Στα 33 της χρόνια τα γνώρισε όλα

Η συνάντησή μας έγινε εντελώς τυχαία σε ένα από τα ζαχαροπλαστεία στην περιοχή του Όκλη. Από μια απλή καλημέρα φτάσαμε στο τέλος να ανοίγουμε την καρδιά μας και να λέμε πράγματα που πολλοί ακόμα δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ούτε στον ύπνο τους.
Στα 33 της χρόνια τα γνώρισε όλα. Έφτασε στα τελευταία σκαλοπάτια της απανθρωπιάς και της υποκρισίας, αλλά κατάφερε έστω και με δεκανίκια, όπως θα καταλάβετε στην συνέχεια, να κρατηθεί στα πόδια της.

Και χωρίς να το βάζει κάτω, θέλει να μπορέσει να ξανακάνει ένα νέο ξεκίνημα στην ζωή της.
Αν τελικά θα το καταφέρει μόνο η ίδια το γνωρίζει.

Η Χρύσα (το όνομα είναι φανταστικό) πίνοντας το καφεδάκι της αφήνει το μυαλό της να θυμηθεί το νεανικό της ξεκίνημα.

“Από 15 χρονών μπήκα στα βάσανα”, λέει με έναν αναστεναγμό.

“Έμπλεξα, χωρίς φυσικά να ξέρω σε τι, αλλά μετά που το κατάλαβα ήταν πλέον πολύ αργά για μένα”.

Ας πάρουμε όμως καλλίτερα τα πράγματα με την σειρά.

“Με την “βοήθεια” της μάνας μου, είχα μπει σε μια οργάνωση πολιτική, μια οργάνωση νεολαίας που λένε.
Εκεί νόμιζε η μάνα μου, πως αν αποκτούσα τις κατάλληλες γνωριμίες, θα εύρισκα μια καλή δουλειά ή  έναν κονομημένο άντρα.
Αλλά αντί μιας καλής γνωριμίας, γνώρισα την βρωμιά της νύχτας, της απατεωνιάς, της πουτανιάς και των ναρκωτικών!”.

Ερ: Πόσο καιρό έμεινες εκεί;
Περίπου 3 χρόνια κράτησε αυτή η κατάσταση, μέχρι που ήρθε η ώρα να θερίσει η μάνα μου, αυτό που έσπειρε.
Μέχρι εκείνη την στιγμή, εγώ δεν είχα καταλήξει σε κανενός το κρεβάτι, αν και αρκετοί ήταν αυτοί που με ήθελαν, Άλλωστε ήμουν και μικρή και τσαχπιίνα (γελάει) και έτσι αφού δεν είχα δώσει αυτό που ήθελαν, δεν πήρα και εγώ αυτό που ήθελε και η μάνα μου: Δηλαδή μια καλή θέση σε μια δουλειά.
Αλλά το κακό είχε γίνει. Ήμουν ανεξέλεγκτη, γυρνούσα στα μπαρ, έπινα, κάπνιζα, γύρναγα στο σπίτι το πρωί και κάποιες φορές καθόλου.
Δεν ήξερα τι έκανα. Δεν ήθελα αυτό που έκανα, αλλά αυτό είχα μάθει.
Όλα άλλαξαν όταν ξεκίνησα να δουλεύω σε σουπερ-μάρκετ, αφού δεν μπόρεσα να αφοσιωθώ στα μαθήματά μου, με αυτούς που είχα μπλέξει.
Και μετά άρχισε η κατηφόρα. Όταν για πρώτη φορά στα 19 μου περίπου έβγαλα τα δικά μου λεφτά νόμιζα πως είχα κλείσει τον κόσμο στα χέρια μου. Ήθελα να συνεχίσω να σπουδάζω, να μάθω, να γνωρίσω κι άλλα πράγματα στην ζωή μου.
Αντίθετα όμως, από εκείνη την ώρα άρχισα να πέφτω ολοένα και πιο βαθιά στον βούρκο.
Ο πατέρας μου είχε πάθει εγκεφαλικό που τον κράτησε στο κρεβάτι και η μάνα μου έπρεπε να τον προσέχει.
Είχαμε εστιατόριο το οποίο έπρεπε φυσικά να κλείσει κι έτσι ο πατέρας μου βγήκε αναγκαστικά στη σύνταξη, μια ψωροσύνταξη που δεν έφτανε ούτε για…  γεια σου που λένε.
Άρα… ό,τι έβγαζα εγώ, πήγαινε στο σπίτι. Πού λεφτά για λούσα και τα σχετικά!
Έτσι πάει το πρώτο όνειρο που είχα, για να εκπαιδευτώ.

