Το 2009 μετά από ένα πείραμα που πραγματοποιήθηκε στο Brown University Των ΗΠΑ -και τα συμπεράσματα δημοσιεύτηκαν στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών- οι ερευνητές βρήκαν μια μετάλλαξη στο γονίδιο ΜΑΟΑ μίας νευροχημικής αντίδρασης στον εγκέφαλο, η οποία συνδέεται με την επιθετική συμπεριφορά μεταξύ κάποιων ανδρών που ανήκαν στην ίδια οικογένεια. Η ανακάλυψη αυτή σηματοδότησε την πρώτη φορά που μια συγκεκριμένη γενετική «ατέλεια» συνδέθηκε με βίαιες ή επιθετικές τάσεις στον άνθρωπο. Ωστόσο, οι ερευνητές αναφέρουν, μεταξύ άλλων, ότι όσοι διαθέτουν αυτό το γονίδιο -γνωστό ως και το «γονίδιο του πολέμου»- μπορεί να μην είναι επιθετικοί, αλλά να έχουν ένα προτέρημα στη διάκριση των συμφερόντων τους.
Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες έρευνες που υποδηλώνουν ότι το γονίδιο MAOA επηρεάζει την επιθετική συμπεριφορά, με σημαντικές επιπτώσεις στην διαπροσωπική επιθετικότητα, βία, στη λήψη πολιτικών αποφάσεων, και στην εγκληματικότητα.
Υπάρχει, λοιπόν, ελεύθερη βούληση; Ή η συμπεριφορά μας καθορίζεται από αόρατες δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό μας;
Για να κατανοήσουμε τι πραγματικά ‘δημιουργεί’ έναν κατά συρροή δολοφόνο, πρέπει να κάνουμε μία αναδρομή στη νεαρότερη ηλικία του θύτη – κυρίως την εφηβική. Σχεδόν όλοι οι κατά συρροή δολοφόνοι βίωσαν κάποια σωματική κακοποίηση – σεξουαλική ή ίσως και κάποιον εθισμό στα ναρκωτικά ή το αλκοόλ. Η νοοτροπία ενός κατά συρροή δολοφόνου ενισχύεται από τη σεξουαλική απογοήτευση, την έλλειψη κοινωνικής αποδοχής ή πολλές φορές και την γελοιοποίηση. Μερικές φορές, μια αρνητική εμπειρία, όπως μια ερωτική απόρριψη, μπορεί να κυριαρχήσει στο μυαλό ενός ατόμου σε τέτοιο βαθμό ώστε η οργή να τον κυριέψει.
Η μόνη του διέξοδος από την αίσθηση της απόρριψης και της εγκατάλειψης είναι να ‘διαγράψει’ εκείνον που τον πλήγωσε. Μετά από αυτό η θέα του αντίθετου φύλου έχει παραμορφωθεί στα μάτια του δολοφόνου και, κατά συνέπεια, οι φόνοι συνεχίζονται διψώντας για «εκδίκηση» από το αντίθετο φύλο. Για ένα «άρρωστο μυαλό», ο βιασμός ενός ατόμου πριν το φόνο, δεν απορρέει καμία σεξουαλική ευχαρίστηση. Αντιθέτως, αυτό που απορρέει είναι απλώς μια σαδιστική συγκίνηση.
Σύμφωνα με τους ψυχιάτρους, οι ακόλουθοι περιβαλλοντικοί παράγοντες, είναι καθοριστικοί στη δημιουργία ενός κοινωνιοπαθή.
• Έρευνες έδειξαν ότι το 60% των ψυχοπαθών έχασαν σε μικρή ηλικία κάποιο γονέα.
• Το παιδί είχε υποφέρει από στέρηση αγάπης και έλλειψη ανατροφής. Οι γονείς ή είναι αποκομμένοι από τη ζωή του παιδιού ή εντελώς απόντες.
• Πειθαρχία δίχως συνέπεια: αν ο πατέρας είναι αυστηρός και η μητέρα είναι πιο υπομονετική, το παιδί μαθαίνει πώς να μισεί τον πατέρα και πώς να «χρησιμοποιείι» τη μητέρα.
• Γονείς που ζουν σε κατάσταση υποκρισίας μειώνοντας το παιδί στο σπίτι, ενώ παρουσιάζουν έξω από αυτό την εικόνα της «ευτυχισμένης οικογένειας».
