Ο Ησίοδος είναι ο αρχαίος μας ποιητής ο οποίος γεννήθηκε στην Κύμη της Αιολίδας και κατοίκησε στην Άσκρα της Βοιωτίας, κατά τον 8ο αιώνα (περίπου 750-700 π.Χ.). Όπως και για τον Όμηρο, υπάρχουν διαφορετικές πληροφορίες για το πρόσωπο και την καταγωγή του.
Το έργο του, όμως, είναι όντως αξιόλογο. Τα σπουδαία έργα που έγραψε ήταν το «Έργα και Ημέραι» όπου δίνει συμβουλές για τη γεωργία, το εμπόριο και τη ναυτιλία. Το δεύτερο έργο του είναι η «Θεογονία» στο οποίο εκθέτει τη γενεαλογία των Ελλήνων Θεών.
ΕΚΤΕΝΕΣΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Τα έργα που έγραψε, όντως διδάσκουν τους ανθρώπους της εποχής του και για το λόγο τούτο δικαίως ονομάστηκαν διδακτικά. Το έργο του «Έργα και Ημέραι» είναι ένα παραινετικό και διδακτικό έπος με προτροπές και συμβουλές για εργασία και δικαιοσύνη. Το απευθύνει προς τον αδελφό του, αλλά φαίνεται καθαρά ότι είναι ουσιαστικά για όλους μας.
Στο δεύτερο έργο του «Θεογονία» παρουσιάζονται οι Ελικωνιάδες Μούσες που υπόσχονται στον Ησίοδο να του εξιστορήσουν την καθαρή «Αλήθεια». Είναι ακριβώς σαν τη θεά που παρουσιάστηκε στο φιλόσοφο Παρμενίδη. Στην περίπτωση με τον Ησίοδο πρόκειται για μία αποφασιστική στιγμή της γένεσης της παγκόσμιας φιλοσοφίας. Το νέο αυτό φως το φέρνουν οι Ολυμπιάδες Μούσες που είναι τέκνα του Δία και της Μνημοσύνης. Φέρνουν την α-λήθεια, δηλ. αυτό που δεν πρέπει να ξεχαστεί. Ο ποιητής ζητάει να μάθει «Τι ήν, εστί και έσται εξαρχής» (τι ήταν, είναι και θα είναι από την αρχή). Ο ποιητής ζητάει να μάθει τι υπήρχε από την αρχή και από αυτό δημιουργήθηκαν τα πάντα. Δηλ. ποιο είναι το απόλυτα πρωταρχικό, το αναλλοίωτο και αυτό που ήταν αμορφοποίητο ον που μέσα του έφερνε τη δυνατότητα να γίνουν τα πάντα. Η έννοια του μηδενός και η έννοια ενός δημιουργού Θεού απορρίπτονται ευθύς εξαρχής.
Το ποίημα χαρακτηρίζεται ως ύμνος στο Δία και αυτός ο Ζεύς δεν είναι παρά το όργανο της παγκόσμιας τάξης και φέρεται, επίσης, ως όργανο και εγγυητής της Ειρήνης, της Ευνομίας (τα ων καλών νόμων) και της Αιδούς. Η Αιδώς ήταν η προσωποποίηση του αισθήματος της ντροπής. Οι αρχαίοι μας την λάτρευαν ως θεότητα και ως σύνεδρο του Διός. Αυτή ήταν η τροφός της Αθηνάς, αλλά και μητέρα της Σωφροσύνης, προσωποποίηση του μέτρου, της λογικής, της σύνεσης και της φρονιμάδας.
ΧΑΟΣ ΚΑΙ ΕΡΩΣ
Η αρχή που αναζητείται από τον ποιητή Ησίοδο λέγεται χάρος, ένας χώρος και ύλη σε κατάσταση απόλυτης αμορφίας. Είναι η αρχική κατάσταση του σύμπαντος, υπάρχει έλλειψη τάξης και είναι το άπειρο και το αδιαμόρφωτο κενό. Μέσα στο χάος κατά τον Ησίοδο εν υπάρχουν όλες οι ποιότητες και προπάντων ο κοσμογονικός έρως, η δημιουργική δύναμη του παντός, που παράγει ζεύγη αντιθετικών δυνάμεων και μορφώνει κόσμους. Οι δύο αυτές έννοιες –Χάος και Έρως– είναι ησιόδειες έννοιες. Για το λόγο τούτο όποιος άμεσα ή έμμεσα ομιλεί για αυτές είναι όντως επηρεασμένος από τον ποιητή κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο, συνειδητά ή ασυνείδητα.
Στον Ησίοδο αποδίδονται και τα έργα «Γυναικών Κατάλογος» ή απλά «Κατάλογος» που είναι ένας εκτενής γενεαλογικός πίνακας από μητρικές ρίζες και απηχεί μνήμες της παμπάλαιας μητριαρχικής περιόδου. Επίσης, αποδίδεται στον Ησίοδο και η «Ασπίς Ηρακλέους» μία απομίμηση της «Ασπίδας Αχιλλέως».
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΥΘΟΣ
Ο μύθος της Πανδώρας αναφέρεται στην παλιά καλή εποχή όταν οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς κόπους και βάσανα, χωρίς δυστυχίες. Η εποχή αυτή όμως χάθηκε οριστικά εξαιτίας της πικρής και δόλιας τέχνης του Προμηθέα. Το όνομά του σημαίνει αυτός που σκέφτεται πριν ενεργήσει, είναι προνοητικός. Αυτός προκάλεσε την οργή του Δία εξαπατώντας τον με το γνωστό τέχνασμα να κλέψει τη φωτιά και να την δώσει στους ανθρώπους. Ο τιτάνας Προμηθέας δέθηκε με διαταγή του Δία πάνω στον Καύκασο και ένας γύπας έτρωγε το συκώτι του. Ελευθερώθηκε από τον Ηρακλή. Ο μύθος έγινε εξαιρετικά γόνιμος.
Ο Ζευς όμως –η παγκόσμια τάξη– για τιμωρία έστειλε τον Επιμηθέα –το όνομά του σημαίνει άνθρωπο που σκέφτεται μετά τα γεγονότα, απερίσκεπτος –και σε όλους τους ανθρώπους, την Πανδώρα με το πιθάρι της γεμάτο με όλα τα κακά και αυτός ανοίγοντάς το, όλες οι κακίες κυκλοφορούν ελεύθερα μεταξύ των ανθρώπων εκτός από την ελπίδα που έμεινε στον πυθμένα του πιθαρίου. Τους μύθους αυτούς εκμεταλλεύτηκαν οι κλασικοί τραγικοί μας.
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΜΥΘΟΣ
Ο μύθος τούτος ανέβασε τον ποιητή Ησίοδο στο στερέωμα των αθανάτων και επηρέασε την ανθρώπινη σκέψη μέχρι σήμερα. Αναφέρεται στη διαδοχή των γενών και τη προοδευτική τους παρακμή η οποία είναι ανάλογη με την αξία των μετάλλων και φέρνουν τα ονόματα χρυσό γένος, αργυρό, χάλκινο και το σιδηρούν γένος. Οι άνθρωποι του χρυσού γένους –μάλλον πριν από την τιμωρία– ζούσαν αιώνια και χωρίς βάσανα.
Το αργυρό γένος έζησε την άδολη παιδικότητα. Το χάλκινο γένος –χωρίς παιδική ηλικία– οι άνθρωποι έρχονταν ώριμοι και μάλιστα ετοιμοπόλεμοι όπως οι γίγαντες και καταστρέφονταν για ασήμαντες αφορμές. Τέλος το σιδηρούν γένος ζούσε σε ένα κόσμο σαν το δικό μας όπου λειτουργούν οι φυσικοί και οι ηθικοί νόμοι, η φιλοξενία, σεβασμός κ.λπ. Εδώ τα κακά είναι ανάμικτα με τα καλά. Η ευδαιμονία και κακοδαιμονία εξαρτιούνται από τους ίδιους. Αυτοί που κυβερνούν εάν είναι αγαθοί τότε τιμούν την Ειρήνη, την Ευνομία και την Αιδώ και αποτρέπουν την Ύβρη.
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Οι μελετητές του Ησιόδου ερμηνεύουν το μύθο διαχρονικά και προβλέπουν την ύπαρξη ενός πέμπτου γένους, αυτό των ηρώων, που δρα σε όλες τις εποχές που σημαίνει πως η πτωτική πορεία δεν είναι προοδευτική (δεν εξελίσσεται σταδιακά) και ο χρόνος δεν είναι ευθύγραμμος (=δεν ανήκει στην ίδια ευθεία), αλλά κυκλικός. Δηλαδή, ακμή και παρακμή συναλλάσσονται όπως η πορεία του Σίσυφου (=ο βράχος πάει στην κορυφή και μετά κατρακυλάει πίσω). Οι ήρωες που αποτελούν το δικαιότερο και ανδρειότερο γένος δεν πέφτουν και αποκαθιστούν τον κόσμο της παγκόσμιας τάξης. Ο μύθος λειτουργεί συγχρονικά και όλα τα γένη συνυπάρχουν όλες τις εποχές. Αυτές μπορεί να είναι ευδαιμονικές (ευτυχισμένες) ή κακοδαίμονες (δυστυχισμένες) ανάλογα με την ύπαρξη ή μη ηρώων και αγαθών ανθρώπων.