδιδάσκαλος ήταν ο γνωστός χοροδιδάσκαλος της παροικίας μας, Γιάννης Πιλαλίδης.
Ο κ. Ζουρνατζίδης, που δηλώνει εντυπωσιασμένος από το επίπεδο των ποντιακών χορών στην Μελβούρνη και λέει ότι ένοιωσε για λίγο «σαν τον πρωθυπουργό της ελληνικής κυβέρνησης» λόγω της θερμής φιλοξενίας των Ποντίων της Αυστραλίας, μίλησε στο «Νέο Κόσμο», βεβαίως, για τον ποντιακό χορό, για τους μη ελληνικής καταγωγής μαθητές του ενώ ήταν και ιδιαίτερα αιχμηρός για την ελληνική πολιτεία και αποκαλεί «ξεφτίλα» τις ενέργειες του υπουργείου Πολιτισμού για την διάδοση των παραδοσιακών χορών.

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τον ποντιακό χορό;
– Από τα πρώτα μου βήματα η γλώσσα μου ήταν η ποντιακή. Να σας δώσω να καταλάβετε, ελληνικά άρχισα να μαθαίνω όταν κατέβηκα στην Καβάλα να πάω στο Δημοτικό. Έζησα την παραδοσιακή μορφή των ποντιακών χορών από τα γεννοφάσκια μου και παρά το γεγονός ότι ειδικεύτηκα σε κάτι διαφορετικό η αδυναμία μου ήταν πάντα ο χορός. Βλέπετε, μεγάλωσα μέσα στον χορό, μιας και όλοι χόρευαν εκείνη την εποχή. Ο χορός ήταν η μόνη τους διασκέδαση, όχι μόνο σε πανηγύρια ή γάμους και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις, αλλά και στο καφενείο. Ένας λυράρης να ήταν εκεί στο καφενείο, ένα-δύο τραγούδια να έπαιζε, ένα ουζάκι παραπάνω και το έστηναν στον χορό. Η υπόλοιπη ζωή τους ήταν μεροδούλι μεροφάι.


Συνέδεσες  το όνομά σου με το κορυφαίο ίδρυμα έρευνας και διάδοσης των ελληνικών παραδοσιακών χορών της «Δώρας Στράτου». Πώς ξεκίνησε αυτή η σχέση;

 Εντελώς τυχαία. Το 1971 που υπηρετούσα τη θητεία μου κατέληξα στην Αθήνα. Ένα παιδί, στρατιώτης και αυτός που έπαιζε το αγγείο στο συγκρότημα της Δώρας Στράτου, με είδε να χορεύω και τής μίλησε για μένα. Αυτή θέλησε να με συναντήσει. Εγώ ιδέα δεν είχα ποια ήταν η Δώρα Στράτου. Τέλος πάντων, συναντηθήκαμε και με κάλεσε σε μία από τις παραστάσεις του ποντιακού συγκροτήματος. Όταν βγήκαν και χόρευαν, εγώ γέλασα. Μου λέει η Στράτου «Γιατί γελάς;». Της λέω «Αυτοί χορεύουν Ποντιακά;». Μου λέει «Ναι. Γιατί δεν σου αρέσουν;» και της είπα την αλήθεια της απάντησα «όχι». Σας επαναλαμβάνω εγώ δεν ήξερα τι προσωπικότητα ολκής ήταν, τα παιδιά στο χορευτικό την έβλεπαν και έτρεμαν. Δεν θα την αναλύσω πολιτικά, μιλάω για την προσφορά της στην παράδοση. Εγώ το μόνο που ήξερα ήταν αυτό που έβλεπα και το θέαμα ήταν απογοητευτικό. Σηκώθηκα και χόρεψα στο διάλλειμα και αυτό ήταν.

Ο χοροδιδάσκαλος γεννήθηκε από τα πρώτα σου εφηβικά χρόνια και μέστωσε στο Θέατρο της Δώρα Στράτου. Ο ερευνητής πότε γεννήθηκε;
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ερευνητή. Ένας περίεργος άνθρωπος είμαι. Ήθελα να μάθω πράγματα για να τα χρησιμοποιήσω για τον εαυτό μου, για προσωπική μου ευχαρίστηση. Όταν ήμουν στο συγκρότημα της Δώρας Στράτου, κάναμε εξορμήσεις τον χειμώνα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και καταγράφαμε χορούς που δεν γνωρίζαμε. Έγραφα σε μία μικρή μηχανή λήψης τους χορούς για να τους διδάξουμε στο συγκρότημα. Εκεί μου γεννήθηκε η απορία. Πώς γίνεται στο δικό μου το χωριό να χορεύουμε άλλους χορούς και σε άλλα χωριά να χορεύουν άλλους χορούς που εμείς ούτε καν τους ξέραμε. Τότε κατάλαβα ότι ο Πόντος δεν έχει έναν ενιαίο πολιτισμό. Δεν υπήρχε ομοιογένεια. Δεν ήταν οι Πόντιοι μία συμπαγής ομάδα. Μετά ανακάλυψα ότι ακόμα και οι γλωσσικές διαφορές μεταξύ Πόντιων σε μία περιοχή και σε άλλη ήσαν τεράστιες. Σε μερικές περιπτώσεις ήταν αδύνατον να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Η περιέργειά μου γέννησε απορίες και τότε αποφάσισα να ερευνήσω τον τρόπο ζωής των διαφορετικών ποντιακών πληθυσμών ή πώς οι γεωγραφικές τους μετακινήσεις επηρέασαν τους χορούς τους. Γιατί χορεύουν έτσι και όχι αλλιώς.