Δοκιμές δείχνουν ότι το νευρικό σύστημα ενός ψυχοπαθή είναι πολύ διαφορετικό, καθώς αισθάνονται λιγότερο φόβο και άγχος από τους κανονικούς ανθρώπους. Ένα λεπτομερές πείραμα έδειξε ότι τα «χαμηλά επίπεδα εγρήγορσης» δεν προκαλούν μόνο την παρορμητικότητα και τη συγκίνηση που αναζητούν, αλλά έδειξε, επίσης, ότι οι ψυχοπαθείς είναι πολύ «αργοί», όταν πρόκειται να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Δόθηκε μια εργασία σε μια ομάδα ψυχοπαθών και σε μια ομάδα υγιών ατόμων, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να μάθουν ποιος μοχλός (από τους τέσσερις), ενεργοποιεί το «πράσινο φως». Ένας μοχλός από τους τέσσερις έδινε στο άτομο ένα ελαφρό ηλεκτρικό σοκ. Και οι δύο ομάδες έκαναν τον ίδιο αριθμό λαθών, αλλά η διαφορά ήταν ότι η ομάδα των υγιών έμαθε πιο γρήγορα τον τρόπο να αποφεύγει την τιμωρία (ηλεκτρικό σοκ), ενώ οι ψυχοπαθείς χρειάστηκαν πιο πολύ χρόνο.
Μπορεί αυτή η νόσος να αντιμετωπιστεί επιτυχώς; Σύμφωνα με τους ψυχίατρους, οι θεραπείες με τα ηλεκτροσόκ ή με φάρμακα έχουν αποδειχθεί ανεπιτυχείς. Η ψυχοθεραπεία, η οποία περιλαμβάνει την εμπιστοσύνη στη σχέση μεταξύ του πάσχοντα και του θεραπευτή, δεν έχει επίσης τα αναμενόμενα αποτελέσματα, διότι οι ψυχοπαθείς είναι ανίκανοι να «ανοιχτούν» σε άλλους ανθρώπους. Πολύ απλά, δεν θέλουν να αλλάξουν.
Όταν «το τέρας» αφήνει τα όνειρά μας και κυριεύει την πραγματικότητα.
Όταν ο φόβος χτυπάει την πόρτα του σπιτιού μας – Μια γρήγορη ματιά στους πιο ‘γνωστούς’ κατα συρροή δολοφόνους της Αυστραλίας
Ο πιο γνωστός κατά συρροή δολοφόνος Ivan Milat, εκτίει σήμερα ποινή ισοβίων μετά από επτά συνεχείς καταδίκες για τις δολοφονίες επτά ατόμων ηλικίας 19-22 σε αγροτικές συνοικίες της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Το 1992 τα πτώματα του πρώτου και του δεύτερου θύματος του Ivan Milat ανακαλύφτηκαν στο δάσος του Belanglo. Τα πτώματα ανήκαν σε δύο Βρετανίδες τουρίστες, την Caroline Clarke και την Joanne Walters. Η πρώτη είχε μαχαιρωθεί 35 φορές και η δεύτερη πυροβολήθηκε επανειλημμένα στο κεφάλι. Μέσα στους επόμενους μήνες και με τη βοήθεια των αστυνομικών της περιοχής ανακαλύφθηκαν τα υπόλοιπα θύματα του Milat. Η μαρτυρία του Paul Onions -του μόνου backpacker που δραπέτευσε από το αυτοκίνητο του δολοφόνου- έδρασε ως καταλύτης για τη σωστή κατεύθυνση της αστυνομίας στην σύλληψη του Ivan Millat.
Γεννημένος στο Ingham του Κουίνσλαντ, o Leonard Fraser, η αλλιώς ο «ο βιαστής του Rochampton» πέρασε σχεδόν δύο δεκαετίες της ζωής του στη φυλακή προτού συμπληρωθούν στην ποινή του άλλοι τέσσερις φόνοι, καθώς η αστυνομία ανακάλυψε μια σειρά από «τρόπαια» (μέρος από τα μαλλιά τους) στο σπίτι του, των τριών εκ των πέντε θυμάτων του. Ο Fraser στη συνέχεια ομολόγησε πέντε δολοφονίες, καταδικάστηκε σε τρεις ποινές ισόβιας κάθειρξης το 2003, και πέθανε από καρδιακή προσβολή το 2007.
