Μόλις πέρυσι, η ομογενής Σοφία Κώτση (Sophie Cotsis) εξελέγη γερουσιαστής του Εργατικού Κόμματος στη Νέα Νότια Ουαλία και ήδη ανέλαβε σκιώδες υπουργείο.
Μετά τη βαριά ήττα του Εργατικού Κόμματος στις πρόσφατες πολιτειακές εκλογές και τον αποδεκατισμό της κοινοβουλευτικής του ομάδας, η ανάθεση αυξημένων καθηκόντων στην κ. Κότση ήταν αναμενόμενη.
Ο νέος αρχηγός του Εργατικού Κόμματος Τζον Ρόμπερτσον, τής ανέθεσε τα σκιώδη υπουργεία Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Ιθαγένειας και Υποθέσεων Γυναικών.
Η Σοφία Κώτση (Sophie Cotsis), γεννήθηκε στο Canterbury του Σίδνεϊ από Μυτιληνιούς γονείς που γνωρίστηκαν στην Αυστραλία.
Η ίδια πέρασε από πολλά ακαδημαϊκά και επαγγελματικά στάδια με χαρακτηριστικό το ενδιαφέρον της για τα κοινά.
Ο πατέρας της Ευάγγελος, κατάγεται από τη Φίλια και μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1964. Η μητέρα της Μαρία, κατάγεται από το Σκουτάρο και ήρθε στην Αυστραλία τέσσερα χρόνια μετά.
Η φράση «όπου υπάρχει θέληση υπάρχει πάντα λύση», που συνήθιζε να λέει με τους φίλους της στο σχολείο και όπως η ίδια υποστηρίζει τη χαρακτηρίζει, φαίνεται ότι αποτέλεσε κινητήρια δύναμη στην πορεία της ζωής της Σοφίας Κώτση.
Η Σοφία Κώτση είχε αναπτύξει συλλογική δράση από το σχολείο, συμμετέχοντας στο Συμβούλιο και την Αθλητική Επιτροπή. Τής άρεσαν, άλλωστε, οι κοινωνικές δραστηριότητες και το να εργάζεται για την κοινότητα ως μέλος ομάδας.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια των σπουδών της στην Ιστορία και Πολιτική στο Πανεπιστήμιο Maquarie, η Σοφία Κώτση γίνεται μέλος της Ελληνικής Ένωσης του Πανεπιστημίου και γνωρίζει πολλούς Έλληνες της γενιάς της από διαφορετικές περιοχές του Σίδνεϊ.
«Άνοιξε ένας καινούργιος κόσμος μπροστά μου» λέει για την εμπειρία της αυτή.
Παράλληλα με τις σπουδές της και ενώ έχει ήδη δουλέψει ως πωλήτρια στο γυμνάσιο, πιάνει δουλειά σε εταιρεία catering στο αεροδρόμιο, σε διάφορες βάρδιες και πόστα. «Έκανα σχεδόν τα πάντα. Έπρεπε να δουλέψω, σαν τους γονείς μου που πάντοτε εργάζονταν» λέει.
Κι εκεί, όμως, δεν έμεινε απλή υπάλληλος, αλλά συμμετείχε στην Ένωση των Εργαζομένων, που είχε σκοπό τη διασφάλιση των τελευταίων από τις συνθήκες εργασίας.