Είναι επώδυνο ακόμη και για έναν ροκ σταρ του επιπέδου του Ντέιβιντ Μπάουι η καθημερινότητα να σε οδηγεί σχεδόν στα όρια της τρέλας και της απομόνωσης. Το διάστημα 1975-1976 μπορεί να ήταν άκρως δημιουργικό, όμως παραλίγο να απέβαινε μοιραίο για την αυτού υψηλότητά του, όχι τόσο λόγω της κραιπάλης, παρέα με τον Ντένις Χόπερ, τον Κιθ Μουν των Who ή ακόμη την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Πίτερ Σέλερς στο Λος Αντζελες, αλλά κυρίως γιατί η εξάρτησή του από τα ναρκωτικά, και ιδιαιτέρως από την κοκαΐνη, έφτασε σε οριακά σημεία.

Την περίοδο που ηχογράφησε το δέκατο και αριστουργηματικό- τη δεκαετία του 1970 δεν ηχογράφησε ούτε μία κακή νότα- άλμπουμ «Station to Station», κατανάλωνε, σύμφωνα με μαρτυρίες συνεργατών και φίλων του, τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης, πίνοντας μόνο γάλα και τρώγοντας πιπεριές. Ιστορίες που στηρίζονται κυρίως σε μια συνέντευξή του στο «Ρlayboy» εκείνη την περίοδο μιλάνε για ένα σπίτι στο οποίο οι κουρτίνες ήταν μονίμως κλειστές, πεντάλφες κοσμούσαν το πάτωμα, δεκάδες κεριά υποφώτιζαν τους χώρους του και κυρίως δημιουργούσαν σκιές από τα πολλά αρχαιοαιγυπτιακά αντικείμενα που τους κοσμούσαν. Στο περίφημο ντοκυμαντέρ «Cracked Αctor», το οποίο αποτελεί ευαγγέλιο για τους φανατικούς θαυμαστές του και γυρίστηκε στην Αμερική προκειμένου να αποτυπώσει την επιτυχία που είχε εκεί με τα άλμπουμ «Diamond Dogs» και «Υoung Αmericans», μπορεί κάποιος να δει έναν σκελετωμένο σχεδόν Μπάουι να γυρνά στις αμερικανικές λεωφόρους στο πίσω κάθισμα μιας λιμουζίνας θυμίζοντας ον από άλλον πλανήτη.

Αυτό το ταινιάκι είδε ο Νίκολας Ρεγκ και τον έπεισε μέσω της κοινής φίλης τους Αβα Τσέρι – ερωμένη του τότε- να πρωταγωνιστήσει στη νέα ταινία του «Ο άνθρωπος που έπεσε στη Γη». Είχε βρει τον ιδανικό εξωγήινό του για τον ρόλο του Τόμας Τζερόμ Νιούτον και μάλιστα χρησιμοποίησε και την ίδια λιμουζίνα. Τον άφησε ελεύθερο να επιλέξει εκείνος το στάιλινγκ και τελικώς εικόνες από την ταινία χρησιμοποιήθηκαν και ως εξώφυλλα για το άλμπουμ «Station to Station» και τα σινγκλ που προέκυψαν από αυτό.