 – Ο Μαχάτμα Γκάντι είπε κάποτε ότι ο πολιτισμός που προσπαθεί να μείνει ανεπηρέαστος και κλείνει τις πόρτες του στις εξωτερικές επιρροές είναι καταδικασμένος να χαθεί. Άκουσα να λέτε πριν ότι ένας πολιτισμός ποτέ δεν μένει αυτούσιος σε έναν λαό, κάτι δίνει-κάτι παίρνει, μπολιάζεται βγαίνει μία καινούρια συνισταμένη. Πού οδηγείται σήμερα ο Ποντιακός χορός; Που οδηγεί αυτό το μπόλιασμα;
Ο ποντιακός χορός είναι η αυριανή ταυτότητα των Ποντίων. Δυστυχώς, αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο Πόντιος δεν διαφέρει από τους άλλους συνέλληνες σε τίποτα πλέον. Τα πάντα είναι κοινά. Αυτό, λοιπόν, που θα μείνει είναι ό,τι γράψει η ιστορία και ο χορός. Όσον αφορά την ιστορία, ένα κομμάτι της ήδη έχει μπει στα σχολεία και ο ποντιακός χορός έχει πλέον περάσει σε όλους. Κατέχει κυρίαρχη θέση μέσα στους ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς και την πρώτη θέση εκτός των ελληνικών συνόρων. Συνεπώς, ο ποντιακός χορός οδηγείται σε καλά μονοπάτια.

– Μιλώντας για την πορεία του Ποντιακού χορού εκτός των ελληνικών συνόρων, ας αναφερθούμε λίγο στην δράση σας εκεί. Είναι λογικό να κάνεις σεμινάρια στην Ρωσία όπου υπάρχουν Πόντιοι. Εσείς, όμως, κάνετε σεμινάρια χορού σε χώρες όπως την Ισπανία, την Νότια Αφρική ή την Βόρεια Ευρώπη. Σε απόδημους Πόντιους υποθέτω.
Όχι, οι μαθητές μου στην Ισπανία για παράδειγμα είναι Βάσκοι και Καταλανοί. Στην Νότια Αφρική ακόμα και Ζουλού είχα μαθητή.

– Πού αποδίδεις αυτό το ενδιαφέρον;
Ο Κομφούκιος είπε κάποτε «Δείξτε μου πώς χορεύει ένας λαός και θα σας πω αν ο πολιτισμός του είναι άρρωστος ή υγιής». Ο χορός προϋποθέτει πολιτισμό και επίπεδο. Αυτό εκτιμά ο μη Έλληνας. Ο χορός είναι καθρέφτης του πολιτισμού. Φτάνουμε στο σημείο τώρα να βλέπουμε στην Ελλάδα ένα φαινόμενο παγκόσμιο. Αυτό δεν συναντάτε πουθενά αλλού. Σε ένα κρατίδιο 10 εκατ. ανθρώπων, πάνω στην επικράτειά του να χορεύονται πάνω από 1000 χοροί. Αυτό προϋποθέτει πολιτισμό. Από  την άλλη, υπάρχει τεράστια ποικιλία χορών και ο καθένας θα βρει κάτι να τον συγκινεί στους χορούς του Πόντου. Μετά υπάρχει αυτή η διονυσιακή διάσταση των παραδοσιακών ελληνικών χορών. Οι άλλοι λαοί δεν έχουν αυτήν την συντροφικότητα στους χορούς τους αυτήν τη δημοκρατία. Στις περισσότερες χώρες, για παράδειγμα στην Ισπανία, που έχω δύο χορευτικά συγκροτήματα που έρχονται και στην Ελλάδα για παραστάσεις κάθε δύο χρόνια. Κανένας Έλληνας να σημειώσω. Βλέπεις λοιπόν τους χορούς τους, θα πάρει τη γυναίκα του να χορέψει. Πόσο να χορέψει με τη γυναίκα του, χορεύει τόσα χρόνια, το βαριούνται οι άνθρωποι. Ενώ στο πανηγύρι του χωριού βλέπεις όλους να χορεύουν και μπαίνεις και εσύ μέσα και απολαμβάνεις αυτή τη διονυσιακή ατμόσφαιρα.

