Πώς αλλάζουν οι καιροί, ε; Κάποτε η Αυστραλία ήταν ο τόπος εγκατάστασης των «άμοιρων» Ελλήνων της μεταπολεμικής περιόδου. Των Ελλήνων, που ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εμφύλιος πόλεμος που τον ακολούθησε, είχαν καταδικάσει σε μη αναστρέψιμη φτώχεια και μιζέρια.
Σήμερα η Αυστραλία ενδέχεται να γίνει τόπος εγκατάστασης νέων γενιών άμοιρων Ελλήνων θυμάτων των ανάξιων πολιτικών που κυβέρνησαν και κυβερνούν την Ελλάδα, θεσμικών απατεώνων, θεσμικών απατεώνων, της πολιτικής αναλγησίας, της κομπίνας και της ρεμούλας, του ωχαδελφισμού, του Μνημονίου και της τρόικας.
Ναι, το 2011 η Αυστραλία ξαναγίνεται «παράδεισος» για τους νεοέλληνες, που την απέρριπταν ως αποκρουστική εσχατιά της γης. Αλλά, όπως έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας «ανάγκα και Θεοί πείθονται». Και, να, εν έτει 2011 η ανάγκη κάνει τους νεοέλληνες θεούς να αποφασίζουν να εγκαταλείψουν το κλεινόν άστυ, να αποχωριστούν τις τέσσερεις καρέκλες του καφενείου, μία για τα πισινά τους, δύο για τα χέρια τους και μία για τα πόδια τους, να απαρνηθούν την «καλή ζωή» της Ελλάδας και να αρχίσουν να πακετάρουν βαλίτσες για την Αυστραλία.
Δεν είμαι χαιρέκακος εκ χαρακτήρος. Δεν μπορώ, όμως, να αντιπαρέλθω χωρίς σχολιασμό την τάση φυγής των νεοελλήνων από την καταρρέουσα οικονομικά γενέτειρα. Με υποχρεώνει να σχολιάσω το μαζικό ξεσηκωμό η πίκρα που πότισε εμένα και εκατοντάδες χιλιάδες άλλους Έλληνες της Αυστραλίας η ειρωνεία, αυτών που έμειναν πίσω για να απολαμβάνουν «τα αγαθά» της πατρίδας.
«Θα πάς στην Αυστραλία;» με ρωτούσαν πειραχτικά φίλοι και ξένοι, όταν αποφάσισα να φύγω όσο πιο μακριά γινόταν από τη χούντα των συνταγματαρχών. «Εκεί πάνε όσοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα» συνέχιζαν τα πειράγματα. «Θα σε φάνε οι μαύροι και τα καγκουρό που κυκλοφορούν ελεύθερα στους δρόμους της χώρας» με πείραζαν, αδιαφορώντας για την πίκρα που μού προκαλούσαν τα σχόλιά τους. Γι’ αυτούς, σημασία είχε, ότι εγώ, ο άμοιρος, έφευγα για «την άλλη άκρη του κόσμου» και αυτοί, οι τυχεροί, έμεναν στην πατρίδα.
Ο καλός μου φίλος και καταξιωμένος ομογενής ζωγράφος Νίκος Κυπραίος, μου έλεγε με καταφανή πόνο, ότι στο πρώτο ή στο δεύτερο –δεν θυμάμαι ακριβώς– ταξίδι του στην Ελλάδα μετά το μισεμό του στην Αυστραλία, τον ρωτούσαν σκωπτικά «αν υπάρχουν ραδιόφωνα τρανζίστορ στην Αυστραλία» και «τι ταΐζουμε τα καγκουρό που κυκλοφορούν στια αυλές μας».
Ποιος ξεχνά τη συνεχή υποτίμηση της Αυστραλίας και των Ελλήνων μεταναστών από τους παραγωγούς ελληνικών ταινιών και θεατρικών έργων. Οι αναφορές στην Αυστραλία είχαν πάντα έναν ειρωνικό τόνο, που πλήγωνε κάθε πληγωμένο, από τον ξενιτεμό, Έλληνα μετανάστη.
Ποιος ξεχνά, επίσης, τις υποτιμητικές αναφορές ελλαδικών μέσων ενημέρωσης στους Έλληνες μετανάστες της Αυστραλίας –μέχρι που μας ανακάλυψαν ως αγορά τα αλαλάζοντα κύμβαλα των ελλαδικών μέσων ενημέρωσης– διότι κύμβαλα αλαλάζοντα είναι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι του ελλαδικού χώρου – μας αντιμετώπιζαν και εξακολουθούν να μας αντιμετωπίζουν ως «κάφρους».
Τα τηλεοπτικά σκουπίδια –εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων– που μας σερβίρουν καθημερινά η κρατική τηλεόραση και τα ιδιωτικά κανάλια της Ελλάδας είναι τα αδιάψευστα τεκμήρια του σεβασμού και της εκτίμησης που τρέφουν για τον ελληνισμό των Αντιπόδων.
Τέλος, οι «εκλεκτοί» της φυλής μας, οι πολιτικοί, μας αντιμετωπίζουν, και αυτοί, ως «γνήσιους Έλληνες» χαμηλής νοημοσύνης. Έρχονται, γνωρίζουν την Αυστραλία, μας πατρονάρουν με το εξοργιστικό «είσαστε περισσότερο Έλληνες από τους Έλληνες», γράφουν στα παλαιά υποδήματά τους τα προβλήματα και τα αιτήματά μας και φεύγουν χαρούμενοι.
Όμως, οι καιροί έχουν γυρίσματα. Το οικονομικό χάλι της πατρίδας μας αναβάθμισε στην εκτίμηση των ανώνυμων Ελλήνων και των κυβερνώντων. Οι ανώνυμοι πολίτες, που αδυνατούν να τα φέρουν βόλτα, που η ελπίδα τους έχασε την ταυτότητά της μετά την προδοσία τους από πράσινους, γαλάζιους, κόκκινους και παντός άλλου χρώματος πολιτικάντηδες μας θυμήθηκαν. Δεν φοβούνται, πλέον, την απόσταση και τα καγκουρό και σαλπάρουν για την Αυστραλία, όπως σαλπάραμε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πριν πολλές δεκαετίες.
Μας θυμήθηκαν και οι Έλληνες πολιτικοί και σχεδιάζουν να μας ζητήσουν να ενισχύσουμε «τη μητέρα Ελλάδα» στη δύσκολη στιγμή της αγοράζοντας κρατικά ομόλογα.
Είπαμε, οι καιροί έχουν γυρίσματα και αλίμονο σ’ εκείνους που αγνοούν, ότι το πλούσιο σήμερα είναι δυνατόν να μεταμορφωθεί σε φτωχό αύριο.
Καλώς να έλθουν, όσοι αποφασίσουν να έλθουν, βέβαιοι για τη στήριξή μας, διότι «το αίμα νερό δεν γίνεται».