Ο Peter Norris Dupas εκτίει σήμερα τρεις διαδοχικές ποινές ισόβιας κάθειρξης. Στην ηλικία των 15 ετών, τραυμάτισε σοβαρά μία νεαρή γειτόνισσά του με ένα μαχαίρι, ένα πρώιμο αδίκημα το οποίο άνοιξε το δρόμο για μια ζωή γεμάτη φρικαλεότητες εναντίον των γυναικών. Από το 1974 και μετά είχε «μαζέψει» 16 καταδίκες για σεξουαλική κακοποίηση και το 2000 μετά από το φόνο της Nicole Patterson καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Πρόσφατα καταδικάστηκε για ακόμη δύο δολοφονίες και παραμένει ύποπτος τριών ανεξιχνίαστων υποθέσεων.
Ο Eric Cooke Edgar ή «ο επισκέπτης της νύχτας», όπως ονομάστηκε αργότερα, τρομοκράτησε την κοινωνία του Περθ στο διάστημα 1959-1963. Διέπραξε συνολικά 22 βίαια εγκλήματα και 8 φόνους, επιλέγοντας τα θύματα του εντελώς τυχαία. Μερικοί πυροβολήθηκαν, ενώ απαντούσαν στο χτύπημα της πόρτας ή κατά τη διάρκεια της διάρρηξης. Ο Cooke χρησιμοποιούσε πολλά διαφορετικά όπλα για να διαπράξει τους φόνους του, όπως μαχαίρια, όπλα, τσεκούρια ακόμα και ψαλίδια. Καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού και ήταν το τελευταίο άτομο που εκτελέστηκε με αυτόν τον τρόπο στη Δυτική Αυστραλία.
Οι φόνοι στο Snowtown, επίσης γνωστοί ως «τα πτώματα στα βαρέλια», ήταν οι δολοφονίες 11 ανθρώπων στη Νότια Αυστραλία από τον Αύγουστο του 1992 μέχρι τον Μάιο του 1999. Τα εγκλήματα αποκαλύφθηκαν όταν τα λείψανα των οκτώ θυμάτων βρέθηκαν σε βαρέλια με οξύ που βρίσκονταν σε ενοικιαζόμενο κτίριο (πρώην τράπεζα του Snowtown), στη Νότια Αυστραλία, στις 20 Μαΐου 1999.
Συνολικά τέσσερα άτομα συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για τις δολοφονίες, τα οποία καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη κυρίως ως θήτες και κάποιοι ως συνεργοί. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο John Bunting ήταν ο επικεφαλής αυτής της αιμοσταγούς αυτής συνωμοσίας, ενώ αποφάσισε την απαγόρευση της δημοσίευσης των στοιχείων της παρούσας υπόθεσης.
Το 1988 ο Joel Norris (συγγραφέας αληθινών εγκλημάτων) δημιούργησε μια λίστα των ψυχολογικών σταδίων των κατά συρροή δολοφόνων.
Το πρώτο στάδιο είναι το στάδιο της «αύρας» και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο μανιακός δολοφόνος βρίσκεται σε ένα «φανταστικό κόσμο». Μπορεί να προσπαθήσει να πάρει κάποιο είδος «φαρμάκου» (πιθανότατα ναρκωτικά ή αλκοόλ). Αυτό το στάδιο μπορεί να διαρκέσει από μερικά λεπτά μέχρι μερικούς μήνες.
Το δεύτερο στάδιο είναι η φάση της έμμονης παρακολούθησης των θυμάτων τους.
Στο τρίτο στάδιο ο μανιακός δολοφόνος κερδίζει την εμπιστοσύνη του θύματος.
Στο τέταρτο στάδιο ο μανιακός δολοφόνος αιχμαλωτίζει το θύμα τους.
Το πέμπτο στάδιο είναι η φάση της περιόδου όπου ο δολοφόνος μπορεί να αρχίσει να πέφτει σε ένα είδος κατάθλιψης και, μετά από τα απαραίτητα τελετουργικά, σκοτώνει το θύμα.
Το έκτο και τελευταίο στάδιο είναι το στάδιο της κατάθλιψης. Τώρα που το θύμα είναι νεκρό, ο μανιακός δολοφόνος εξακολουθεί να νιώθει άδειος – μιας και η φαντασίωσή του εκπληρώθηκε.