– Μιλάς για την κατάσταση του ελληνικού πολιτισμού σήμερα και λες ότι αυτός είναι υγιέστατος αν λάβουμε υπόψη μας την ποικιλία των χορών που χορεύουν οι Έλληνες. Εκείνο, όμως, που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια είναι το σκυλάδικο, η πίστα με τα σπασμένα πιάτα και τον κόσμο να χτυπιέται. Δείγμα υγιούς πολιτιστικής πορείας και αυτό;
Πριν από μερικά χρόνια, στην Αθήνα υπήρχαν πάνω από 4.000 σκυλάδικα, σήμερα αμφιβάλλω αν υπάρχουν 300. Κάποτε τα κέντρα των μπουρζουάδων, με τους καλλιτέχνες των «αριστερών τάσεων», και τα μεροκάματα των 5 και 10 χιλιάδων ευρώ, με ειρωνικό τρόπο το λέω αυτό, δούλευαν 7 μέρες της εβδομάδας σήμερα δουλεύουν 3 μέρες και δεν φταίει μόνο η οικονομική κρίση. Ο κόσμος κουράστηκε να του λέει ο άλλος πως και πότε θα χορέψει. Ο ελληνικός χορός άρχισε να εκτιμάται. Η κατάσταση έχει αλλάξει και θα αλλάξει. Σήμερα τα πανηγύρια κερδίζουν όλο και περισσότερο κόσμο. Βλέπω μία αναγέννηση του παραδοσιακού χορού στην Ελλάδα.
Μην φανταστείς, όμως, ότι η Πολιτεία κάνει τίποτα. Ας είναι καλά η ιδιωτική Πολιτεία. Οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων των σχολείων, δεν υπάρχει Δήμος που να μην έχει χορευτικό συγκρότημα. Αν δεν έχει χορευτικό δεν εκλέγεται ο δήμαρχος. Το κράτος απουσιάζει. Το υπουργείο Πολιτισμού είναι η «ξεφτίλα». Δεν ασχολείται καθόλου με την ελληνική παράδοση, αλλά ασχολείται με τα μεγαλόσχημα. Οργανώνει ένα σχήμα θεατρικό, ανεβάζει ένα αρχαίο δράμα, μία αρχαία κωμωδία, δίνει μία παράσταση και λύνει το πρόβλημα της ζωής του για τον επόμενο χρόνο. Μιλάμε για φανερή αδιαφορία στον λαϊκό πολιτισμό.

– Ποιες οι εκτιμήσεις σου για το χορευτικό έμψυχο υλικό της Αυστραλίας;
Η Μελβούρνη είναι κορυφαία, έχει ταλέντα και κάποια μέρα θα τα δούμε όλοι να διαπρέπουν. Το Σίδνεϊ βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο ενώ πιστεύω ότι η Αδελαΐδα ξεκινά τώρα την προσπάθειά της και πιστεύω ότι σε βάθος χρόνου θα έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα. Μου έκανε εντύπωση ότι ο κύριος οργανοπαίχτης το παιδί που παίζει αγγείο στο συγκρότημα της Αδελαΐδας είναι Σπαρτιάτης. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πάθος και το πάθος είναι δημιουργική δύναμη. Αν συγκρίνω την Αυστραλία με την Αμερική η Αυστραλία είναι πολύ καλύτερη. Τώρα η Γερμανία είναι κορυφή αυτό είναι αναμφισβήτητο.

 Ο κ. Ζουρνατζίδης κατά την παραμονή του στην Μελβούρνη δίδαξε ως αιώνιος δάσκαλος όπως ο ίδιος χαρακτήρισε τον εαυτό του στην Ποντιακή Εστία ενώ καθώς τελειώναμε την κουβέντα μας ανέφερε ότι ετοιμάζει να εκδώσει ένα ακόμα βιβλίο με στοιχεία για τους χορούς του Πόντου το οποίο ξεκαθάρισε ότι θα είναι το τελευταίο του. «Δεν έχω τίποτε άλλο να δώσω» είπε χαρακτηριστικά. «Η δική μου περιέργεια με οδήγησε στην έρευνα. Η δική μου αγάπη με οδήγησε στον ποντιακό χορό. Τα λόγια ενός φίλου όμως με οδήγησαν στην δημοσιοποίησή των ερευνών μου. ‘Αυτά που έχεις δεν σου ανήκουν Νίκο’ μου είπε. ‘Αυτά είναι πολιτισμός ανήκουν σε όλους’» Τα έδωσα όλα όσα είχα να δώσω» κατέληξε.