Όταν λέμε σπουδές σήμερα, εννοούμε ένα οργανωμένο πρόγραμμα το οποίο το μελετά κανείς συστηματικά: σπουδές στην πολιτική, τα οικονομικά κ.λπ. Λέμε, αυτός έκανε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Συνήθως λένε οι φιλόλογοι ότι το ρήμα είναι το πιο ισχυρό μέρος του λόγου. Τότε οι σπουδές θα πρέπει να προήλθαν από το ρήμα σπουδάζω το οποίο χρησιμοποιείται από μας και από όλους τους αρχαίους μας ποιητές και φιλοσόφους. Η αρχική του σημασία ήταν σπεύδω να δώσω προσοχή, επιδιώκω με ζήλο, μελετώ με επιμέλεια, μελετώ συστηματικά.

Το αντικείμενο της μελέτης έγινε σπούδασμα και αυτός που σπουδάζει έγινε σπουδαστής. Όταν περιγράφουμε το σπούδασμα, ως επίθετο χρησιμοποιούμε το σπουδαστικός. Το μέρος όπου σπουδάζουμε είναι το σπουδαστήριο. Από το σοβαρό σπούδαγμα έγινε και ο σπουδαίος, αλλά και η σπουδαιότητα. Κάποιος μπορεί να εμφανίζεται σπουδαίος, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Τότε είναι σπουδαιοφανής. Ο άνθρωπος που έχει σπουδάσει λέγεται σπουδαγμένος ή σπουδασμένος.
Μία τόσο σπουδαία λέξη δεν μπορούσε να μένει στα κλειστά σύνορα της ελληνικής γλώσσας. Ας δούμε τώρα πώς έγιναν οι σπουδές studies. Ευθύς αμέσως διαπιστώνουμε μία ακουστική ομοιότητα και μία σημασιολογική ταυτότητα όπως σχολή = school. Τα Λατινικά λεξικά λένε: Verb studio connected with Greek σπεύδω, σπουδή and σπουδάζω = to be eager, to take pains, strife after, be busy with, to study. Δηλ. τα ο ρήμα studio συνδέεται με τα Ελληνικά σπεύδω, σπουδή και σπουδάζω. Η σπουδή και το σπουδάζω είναι προχωρημένες ιδέες γιατί κάποιος για να μάθει πρέπει πρώτα να σπουδάσει. Αυτήν την έννοια κανένα άλλο Λατινικό ρήμα δεν την είχε και αυτός είναι ο πρώτος λόγος γιατί οι Λατίνοι το οικειοποιήθηκαν όπως το σχολείο έγινε schola.

Έτσι, μέσω της Λατινικής γλώσσας μπήκε σε όλες τις Ευρωπαϊκές γλώσσες και έτσι ακριβώς η Αγγλική το «κανόνισε» να μπει ως study που έγινε ερμαφρόδιτο και ρήμα και ουσιαστικό: I study και the study. To σημαντικό αυτό απόκτημα της Αγγλικής μπήκε στο σύστημα της γλώσσας και γέννησε πάμπολλες σπουδαίες λέξεις οι οποίες αναφέρονται στις σπουδές. Ο σπουδαστής έγινε student, το σπουδαστήριο studio. Αυτός που αφοσιώνεται στις σπουδές έγινε studious και μια τέτοια αφοσίωση έγινε studiousness. Το επίρρημα έγινε studiously και η μετοχή studied. Τα όχι και τόσο καλά λεξικά στο τέλος του λήμματος study λένε: From Latin studeo και stadium. Τι τους λες εδώ; Φυσικά αγράμματους! Τι άλλο μπορείς να τους ονομάσεις; Στο Ετυμολογικό Λεξικό του W.W. Skeat υπάρχει και η εξής…  απορία: Latin stadium and Greek σπουδή are curiously similar! (Το Λατινικό stadium και η Ελληνική σπουδή είναι περίεργα όμοια!).

Η λέξη έχει μία περαιτέρω τροπή στην ιστορία της. Οι Ιταλοί από το studio έκαναν τη λέξη τους studio=σπουδαστήριο – στούντιο το ονομάζουμε και εμείς σήμερα – και σε αυτά τα στούντια οι νεαροί ζωγράφοι σπούδαζαν την τέχνη τους κάτω από τις οδηγίες ενός δασκάλου. Έτσι δημιουργήθηκε – ως νέα ιδέα – στο στούντιο. Στα Αγγλικά έγινε artist’s studio. Οι σπουδαστές – και βοηθοί – σ’ αυτά τα στούντια στην καθημερινή γλώσσα ονομάστηκαν stooges. Συνήθως ο βοηθός ενός κωμικού καλλιτέχνη ονομάζεται stooge (προφ. στουτζ) και έτσι κατέληξε η λέξη να σημαίνει: αστείος ή χαζός, ένα ανδρείκελο, κοινώς ένα τσιράκι, παρακεντές. Ποιος δεν θυμάται το κωμικό τρίο του παλιού κινηματογράφου: THE THREE STOOGES! Και σήμερα μαθαίνουμε ότι κυκλοφορούσαν με ελληνογενές όνομα! Αλλά είπαμε πως οι λέξεις αντανακλούν το περιβάλλον στο οποίο γεννιούνται, αλλά και μετατρέπονται όπως αυτές θέλουν σαν το «Θεό» Πρωτέα που άλλαζε μορφές και χρώματα ανάλογα με τον τόπο που βρισκόταν.