Δύο μήνες μετά την εκλογή της Φιλελεύθερης κυβέρνησης Τεντ Μπάιλιου, η ηγεσία του πολιτειακού Λίμπεραλ Πάρτι κατηγορείται για «αλαζονική» συμπεριφορά, εξ αιτίας της απόφασής της να μην χρίσει υποψήφιο του κόμματος για τις επαναληπτικές εκλογές στην έδρα Broadmeadows.
Η παραίτηση του πρώην πρωθυπουργού Τζον Μπράμπι, μετά τον καταποντισμό του Εργατικού Κόμματος στις πολιτειακές εκλογές του παρελθόντος Νοεμβρίου, υποχρεώνει τους ψηφοφόρους της έδρας να κατεβούν στην κάλπη για δεύτερη φορά σε διάστημα δύο μηνών για να εκλέξουν το νέο αντιπρόσωπό τους στην πολιτειακή βουλή.
Οι επιτελικοί του Λίμπεραλ Πάρτι δηλώνουν «αδιάφοροι» για την έδρα του πρώην πρωθυπουργού, αν και στις τελευταίες εκλογές η ψήφος του κόμματός τους ανέβηκε δέκα ποσοστιαίες μονάδες, σε σύγκριση με τις πολιτειακές εκλογές του 2006.
Πρόκειται, όμως, για αλαζονική συμπεριφορά, αδιαφορία ή για σωστή εκτίμηση των δυνατοτήτων των Λίμπεραλς να κερδίσουν την ασφαλή Εργατική έδρα; Στις εκλογές του 2010, που το Εργατικό Κόμμα και, ιδιαίτερα, ο Τζον Μπράμπι ολίσθαιναν ταχύρυθμα προς την αντιπολίτευση, ο υποψήφιος του Λίμπεραλ Πάρτι Samli Ozturk, έλαβε το 25,25% των ψήφων στην πρώτη κατανομή, ποσοστό που ανέβηκε σε 29,02% στη δεύτερη κατανομή, περίπου το ένα τρίτο των ψήφων.
Στοιχεία της Εκλογικής Υπηρεσίας Βικτωρίας για τις εκλογές 1999, 2002, 2006 και 2010 καταγράφουν αυξητική τάση της ψήφου του Λίμπεραλ Πάρτι, όχι, όμως, αρκετής για να απειλήσουν το Εργατικό Κόμμα, όπως συνέβη, για παράδειγμα, στο Oakleigh, όπου ο ελληνικής καταγωγής υποψήφιος των Λίμπεραλς Θεόδωρος Ζωγράφος, έχασε από την έμπειρη βουλευτή της έδρας Ann Barker με 272 ψήφους, μόνο.
Προφανώς, οι κομματικοί εγκέφαλοι του Λίμπεραλ Πάρτι, μεταξύ των οποίων και «ο δικός μας» Πέτρος Γεωργίου, θεωρούν απώλεια χρήματος και προσπάθειας τη διεκδίκηση μίας έδρας, όπου ο υποψήφιός τους «δεν θα μετρήσει» έναντι ενός δημοφιλούς υποψηφίου των Εργατικών σαν τον Frank McGuire.
Το εκλογικό σώμα εκτονώθηκε στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, καταψηφίζοντας το Εργατικό Κόμμα για την αλλοπρόσαλλη πολιτική του. Δεν μπορεί, κατά συνέπεια, το Λίμπεραλ Πάρτι να ελπίζει σε ανατρεπτική ψήφο διαμαρτυρίας, δύο μήνες μετά τις εκλογές που το επανέφεραν στην εξουσία.
Απεναντίας, οι επαναληπτικές εκλογές (by-elections) παράγουν αρνητικά αποτελέσματα για τα κυβερνώντα κόμματα ή κυβερνώντες συνασπισμούς. Βέβαια, η κυβέρνηση Μπάιλιου είναι πολύ νέα για να υποστεί φθορά, οι έξυπνοι επιτελικοί του Λίμπεραλ Πάρτι, όμως, δεν διακινδυνεύουν ούτε την ανάκτηση της χαμένης ψήφου των Εργατικών σε βάρος του κόμματός τους.
Η αποχή των Λίμπεραλς από την εκλογική αναμέτρηση της 19ης Φεβρουαρίου είναι «ωφέλιμη» για το κόμμα τους. Δεν ωφελεί, όμως, το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Υπονομεύει τη δημοκρατία η επιλεκτική διεκδίκηση εδρών σε πολιτειακό ή εθνικό επίπεδο, διότι στερεί από οπαδούς κομμάτων το δικαίωμα να ψηφίσουν το κόμμα τους, αλλοιώνει τα αποτελέσματα εκλογών σε τοπικό η εθνικό επίπεδο, δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις και παρασύρει σε εκτιμήσεις και συμπεριφορές από κόμματα και κομματάρχες, που δεν αντανακλούν την πραγματικότητα.
Για να ακριβολογώ, η αποχή των Λίμπεραλς δυνητικά θα ενισχύσει τους υποψήφιους/ες των «Πρασίνων» και των άλλων πολιτικών κομμάτων και κινημάτων που θα χρίσουν υποψηφίους για να καρπωθούν την τυχόν ψήφο διαμαρτυρίας ψηφοφόρων του Εργατικού Κόμματος ή της νεοεκλεγμένης κυβέρνησης Μπάιλιου ή την λευκή ψήφο των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του Λίμπεραλ Πάρτι.
Η καλή λειτουργία της δημοκρατίας απαιτεί την εθελούσια υποβολή όλων των πολιτικών κομμάτων στην κρίση των ψηφοφόρων, ακόμη και όταν η εκλογή τους κρίνεται αδύνατη. Μόνον έτσι δηλώνουν έμπρακτα το σεβασμό τους στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας και εξασφαλίζουν το σεβασμό του εκλογικού σώματος.