Ερ: Πώς έμπλεξες στα μεγάλα κυκλώματα που μου έλεγες;
Με τον καιρό είχα αρχίσει να γνωρίζω διάφορους ανθρώπους.
Έκανα σχέσεις, τίποτα το τρομερό, μέχρι την στιγμή που γνώρισα, έτσι τουλάχιστον πίστευα, τον μεγάλο έρωτα της ζωής μου.
Ζήσαμε πολύ ωραίες στιγμές, ήταν αυτό που λένε κεραυνοβόλος έρωτας.
Θα έκανα τα πάντα γι’ αυτόν. Και τα έκανα. Ό,τι μου ζητούσε, γινόμουνα η σκλάβα του. Είχα γνωρίσει τα πάντα στον έρωτα και τότε ξεκίνησε και η αντίστροφη μέτρηση. Νόμιζα ότι απλά θα ήταν για μια φορά.
Ήθελα να τον ικανοποιήσω επειδή τον αγαπούσα. Αλλά μακάρι να σταματούσε εκεί. Ήθελε να με βάλει στο τριπάκι των ναρκωτικών.
Έκανα αρκετές φορές “τσιγάρο”, αλλά ήρθε και η στιγμή να μου ζητήσει να βαρέσω ένεση. ΠΟΤΕ όμως δεν το έκανα αυτό! Τότε άρχισε να απομακρύνεται, αλλά ήρθε και το τελειωτικό χτύπημα.
Έμεινα έγκυος! Φυσικά το έριξα. Πώς θα μπορούσα να το κρατήσω.
Ένα παιδί μαζί του, υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν ιδανικό, τώρα όμως;
Δεν συγχώρεσα ποτέ τον εαυτό μου γι’ αυτό. Παρεμπιπτόντως, να σου πω ότι εγώ είχα πληρώσει τα έξοδα για την έκτρωση. Μετά από λίγο καιρό χωρίσαμε. Η πλάκα ήταν ότι με ενοχλούσε ακόμα. Και μέσα σε 3 μήνες από τον χωρισμό μας, μαθαίνω ότι παντρευόταν μια άλλη και μάλιστα ήταν και έγκυος 6 μηνών!!! Άρα τι καταλαβαίνεις; Ότι την περίοδο που εγώ έριχνα το παιδί μου, αυτός γκάστρωνε μια άλλη.
Τότε υποσχέθηκα στον εαυτό μου, ότι δεν πρόκειται να ερωτευτώ ποτέ ξανά στην ζωή μου. Και το έκανα. Πήγαινα με όποιον γούσταρα εγώ. Και έφτυνα ανθρώπους, που αν τους άφηνα, ίσως και να με έκαναν ευτυχισμένη.
Αυτό όμως φίλε μου, ποτέ δεν θα το μάθω.
Ώσπου βρήκα τον δάσκαλό μου: Έναν αλήτη. Έναν άνθρωπο της νύχτας, μπλεγμένο μέχρι τα μπούνια στην βρωμιά.

Ερ: Πώς το κατάλαβες αυτό που λες;

