Αμετακίνητη παραμένει η πρωθυπουργός Τζούλια Γκίλαρντ στην απόφασή της, η αυστραλιανή στρατιωτική δύναμη να παραμείνει στο Αφγανιστάν, μη αποκλείοντας μάλιστα το ενδεχόμενο δεκαετούς δέσμευσης.

Η κ. Γκίλαρντ είπε ότι προς το παρόν η παραμονή της αυστραλιανής δύναμης μέχρι το 2014 είναι απολύτως βέβαιη δεδομένου ότι θα πρέπει να υπάρξει ένα μεταβατικό στάδιο η διάρκεια του οποίου θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της εμπόλεμης κατάστασης.

Είναι φανερό ότι η πρωθυπουργός επιδίωξε να διευκρινίσει τη θέση της κυβέρνησης πριν τη σύνοδο του ΝΑΤΟ που λαμβάνει χώρα αυτό το Σαββατοκύριακο στη Λισσαβόνα με θέμα το Αφγανιστάν.

«Θα πρέπει να είμαστε βέβαιοι πότε είναι ασφαλές να αποχωρήσουμε σταδιακά. Θα ήταν ανώφελο να γίνει κάτι τέτοιο και αργότερα να αναγκαστούμε να επανέλθουμε στην αρχική μας θέση» τόνισε η Τζούλια Γλίλαρντ.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι η Τζούλια Γκίλαρντ υιοθετεί μια θέση σκληρότερη από εκείνη των προκατόχων της, Κέβιν Ραντ και Τζον Χάουαρντ στο θέμα του Αφγανιστάν.
Σε αντίθεση με τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, επέτρεψε το θέμα να συζητηθεί στο Κοινοβούλιο, τόνισε δε ότι η αποχώρηση των αυστραλιανών στρατευμάτων θα πρέπει να γίνει όταν το Αφγανιστάν θα παύσει να είναι ο παράδεισος των τρομοκρατών, γεγονός που πιθανόν να πάρει πάνω από μια δεκαετία.
Λίγο πριν την αναχώρησή της για την Σύνοδο του ΝΑΤΟ  δήλωσε ότι στη σύνοδο της Λισσαβόνας θα ζητήσει από τους αρχηγούς των χωρών να μην εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν.

«Επιβάλλεται να δώσουμε όλο το χρόνο που απαιτείται σ’ αυτήν την παγκόσμια δύναμη, προκειμένου τα αποτελέσματα να είναι ορατά. Επιβάλλεται να είμαστε πραγματιστές».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η διεθνής δύναμη του ΝΑΤΟ θα ξεκινήσει στις αρχές του 2011 μια διαδικασία κατά την οποία θα παραδίδει τη μια περιοχή μετά την άλλη να φυλάσσεται από τους ειδικά εκπαιδευμένους Αφγανούς στρατιώτες.
Η στρατηγική αυτή θα συντελέσει στην αποδέσμευση των ξένων στρατευμάτων από αυτή την ευθύνη και ως συνέπεια οι υπηρεσίες τους θα χρησιμεύσουν στην προστασία άλλων περιοχών.

Ανώτερος αξιωματικός δήλωσε ότι το σχέδιο είναι να αναλάβουν οι ντόπιοι την ευθύνη ασφάλειας του τόπου τους. Πόσο γρήγορα μπορεί όμως να γίνει αυτό, είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα.