Ποιος δεν βλέπει το κακό που γίνεται στη Μελβούρνη σχετικά με τη χρήση της γλώσσας μας, η οποία από φτωχή γίνεται φτωχότερη. Τα λίγα που ακολουθούν έχουν τον συμβολικό σκοπό της συγκράτησης αυτού του ολισθηρού ρεύματος. Όσοι όλα αυτά τα ξέρουν ας μας συγχωρέσουν που παίρνουμε πολύτιμο χώρο από την εφημερίδα που όλοι μας εκτιμούμε. Ως πρώτη διδασκαλική περίπτωση θα ήθελα να πάρω τα σύνθετα με αχώριστα μόρια.
Οι μικρές λέξεις/μόρια που μπαίνουν μπροστά από πολλές λέξεις μας – όπως το λέει το όνομά τους – λέγονται προθέσεις. Από τις προθέσεις, σύνθετες λέξεις δίνουν μόνοι οι κύριες αρχαίες μας προθέσεις. Αυτές είναι: οι έξι μονοσύλλαβες: 1. εις, 2. εν, 3. εκ και εξ, 4. προ, 5. προς και 6. συν. Υπάρχουν επίσης και οι 12 δισύλλαβες: ανά, δια, κατά, μετά, παρά, αντί, αμφί, επί, περί, από, υπό και υπέρ. Σήμερα θα μιλήσουμε για τις έξι μονοσύλλαβες.
ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
1) εις = σημαίνει από έξω προς τα μέσα: εισέρχομαι, εισάγω, είσοδος, εισβολή, εισιτήριο. Οι λέξεις αυτές είναι συνήθως λόγιες – από την αρχαία μας παράδοση. Με την εις δεν γίνονται σύνθετες λέξεις στη Δημοτική.
2) εν = σημαίνει μέσα. Έχουμε πάμπολλες σύνθετες λέξεις με την ευ – συνήθως από τη λόγια γλώσσα μας, την αρχαία, αλλά και νεότερες, ιδιαίτερα ως λέξεις όροι: Ένσημο, ένεση = από το ρήμα ενίημι = ρίχνω μέσα, εγκέφαλος, εγχώριος, έμφαση, εμβολιάζω, έμμετρος λόγος = ποιητικός, μουσικός, με μέτρο, έλλειψη, έλλογος και πάρα πολλές άλλες δημιουργικότατες και περιεκτικότατες λέξεις. Σημείωση: το εν- γίνεται εμ, ελ, εγ, ανάλογα με το σύμφωνο που ακολουθεί. Έρρινα και ένρινα. Επίσης είναι πολύ σπουδαίο να παρατηρήσουμε και το εξής: εν+πνέω = εμπνέω, εν+γράφω = εγγράφω, εν+βάλλω=εμβάλλω. Στον παρατατικό και αόριστο όπου η αύξηση του ρήματος είναι εσωτερική, το εν επανέρχεται για να δώσει χώρο στην αύξηση: ενέπνεα, ενέπνευσα, ενέγραφα, ενέγραψα, ενέβαλα (με ένα λ) και άλλα όπως: ενέτεινα, ενέκρινα. Δεν είναι δόκιμο να πούμε έντεινα ή έγκρινα, που σημαίνει άγνοια όλων των ανωτέρω.
3) εκ = συνήθως σημαίνει έξω, προς τα έξω: έκθεση, εκπατρισμός, εκτόξευση, εκπέμπω, έκφραση, εκπνοή με αντίθετο εισπνοή. Η πρόθεση εκ γίνεται εξ όταν το δεύτερο συνθετικό αρχίζει από φωνήεν: εξαγωγή, έξοδος, εξορίζω, εξάσκηση, έξαρση, έξαρχος, εξασφαλίζω, κ.ά.
Σπουδαία παρατήρηση: Το εκ έγινε εξ και σήμερα αυτό έγινε εξε- που έχει εμφατική χρήση, αλλά η σημασία του εκ και εξ παραμένει η ίδια: εκ+κινώ = ξεκινώ, εκ+ριζώνω = ξεριζώνω. Έτσι έχουμε σύνθετες λέξεις όπως: ξεγράφω, ξεβάφω, ξεβράκωτος, ξεγεννώ, ξεγελώ, ξεθαρρεύω, ξεθολώνω, ξεκαρφώνω και πάμπολλες άλλες, μια και στην σημερινή μας γλώσσα το ξε είναι ένα πολύ εύχρηστο παραγωγικό μας πρόθημα (ως πρόθεση) και οι μαθητές το αγαπούνε πολύ. Μαθήτριά μου – θυμάμαι – μετά «το μάθημα το ξε» μού έφερε έναν πίνακα με πάνω από 200 λέξεις. Η ίδια εξομολογήθηκε ότι η γιαγιά της την βοήθησε …λίγο. Μπράβο Γιαγιά Χ! Εδώ ας πούμε και δύο λόγια για την εκκλησία. Γιατί τα δύο κ. Μόνοι σας μπορείτε να το… μαντέψετε. Η λέξη έγινε από το ρήμα καλώ = απευθύνω πρόσκληση, κάλεσμα.
Βάζοντας το εκ μπροστά, ο τόπος έξω που σε καλώ, τον ονόμασαν οι αρχαίοι μας εκκλησία (με δύο κ). Η εκκλησία αυτή ήταν όλων των κατοίκων μιας πόλης – λ.χ. της Αθήνας – και ονομάστηκε η Εκκλησία του Δήμου, όπου όλοι οι κάτοικοι συζητούσαν: Τις αγορεύειν βούλεται; = Ποιος θέλει να μιλήσει; Έτσι έπαιρναν όλοι σειρά. Η σημερινή εκκλησία πήρε το όνομα – ωραιότατο και εύηχο – αλλά άλλαξε τη σημασία από έξω – από την ύπαιθρο – στο κλειστό και μέσα, όπου δυστυχώς κανένας δεν μπορεί να μιλήσει πια.
4) προ = συνήθως σημαίνει μπροστά: προβάλλω, Πρόδρομος, προϊστορία, προϋπηρεσία, πρόχειρος και πάρα πολλές άλλες. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η πρόθεση προ δεν παθαίνει έκθλιψη. Π.χ. προ+ιστορία = προϊστορία. Προ = τελειώνει σε φωνήεν και η ακόλουθη ιστορία αρχίζει από φωνήεν, αλλά εδώ δεν χάνεται το τελικό φωνήεν της προηγούμενης λέξης προ. Έτσι έγινε η προ+ηγούμενη λέξη.
5) προς = συνήθως σημαίνει προς το μέρος, κοντά, ενώπιον και κατεύθυνση: προσήλιο = απέναντι στον ήλιο. Προσκέφαλο = κοντά στο κεφάλι. Προσανατολισμός, προσγείωση = κατεύθυνση. Και άλλα: πρόσθεση, πρόστιμο, προσωνυμία, προσυπογράφω, προσωδία, κ.ά. Υπάρχουν όμως και άλλες σημασίες: πρόστυχος, προσφιλής, πρόσχαρος.
6) Συν = συνήθως σημαίνει μαζί ή όμοια. Είναι μία χρησιμότατη και πάρα πολύ γόνιμη πρόθεση που χρησιμοποιείται όντως απεριόριστα από τα αρχαία χρόνια ως σήμερα και στη σύνθεση δημιουργεί διαρκώς νέες και περιεκτικότατες λέξεις και όρους: Συνέλευση, συνέδριο, συνεργάζομαι, συμβάλλω, σύμπτωση, σύλλογος, συγχορδία, σύσκεψη, συσσίτιο, συμμαθητής, συλλυπούμαι, συμπέθερος, σύγγαμπρος (μπατζανάκης), συστρατιώτης, κ.ά. Στην ποίηση γίνεται αριθμητικό: Αυτόν συν δύο δεν κάθονται, συν τρεις δεν κουβεντιάζουν. Αλλά και συναλλαγές, συναγωνισμός, συναπάντημα, συβράζω, κ.ά.
Παρατήρηση: Το ν στο συν ανάλογα με τι σύμφωνο ακολουθεί γίνεται: συγγενής, σύμβολο, συρροή, σύσσωμος, ή αποβάλλεται συζητώ.
Προσοχή: Στα σύνθετα ρήματα το συν επανέρχεται ως συν για την εσωτερική αύξηση: συγκρίνω – συνέκρινα, συγγράφω – συνέγραψα, συμβάλλω – συνέβαλα. Είναι αδόκιμο να πούμε σύμβαλα!
Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ
Οι έξι παραπάνω προθέσεις μπήκαν πανηγυρικά στην αγγλική γλώσσα. Θα δώσω μερικά μόνο ενδεικτικά παραδείγματα. Το πηγάδι είναι πολύ βαθύ.
1) Η πρόθεση εις δεν «φτούρισε» ως πρώτο συνθετικό. Εσωτερικά όμως υπάρχει: επί+εις+οδός = επεισόδιο και αγγλικά episode.
2) εν = energy, encaustic (και ink), encircle, encyclopaedia, endemic, emporium, empiric, emphasis, emblem και πολλά-πολλά άλλα.
3) εκ/εξ = ecstasy, eclipse, eclogue, eclectic, elit, exegesis, exodus, exorcise, exoteric, exotic, exogen και πολλά άλλα με το εκ σε ex.
4) προ = prolepsis, prophet/prophesy (προ+φημί), prothalamion και άλλα.
5) προς = prosody, proselyte/προσήλυτος από το προσέρχομαι και άλλα.
6) συν = synagogue, syllable, syllogism, symbol, symmetry, symposium, symptom. To συν στα λατινικά έγινε con!
KAI το γλωσσοεπιμύθιό μας: Όλες οι ελληνικές προθέσεις, προσθέτουν γενεσιουργές δυνάμεις στα ελληνικά και σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες.