«Τοξική» χαρακτηρίζουν κύκλοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης τη σχέση του αρχηγού του Συνασπισμού Τόνι Άμποτ, με τον προκάτοχό του Μάλκολμ Τέρνμπουλ και το σκιώδη θησαυροφύλακα Τζο Χόκι.
Αιτία της ανοιχτής, πλέον, ρήξης των τριών ηγετικών στελεχών είναι η επίπληξη του κ. Τέρνμπουλ και άλλων μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας του κ. Άμποτ από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης Γουόρεν Έντς, για την απουσία τους από πρόσφατη συνεδρίαση της βουλής.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος μήνυσε στους απόντες συναδέλφους του, ότι «είναι εντελώς απαράδεκτη η απουσία τους από συνεδριάσεις της βουλής και δείχνει μεγάλη ασέβεια προς τους συναδέλφους τους και την αξιωματική αντιπολίτευση συνολικά. «Τα μέλη του κοινοβουλίου εκλέγονται για να αντιπροσωπεύουν τους ψηφοφόρους τους και να παρίστανται σε ψηφοφορίες του σώματος» υπογραμμίζει η επιστολή-επίπληξη.
Το περιεχόμενο της επιστολής εξόργισε τον κ. Τέρνμπουλ, ο οποίος καταμέρισε ευθύνες στον Τόνι Άμποτ, ισχυριζόμενος ότι η επιστολή εκπορεύτηκε από το γραφείο του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Οι σχέσεις της τριανδρίας οξύνθηκαν περισσότερο προχθές, από την αποκάλυψη του Τζο Χόκι, ότι προσπάθησε, μάταια, να πείσει τον κ. Έντς να μην στείλει την προσβλητική επιστολή στους συναδέλφους του.
Η εφημερίδα Sunday Age αποκάλυψε χθες, ότι η επιστολή εγκρίθηκε από τον κ. Άμποτ, παρά τις διαβεβαιώσεις εκπροσώπου του, ότι δεν γνώριζε τίποτα για την επιστολή και το περιεχόμενό της.
Η εφημερίδα αποκαλύπτει ότι ο κ. Χόκι ζήτησε από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης να μην στείλει την επιστολή στους απουσιάσαντες συναδέλφους τους, διότι θα προκαλέσει αδικαιολόγητες τριβές και θα εντείνει περισσότερο τις σχέσεις του κ. Άμποτ με τον προκάτοχό του Μάλκολμ Τέρνμπουλ.
Η Sunday Age αποκαλύπτει επίσης, ότι και άλλο στέλεχος της αντιπολίτευσης, ο κ. Κρίστοφερ Πάιν, διαφώνησε με την αποστολή της επιστολής, αλλά δεν εισακούσθηκε.
Εν τω μεταξύ, ο κ. Έντς ομολόγησε εκ των υστέρων, ότι ο αρχηγός και άλλα στελέχη διάβασαν την επιστολή πριν σταλεί λεπτομέρεια που όργισε περισσότερο τον κ. Τέρνμπουλ.
Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν, ότι η φαγωμάρα που δονεί την αντιπολίτευση την τελευταία εβδομάδα καθιστά επισφαλή τη θέση του κ. Άμποτ, καθώς τίθεται εκ νέου θέμα αρχηγίας της αντιπολίτευσης.
Μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας του Συνασπισμού δηλώνουν, ότι ο κ. Άμποτ έχει θορυβηθεί έντονα τον τελευταίο καιρό, από την αποκατάσταση των σχέσεων του κ. Τέρνμπουλ με τον Τζο Χόκι.
Οι σχέσεις των δύο ανδρών είχαν ενταθεί πριν την πραξικοπηματική ανατροπή του Τέρνμπουλ με μία ψήφο, αλλά σύμφωνα με κομματικές πηγές οι σχέσεις τους έχουν αποκατασταθεί αλλά έχουν ενταθεί οι σχέσεις του κ. Άμποτ με τον Τζο Χόκι.
Επανειλημμένα ο κ. Χόκι σχολίασε αρνητικά την τακτική του αρχηγού του και τον κάλεσε να καθορίσει την πολιτική της αντιπολίτευσης αντί να κάνει λαϊκίστικη πολιτική, άποψη με την οποία συμφώνησε και ένας εκ των σοφών της συντηρητικής παράταξης, πρώην υπουργός Νικ Μίνσιν.
Το Σαββατοκύριακο ο κ. Άμποτ προσπάθησε να αποστρέψει την προσοχή του κοινού από τους εσωκομματικούς καυγάδες με νέα επίθεσή του στην κυβέρνηση για τι φόρο ρύπανσης (Carbon tax).
Μιλώντας στο πολιτειακό συνέδριο του Λίμπεραλ Πάρτι Βικτωρίας ο κ. Άμποτ δεσμεύτηκε «να απαλλάξει τον αυστραλιανό λαό από τον τοξικό φόρο ρύπανσης» που προωθούν το Εργατικού Κόμμα, οι Πράσινοι και οι ανεξάρτητοι βουλευτές.
Ο κ. Άμποτ επανέλαβε, ότι η πρωθυπουργός ξεγέλασε προεκλογικά τους ψηφοφόρος υποσχόμενη να μην επιβάλλει φόρο ρύπανσης, καθώς και τους οικογενειάρχες υποσχόμενη βοήθεια, που σήμερα αρνείται να δώσει.
«Η καλύτερη υπηρεσία που μπορούμε να προσφέρουμε στη χώρα μας και το λαό είναι να εμποδίσουμε την επιβολή του τοξικού φόρου ρύπανσης, διότι θα καταστρέψει τη μεταποιητική βιομηχανία και θα αυξήσει το κόστος ζωής.
Οι τελευταίες στατιστικές δείχνουν, ότι το κόστος ζωής στη Μελβούρνη είναι 50 δολάρια υψηλότερο από ότι είναι στην Αδελαΐδα και 50 δολάρια ψηλότερο στο Σίδνεϊ από ότι είναι στη Μελβούρνη. Η κυβέρνηση, αντί να μειώσει το κόστος ζωής ζητά να το ανεβάσει με ην επιβολή του φόρου ρύπανσης» κατήγγειλε ο κ. Άμποτ.
Εξάλλου, η Επιτροπή για την κλιματική αλλαγή συνεδρίασε το Σαββατοκύριακο, αλλά δεν καθόρισε την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα που θα πληρώνουν οι ρυπογόνες βιομηχανίες από την 1η Ιουλίου του 2013.
Η αυστραλιανή βιομηχανία προτείνει $10 τον τόνο, τιμή που απέχει πολύ από τους υπολογισμούς της κυβέρνησης και πολύ περισσότερο από τους ειδικούς, οι οποίοι προτείνουν υψηλότερο φόρο για σύντομη μετάβαση από τα ρυπογόνα σε «καθαρά καύσιμα».
Ο υπουργός αρμόδιος για την κλιματική αλλαγή, Γκρεγκ Κόμπε, δηλώνει ότι η κυβέρνηση δεν βιάζεται να καθορίσει την τιμή του διοξειδίου του άνθρακος, πριν εξαντληθεί η συζήτηση σε όλα τα επίπεδα.