Δεν ξέρω αν εσείς τα καταφέρνετε, αλλά εγώ δεν μπορώ να δραπετέψω από την μητρική μου λαλιά. Αποτέλεσμα: αναπαράγω τα όποια «λάθη» της –και μ’ αρέσει. Όταν λ.χ. λέω: «με μοιάζουν οι θεοί» (αντί «μου μοιάζουν οι θεοί»), είναι η μάνα μου που μιλάει στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Κι όταν αυτή μιλά, τη νιώθω ζωντανή!

Της μάνας μου η λαλιά – που ασύνειδα πάω να τη σώσω – είναι η θεσσαλική, που πάει πίσω στην αρχαία αιολική διάλεκτο. Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι η τροπή του «ω» σε «ου», και του «η» σε «α». Ο αρχαίος Θεσσαλός έλεγε: «τουν άλλουν Ελλάνουν» (όχι «των άλλων Ελλήνων»). Παραθέτω μια θεσσαλική επιγραφή του 3ου αι. π.Χ. για να γνωρίσετε την αρχαία λαλιά της Θεσσαλίας.

Η ΕΠΙΓΡΑΦΗ

«Θιός. Τύχαν Αγαθάν. Συνθείκα Βασαίδουν τεις είντεσσι τουν πετταρούν γενίουν και τας ταγάς κοινανείντουν τεν πάντα χρόνεν και αυτείς και ται γενιάι ται ες τύτουν γινύμεναι. Μα μα έστου ποδέξαστα πότ ταν ισοτιμίαν μεδέμινα μα δε ταγάν δοιν έξου τας συγγενείας. Αι μα κα τις εν τύτεις μα εμμέναι, απόλαος έστου ατ τας συγγενείας και τάλαντεν αργύρου οφλέτου τεις συγγενέσσι». 

Δηλαδή:
 «Θεός. Τύχη Αγαθή. Συνθήκη των Βασαίδων που ανήκουν στα τέσσερα γένη και συμμετέχουν στην ταγά [ανώτατο πολιτικό αξίωμα] για πάντα. Έγινε για τους ίδιους και για τους απογόνους τους. Δεν θα ανεχθούν κανένα να έχει ίδια δικαιώματα με αυτούς και δεν θα δώσουν την ταγά σε μη συγγενή. Όποιος δεν τηρήσει αυτή τη συνθήκη, να αποκηρυχθεί από το γένος του και να πληρώσει ένα ασημένιο τάλαντο στους συγγενείς του.»
Ναι, μ’ αρέσει η θεσσαλική λαλιά που ζύμωσε το παιδικό μυαλό μου!   

Ο ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ

Τις προάλλες διάβαζα πάλι το βιβλίο του αείμνηστου Ευάγγελου Παπανούτσου, Το δίκιο της πυγμής (εκδ. Δωδώνη, 1981). Στον Πρόλογο, ο συγγραφέας γράφει: «…ακόμα κ’ ένα περιστατικό της καθημερινής ζωής». Παρατηρούμε ότι ο Παπανούτσος εκθλίβει (για λόγους χασμωδίας) ολόκληρο το «αι» από τον συμπλεκτικό σύνδεσμο «και»: «κ’ ένα» (αντί «και ένα»). Το σκέτο «κ» με απόστροφο («κ’») κάποτε το συνήθιζα κι εγώ. Το έχω όμως εγκαταλείψει και γράφω το «κι» χωρίς απόστροφο (πάλι η λαλιά της μάνας μου!). Οι αρχαίοι προτιμούσαν την κράση: «καγώ».

Όμως, στη σελ. 126, ο Παπανούτσος γράφει: «και εμείς οι κοινοί θνητοί». Θα περίμενε κανείς να γράψει «κ’ εμείς», για να υπάρχει κάποια συνέπεια (consistency) με το «κ’ ένα». Μήπως και στ’ αυλάκια του μυαλού του Παπανούτσου ελλόχευε κάποια μητρική λαλιά; Δεν ξέρω.

Η ΓΛΩΣΣΑ ΑΛΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογέννητος (913-959) ήταν λόγιος και συγγραφέας. Δεν έχω διαβάσει πιο κορακίστικα ελληνικά από τα δικά του. Για να πάρετε μια γεύση, μεταφέρω εδώ ένα κεφάλαιο από το βιβλίο του Περί βασιλείου τάξεως. Απολαύστε «ελληνικά»!

 «Ο κόμης των αδμηνσιόνων επί σιλεντίου γίνεται, και καθημένου του βασιλέως εν κονσιστωρίω. Πολλάκις δε και εις ιππικόν ανιών, ποιεί αυτόν εν τω μεγάλω τρικλίνω, εν ώ τόπω δέχεται τους άρχοντας. Γίνεται δε ούτως:
»Μετά το κιτεύσαι τον μάγιστρον και εισελθείν τον μάγιστρον και πάντας τους άρχοντας επιτρέπει τω κόμητι των αδμηνσιόνων τω μέλλοντι παύεσθαι ενεγκείν τον πρώτον δικουρίωνα, λέγων αυτώ, ως επί των άλλων αρχόντων, το όνομα αυτού. Ο δε απελθών φέρει αυτόν, και επιδίδωσιν αυτώ ο βασιλεύς τα κωδικέλλια του κόμητος των αδμηνσιόνων [επιτρέπει ενεγκείν], και λαβών φιλεί τους πόδας αυτού, και ίσταται έμπροσθεν αυτού.
»Αυτώ ουν τω δεξαμένω τα κωδικέλλια του κόμητος των αδμηνσιόνων επιτρέπει ενεγκείν τον παυόμενον, τουτέστιν τον από κομήτων αδμηνσιόνων, και λαβών αυτόν ο γενόμενος κόμης προσάγει αυτώ, και επιδίδωσιν αυτώ ο βασιλεύς κωδικέλλιν ιλλουστρίου, και δεξάμενος αυτός φιλεί τους πόδας αυτού κάτω. Και λαβών αυτόν ο κόμης των αδμηνσιόνων απάγει και ίστησιν αυτόν εν τω τόπω αυτού μετά τους αγέντες προ πάντων των οναρίων ιλλουστρίων. Τούτο γαρ το προνόμιον δίδωσιν αυτοίς, ως είρηται, η διάταξις.

»Τους δε κόμητας σχολών ή κουροπαλάτας εάν βουληθή εν κονσιστωρίω προαγαγείν, ως επί των άλλων προαγωγών και τούτους ποιεί. Ως επί πολύ δε κατέσχεν έθος ιδία εν τω κουβουκλείω γίνεσθαι αυτούς και προ αρίστου και δείλης ως αν δόξη τω βασιλεί» (κεφ. πδ, «Εκ των του Μαγίστρου Πέτρου. Όσα δει παραφυλάττειν επί προαγωγή κόμητος αδμινσιόνων και κόμητος σχολής και κωροπαλάτου»).

ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ;

Είναι αδύνατο να καταλάβω τι λέει εδώ ο Ρωμιός αυτοκράτορας, αν δεν τρέξω στη λατινική γλώσσα. Στην πρώτη του κιόλας φράση, οι μισές λέξεις είναι λατινικές! Ποιος αρχαίος Έλληνας θα μπορούσε να βγάλει νόημα από τη φράση: «ο κόμης των αδμηνσιόνων επί σιλεντίου γίνεται»; Διάβολε, κανένας! Και για ποιο λόγο η κύρια αίθουσα ακροάσεων κατάντησε «κονσιστώριο», και ο φροντιστής του παλατιού «κουροπαλάτης»;  Έλα ντε!

Αναμφίβολα, εδώ έχουμε να κάνουμε με ελληνικά της δεκάρας. Άντε τώρα να τρέξουμε να βρούμε τι σημαίνουν οι λέξεις «αδμηνσιόνης», «δικουρίων», «ιλλούστριος», «κόμης», «κονσιστώριο», «κουβούκλιο», «κουροπαλάτης», «κωδικέλλιο», «μάγιστρος» και «ονάριος»! Αλλά μην ξεχνάμε πως ο συγγραφέας είναι αυτοκράτορας των Ρωμαίων, όχι των Ελλήνων. Και είναι οι Ρωμαίοι που κουβάλησαν μαζί τους στο Βυζάντιο τα λατινικά και τα «έχωσαν» στην ελληνική γλώσσα και την έκαναν σχεδόν αγνώριστη! Τι πάει να πει «σπίτι»; Τι πάει να πει «πόρτα»; Κερατάδες, πήρατε μια μέλισσα και την κάνατε σφήκα!