Φυσικά στην αρχή δεν φαινότανε, μετά φανερώθηκε.
Ήταν νταβατζής. Είχε κάποιες Ρωσίδες, κάποιες Ουκρανές και τα σχετικά.
Με πήγε μια μέρα στο μπαράκι που διατηρούσε, χωρίς φυσικά να μου πει ότι ήταν δικό του. Όλοι τον χαιρετούσαν με έναν φόβο στα μάτια τους, τόσο έντονο, ιδίως οι κοπέλες, που άρχισα να τρέμω.
Θορυβήθηκα από όλο αυτό. Δεν μίλησα όμως. Την επόμενη νύχτα θέλησε να ξαναπάμε και όταν αρνήθηκα συμφώνησε να πάμε κάπου αλλού.
Πήγαμε τέλος πάντων σε ένα άλλο μαγαζί και μετά σε ένα ξενοδοχείο.
Όλα νορμάλ μέχρι το πρωί που σηκώθηκα και που έλειπε από το κρεβάτι, ενώ η πόρτα του δωματίου ήταν κλειδωμένη.
Τρομοκρατήθηκα! Δεν ήξερα τι να σκεφτώ! Τον πήρα τηλέφωνο και μου είπε ότι είχε μια δουλειά και δεν θα αργούσε και ότι με κλείδωσε, γιατί ήθελε να με δει πριν φύγει, για να με αγκαλιάσει.
Καθόμουν σε ανάμενα κάρβουνα μέχρι να έρθει. Όταν πια ήρθε μου σκάει το μυστικό με τις Ρωσίδες, τους Αλβανούς που έχει νταλαβέρια και όλα τα σχετικά. Και για το τέλος μου άφησε το καλύτερο: Να μπω κι εγώ στην δουλειά, να με πλασάρει σε κάποιους που με είχαν δει και τους άρεσα.
Τρελάθηκα, άρχισα να φωνάζω, να βρίζω και να θέλω να φύγω φυσικά.
Τότε αρχίσανε τα χαστούκια, το πολύ ξύλο και φυσικά ο βιασμός.
Έφυγε και με άφησε κλειδωμένη στο δωμάτιο, χτυπημένη, βιασμένη και τρομοκρατημένη.

Ερ: Και όλα αυτά από τον άντρα των ονείρων σου;
Μάλιστα, ενώ την ώρα που έφευγε, μου είχε πει, μετά βέβαια που τελείωσε το “έργο” του, ότι το βράδυ θα με πήγαινε σε αυτούς που με ήθελαν και ότι θα πιάσει καλά λεφτά με μένα.
Έτσι κι έγινε. Το βράδυ με έβαλε να κάνω μπάνιο, ενώ εκείνος με έτριβε για να καθαρίσω καλά και μου έδωσε και το πιο ξέκωλο φουστάνι που είχα δει ποτέ μου να φορέσω και πήγαμε στο μπαράκι του.
Εκεί ήταν κάτι τύποι κουστουμαρισμένοι τους οποίους τους θυμόμουνα πως με κοιτούσαν και κατάλαβα ότι ήταν αυτοί που με ήθελαν.
Με έβαλε στην μπάρα να κάτσω και πήγε κοντά τους.
Με κοιτάζανε όλοι. Μετά ήρθε και μου είπε να πάω εκεί στην παρέα.
Εγώ αρνήθηκα πάλι και τότε άρχισε να με βαράει μπροστά σε όλο το μαγαζί. Ποιος να μιλήσει.
Σηκώθηκε τότε ένας από αυτούς που με θέλανε και με πήρε από το χέρι του. Με πήγε στο τραπέζι τους και προσπαθούσε να με ηρεμήσει. Μετά από λίγη ώρα που συζητήσαμε με αυτούς, σηκώθηκε ο ίδιος άνθρωπος που με έσωσε από τον αλήτη και πήγε προς το μέρος του. Κάτι του είπε, αλλά ποτέ δεν έμαθα τι και έπειτα αυτός μου είπε, να πιω το ποτό μου και να φύγω ήρεμα. Να μην συζητήσω ποτέ για ότι έγινε εδώ, για ό,τι είδα και να ξεχάσω αυτά που έζησα. Απλά να φύγω.
Έτσι, από το πουθενά κάποιος άγνωστος με έσωσε, διαφορετικά, ακόμα δεν μπορώ να το πιστέψω.
Μετά από καιρό, τυχαία ήμουν στον Πειραιά για μια δουλειά και βλέπω, τον σωτήρα μου, φορώντας…  αστυνομική στολή της ομάδας Ζ. Απίστευτο!!! Γι` αυτό, έτσι απλά ο άλλος είχε δεχτεί να με αφήσει ελεύθερη και να μην με ενοχλήσει ποτέ ξανά. Όλα ήταν πια ξεκάθαρα! Θέλησα να τον πλησιάσω, να τον ευχαριστήσω, αλλά όταν ανταμώσανε τα βλέμματά μας, ήταν αρκετό. Ήξερε τι ήθελα να του πω και ήξερα τι ήθελε να κάνω. Να μην τον πλησιάσω. Ήταν εν ώρα υπηρεσίας. Έτσι τελείωσε άλλο ένα κεφάλαιο της ζωής μου, που αν το είχα κάνει ταινία, θα είχα γίνει πλούσια.
Να γελάσω και λίγο, γιατί με πήρε πολύ από κάτω τώρα που σκέφτομαι την ζωή μου, σαν κινηματογραφική ταινία!.
Να κάνω, Άλκη, μια παρένθεση σε όλα αυτά, γιατί μπορεί να αναρωτιέσαι, η μάνα μου, που ασφαλώς δεν της είχα πει τίποτα, είχε τρελαθεί που με έβλεπε έτσι.
Και όσο δεν της έλεγα κάτι, τόσο πιο πολύ τρελαινόταν.
Φυσιολογικό θα μου πεις, αλλά τι να της έλεγα; Εσύ τι θα έκανες; Έβρισκα ένα κάρο ηλίθιες δικαιολογίες. Δεν την έπειθα βέβαια, αλλά και εκείνη είχε τον πατέρα μου να φροντίσει. Ίσως επαναπαύτηκε, ίσως πίστεψε, γιατί την βόλευε, αυτά που της έλεγα, δεν ξέρω. Ήταν και μεγάλη, κουρασμένη από την ζωή, τι να πω;

Ερ: Εκτός από τους γονείς σου έχεις άλλους συγγενείς;

Α, τώρα μάλιστα! Έχω και κάτι αδέρφια που όταν κάποια στιγμή πήγα να τους πω αυτά που μου έχουν συμβεί το μόνο που έκαναν ήταν να με κατακρίνουν και να μου πουν ότι καλά έπαθα ό,τι έπαθα.
Έχω μεγάλη διαφορά με αυτούς. 17 χρόνια με τον έναν, 15 χρόνια με την άλλη και 9 χρόνια με τον τελευταίο. Μεγαλύτεροί μου όλοι και κανείς δεν έκανε ούτε είπε κάτι να μου συμπαρασταθεί. Παρά μου την πέφτει και ο άντρας της αδερφής μου, το λέω και κανείς δεν με πιστεύει.
Ποιος θα πιστέψει, άλλωστε, το πουτάνι της οικογενείας;
Έτσι με θεωρούσαν. Και το κακό είναι ότι κανείς τους δεν προσπάθησε, έστω και λίγο να με πλησιάσει ποτέ!
Μετά από όλα αυτά είμαι πια ένα ράκος. Δεν θέλω κανέναν και τίποτα.
Δεν λέω σε κανέναν τι πραγματικά έχει συμβεί και έτσι όλοι είναι βολεμένοι στην συμβατική ζωούλα τους. Αφού δεν ξέρουν δεν τους νοιάζει κιόλας…
Ζω μια καθημερινότητα, δουλειά-σπίτι, σπίτι-δουλειά. Οι φίλες που είχα δεν τις έχω πια. Δεν τις θέλω κιόλας. Όταν ζήτησα βοήθεια με έγραψαν. Άρα σιγά-σιγά ανακαλύπτω, πως τελικά ήμουν μόνη.
Μόνο ο θεός με βοηθάει να μπορώ να ζω. Και έτσι περνούσαν οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια…

Ερ: Μέχρι δηλαδή που γνώρισες τον άντρα σου;
Μάλιστα. Ώσπου “πέφτω” θα έλεγα καλύτερα, πάνω στον άντρα μου.
Ένας άνθρωπος που έδειχνε να με αγαπάει να με σέβεται και να θέλει το καλό μου
Πέφτω λοιπόν Άλκη μου, μού επιτρέπεις να σε λέω έτσι; Δεν πιστεύω να με παρεξηγήσεις; Πέφτω λοιπόν με τα μούτρα κι εγώ πάνω του κι αγκιστρώνομαι από έναν άνθρωπο, που στην αλήθεια δεν ήξερα.
Ήθελα όμως να κάνω μια οικογένεια που να διαφέρει από την δική μου.
Να ήταν δεμένη, αγαπημένη στα δύσκολα και στα χαστούκια της ζωής. Αλλά και εκεί στραπάτσο.
Τον πρώτο καιρό του γάμου όλα καλά. Μένω έγκυος σχετικά γρήγορα.
Στους 7 μήνες περίπου, ξεκινάνε τα προβλήματα.
Από το πρώτο χαστούκι που μού έδωσε για έναν ασήμαντο λόγο. Πάνω στην κουβέντα του είπα ότι είχα κάποτε μια σχέση με έναν κοινό μας γνωστό, πολύ πριν τον γνωρίσω αυτόν και έγινε θηρίο ανήμερο!
Μετά από αυτό το σκηνικό μού ζήτησε χίλιες φορές συγνώμη, αλλά ήδη είχε αρχίσει η κάτω βόλτα. Περνώντας ο καιρός, έβλεπα βελτίωση, είχα δώσει και τόπο στην οργή, αφού με την γέννηση του μωρού μας, ήταν άλλος άνθρωπος. Δεν κράτησε για πολύ όμως. Είχε και μια μέθοδο διαπαιδαγώγησης, που εμένα δεν μου άρεσε καθόλου.
Μαλώναμε συνέχεια γι` αυτό. Τέλος πάντων.
Είχα καταλάβει ότι είχε κάποιες γνωριμίες που εμένα τουλάχιστον δεν μου αρέσανε. Αλλά δεν μπορούσα και να μιλήσω. Ο λόγος του ήταν εντολή για μένα. Ήξερα ότι όπως βάδιζε δεν θα είχε καλό τέλος.
Και όπως και έγινε. Ένα βράδυ που έβγαινε από ένα μαγαζί, του την είχαν στημένη και μόλις πήγε να μπει μέσα στο αυτοκίνητο τον γαζώσανε με 40 σφαίρες. Έμαθα για την δολοφονία του από την τηλεόραση. Αργότερα, βέβαια, ήρθαν οι αστυνομικοί στο σπίτι για να μού πουν τα μαντάτα.

Ερ: Βρέθηκαν αυτοί που το έκαναν;
Θα κάνεις πλάκα σίγουρα. Σιγά να μην καθίσει η αστυνομία να βρει ποιος είχε σκοτώσει τον άντρα μου.
Με ρώτησαν μερικά πράγματα για την ζωή μας και μετά δεν τους ξαναείδα.
Από κάποιους φίλους του έμαθα ότι η αστυνομία υποψιαζόταν ότι την εντολή για να τον σκοτώσουν την είχε δώσει ένας μαγαζάτορας της νυχτερινής Αθήνας. Αλλά και πάλι δεν ακούστηκε τίποτε.

Ερ: Εσένα σε ενοχλήσανε καθόλου, μετά την δολοφονία του άντρα σου;
Όχι βέβαια. Εγώ ήμουνα ο τελευταίος τροχός της αμάξης που λένε.
Μια μέρα, μάλιστα, χτύπησε η πόρτα του σπιτιού που μέναμε και όταν πήγα να ανοίξω, βρήκα ένα δεματάκι, που είχε μέσα κάποια λεφτά.
Ίσως να σκέφτηκαν να μου στείλουν τα έξοδα της κηδείας του.

Ερ: Πόσο καιρό θα μείνεις στην Μελβούρνη;

Ίσως μερικές ημέρες ακόμη. Ήρθα για τον γάμο μιας ξαδέλφης μου και μετά θα γυρίσω και πάλι πίσω. Μπορεί να έχω μόνο πικρές αναμνήσεις από την Ελλάδα, αλλά όπως και να το κάνουμε, η Ελλάδα είναι Ελλάδα.
Άλλωστε, δεν μπορεί η ατυχία αυτή να συνεχίζεται για πάντα.
Είμαι 33 χρονών και δεν έχω γελάσει ποτέ στην ζωή μου.
Ελπίζω κάποτε να γυρίσει και για μένα ο τροχός και να δω την ζωή και από την καλή της πλευρά.