Η ηχογράφησή του είχε ξεκινήσει πριν από τα γυρίσματα της ταινίας στο Νέο Μεξικό και το τραγούδι «Golder Υears» έμπαινε στα αμερικανικά τσαρτ δέκα εβδομάδες μετά το τέλος τους. Ηταν μία από τις πιο δημιουργικές περιόδους του Μπάουι. Η ταινία πήρε εξαιρετικές κριτικές και θεωρείται σήμερα μία από τις πιο καλτ δουλειές της δεκαετίας του 1970, και φυσικά το άλμπουμ σήμανε μια νέα περίοδο στην καριέρα του Μπάουι, όπου μετά το κλασικό ροκ και την «πλαστική» σόουλ επέστρεφε και πάλι σε πιο ευρωπαϊκούς ήχους, επηρεασμένος από τη γερμανική ηλεκτρονική μουσική και κυρίως από τους Νeu! και τους Κraftwerk. Ο ίδιος ακόμη και σήμερα δεν θυμάται παρά ελάχιστα από τις κοπιώδεις εβδομάδες ηχογράφησης, κυρίως λόγω της χρήσης ναρκωτικών. Αλλά τι σημασία έχει όταν το άλμπουμ παραμένει ακόμη και σήμερα σταθμός για τις εξελίξεις που ακολούθησαν στη μουσική και δεκάδες συγκροτήματα επηρεάστηκαν από αυτό; Η ερμηνεία του στο «Wild is the Wind» του Ντιμίτρι Τιόμκιν, ήλθε μετά τη γνωριμία του με τη Νίνα Σιμόν που το πρωτοτραγούδησε και θεωρείται ως σήμερα μια από τις καλύτερες ερμηνευτικές του στιγμές. Το ομώνυμο τραγούδι τού έδωσε και την ιδέα για τη νέα περσόνα που θα υποδυόταν στην περιοδεία που ακολούθησε, τον θρυλικό πλέον «Τhin White Duke»: το μαύρο παντελόνι και γιλέκο στου οποίου την τσέπη μονίμως φαινόταν ένα πακέτο Gitanes και το άσπρο πουκάμισο αποτελούσαν τον ενδυματολογικό του κώδικα, ενώ το κοκκινόξανθο μαλλί του ήταν χτενισμένο προς τα πίσω με μπριγιαντίνη.

ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΒΙΚΤΟΡΙΑ

Η εντυπωσιακή πρεμιέρα του στο Λονδίνο επισκιάστηκε και από ένα γεγονός που είναι γνωστό και ως «περιστατικό του σταθμού Βικτόρια»: ο φωτογράφος έκοψε την κίνησή του στη μέση με αποτέλεσμα να δείχνει σαν να κουνά το χέρι στο πλήθος που τον περίμενε, από την ανοικτή Μερτσέντες όπου βρισκόταν όρθιος, με ναζιστικό χαιρετισμό. Είχαν προηγηθεί κάποιες παρεξηγημένες σχετικές δηλώσεις του το προηγούμενο διάστημα και το σκάνδαλο είχε ήδη φτιαχτεί για τα βρετανικά ταμπλόιντ. Η περιοδεία σύμφωνα με τον Μπάουι είναι και η καλύτερη της καριέρας του με τον ίδιο και τους μουσικούς να εμφανίζονται απλώς στη σκηνή, αλλά δίνοντας έμφαση στον φωτισμό, στον οποίο ήθελε να προσδώσει την ψυχρή αισθητική του γερμανικού εξπρεσιονισμού και των ταινιών του Φριτς Λανγκ και του Γκέοργκ Βίλχεμ Παμπστ. Μια νέα περίοδος ξεκινούσε στην καριέρα του, δεν επέστρεψε στο Λος Αντζελες, αφού όπως δήλωνε στις συνεντεύξεις του «κάποιος πρέπει να ρίξει μια βόμβα σε αυτό μέρος», και η συνέχεια ήταν εξίσου λαμπρή, με την εγκατάσταση στο Βερολίνο και την περίφημη τριλογία που ηχογράφησε εκεί.

Το «Station to Station» θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο σε δύο πολυτελείς εκδόσεις.Η πρώτη θα περιέχει το αυθεντικό άλμπουμ και ένα διπλό CD από την εμφάνισή του στο Νassau Coliseum το 1976, με ένα 16σέλιδο βιβλιαράκι με σπάνιο υλικό.

Εντυπωσιακή και πιο περιορισμένη είναι η δεύτερη έκδοση, η οποία εκτός από τα παραπάνω θα περιέχει ένα ακόμη CD με ανέκδοτες ηχογραφήσεις,  DVD, βινύλιο, μεγαλύτερο βιβλιαράκι και πολύ φωτογραφικό υλικό.