Η πρωθυπουργός Τζούλια Γκίλαρντ, τρέχει να προλάβει το χρόνο. Τρέχει να υλοποιήσει την υπόσχεσή της, «το 2011 θα είναι χρόνο δράσης».
Και φαίνεται να πετυχαίνει κάποιους από τους προκαθορισμένους στόχους. Μέχρι σήμερα ανακοίνωσε τρεις δράσεις που, κατά την εκτίμησή της, θα αντιστρέψουν την πτωτική τάση της κυβέρνησής της.

Την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, η πρωθυπουργός ανακοίνωσε –με καθυστέρηση πολλών μηνών– την αποζημίωση που θα προσφέρει στον αυστραλιανό λαό για να αντισταθμίσει την αύξηση του αναμενόμενου κόστους ζωής από την επιβολή του φόρου διοξειδίου του άνθρακα την 1η Ιουλίου 2012.

Η πρώτη δημοσκόπηση της Newspoll μετά τη δημοσιοποίηση των λεπτομερειών του κυβερνητικού σχεδίου κατέγραψε μικρή, αλλά ενθαρρυντική στροφή υπέρ της κυβέρνησης και αν επαληθευτούν οι προφητείες της ίδιας και των στενών συνεργατών της, τα ποσοστά επιδοκιμασίας της ίδιας και του Εργατικού Κόμματος θα βελτιώνονται, καθώς ο μέσος πολίτης «θα χωνεύει» τις λεπτομέρειες και θα «ζυγοσταθμίζει» τα οφέλη που θα αποκομίσει από την αρχή του νέου οικονομικού έτους.
Μετρικές ημέρες αργότερα, υπεγράφη στην πρωτεύουσα της Μαλαισίας η διμερής συμφωνία με την ασιατική αυτή χώρα για τους πρόσφυγες. Μία περίπλοκη συμφωνία, η οποία προβλέπει την ανταλλαγή 4.000 πιστοποιημένων προσφύγων, από καταυλισμούς προσφύγων της Μαλαισίας, με 800 άγνωστους πρόσφυγες που θα μπουν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας με σαπιοκάραβα ναυλωμένα από τους διακινητές προσφύγων της Ασίας.

Η ανταλλαγή αυτή θα κοστίσει στους Αυστραλούς φορολογουμένους 292 εκ. δολάρια, δαπάνη που η κυβέρνηση θεωρεί «απόλυτα ωφέλιμη», διότι θα ανακόψει το ρεύμα των προσφύγων προς την Αυστραλία.

 Πολιτικά «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», δεδομένου ότι «η μετανάστευση» αποτελεί μείζον θέμα για το μέσο Αυστραλό πολίτη, σύμφωνα με την τελευταία εθνική δημοσκόπηση του Εθνικού Πανεπιστημίου Αυστραλίας. Αν, λοιπόν, η «Λύση Μαλαισία», όπως χαρακτηρίζεται η διμερής συμφωνία, περιορίσει τη ροή προσφύγων προς την Αυστραλία, η κυβέρνηση θα έχει κάνει ένα θετικό βήμα προς την παραμονή της στην εξουσία.
Προχθές Τρίτη, η πρωθυπουργός ανακοίνωσε και την τρίτη μεγάλη δράση της, την επίτευξη συμφωνίας με τις Πολιτείες για την ιατρονοσοκομειακή περίθαλψη.
Πρόκειται για μοντέλο συμφωνίας παντελώς διαφορετικό προς αυτό που προωθούσε ο προκάτοχος της κ. Γκίλαρντ, νυν υπουργός Εξωτερικών Κέβιν Ραντ, και που οι Πολιτείες απέρριψαν αυτομάτως, διότι κρίθηκε ασύμφορο οικονομικά και πρακτικά.

Ο κ. Ραντ πρότεινε την ανάληψη της ιατρονοσοκομειακής περίθαλψης από την Κοινοπολιτεία με αντάλλαγμα τη μείωση μέχρι 30% του μεριδίου των Πολιτειών από το GST. Το σχέδιό του απορρίφθηκε εν μία νυκτί από Εργατικούς και Φιλελεύθερους πολιτειακούς πρωθυπουργούς και η κυβέρνηση –με πρωθυπουργό τη Τζούλια Γκίλαρντ– επέστρεψε στο σχεδιαστήριο.

 Το αποτέλεσμα της νέας προσπάθειας θετικό. Το εναλλακτικό σχέδιο Γκίλαρντ δεν θίγει το «κεκτημένο» μερίδιο των πολιτειών από το GST και εγγυάται καλλίτερη και ταχύτερη περίθαλψη. Γι’ αυτό υιοθετήθηκε από τις πολιτειακές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της κυβέρνησης της Δυτικής Αυστραλίας, που έπαιξε κεντρικό ρόλος τον εμβολισμό του σχεδίου Ραντ.

Οι απανωτές εξαγγελίες από την κυβέρνηση δεν σημαίνουν, απαραίτητα, αλλαγή της διάθεσης του εκλογικού σώματος απέναντί της, διότι η πρωθυπουργός εξακολουθεί να έχει μεγάλο έλλειμμα αξιοπιστίας, που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις.
Η στροφή προς το καλύτερο, αν γίνει, θα απαιτήσει χρόνο θετικά αποτελέσματα και βαθμιαία αύξηση της εμπιστοσύνης του λαού προς την κ. Γκίλαρντ και την κυβέρνησή της.

Το μόνο βέβαιο επί του παρόντος είναι η αναστολή των σχεδίων ανατροπής της πρωθυπουργού, που εκπονούσαν στο παρασκήνιο δυσαρεστημένα μέλη της κυβέρνησής της και του Εργατικού Κόμματος.