Από τα γυμνασιακά μου χρόνια και το μάθημα της Φιλοσοφίας, θυμάμαι εκείνο το περίφημο άκρον άωτον της αμφιβολίας, που λέγαμε ότι το είπε ο Νίτσε: «Ω Θεέ, αν υπάρχει Θεός, σώσε την ψυχή μου, εάν έχω ψυχή!». Πράγματι και τα δύο φαίνεται ότι τα συλλαμβάνει ο ανθρώπινος νους, αλλά αυτά «υπάρχουν» μέσα σε έναν αχανή και ανερεύνητο χώρο, γιατί δεν μπορούμε να φτάσουμε εκεί. Αυτή είναι η άβυσσος και έτσι έγινε ο τίτλος μας «άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου». Εδώ στην άγνωστη ψυχή προσθέτουμε και την άγνωστη άβυσσο.

Τι είναι η άβυσσος; Πώς κατεβήκαμε εκεί και την ονομάσαμε έτσι; Και μόλις της δώσαμε το όνομα αμέσως υπάρχει. Τι σου είναι και αυτές οι λέξεις! Για μας όλους άβυσσος είναι το μεγάλο βάθος της θάλασσας. Ίσως και το απότομο βάθος. Φαίνεται ότι έτσι την φανταζόμαστε και σκαρώσαμε την άλλη περιγραφικότατη φράση μας: «βρίσκομαι στο χείλος της αβύσσου». Για την ξηρά έχουμε το «στο χείλος του γκρεμού». Το πρώτο μου φαίνεται φοβερότερο. Στη σημερινή οικονομική κρίση στην Ελλάδα την περιγράφουμε ότι βρίσκεται και στα δύο αυτά άκρα: της αβύσσου και του γκρεμού.

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ

Στην αρχή, μάλλον υπήρχε ο βυθός, που ακούγεται ως ηχοποίητη λέξη ακούγεται. Πέστε την μόνοι σας και ακουστικά παρουσιάζεται ο βυθός με το μεγάλο βάθος. Οι ποιητές τον προτίμησαν βύσσος. Το θ αφομοιώθηκε με το σ και από τα πανάρχαια χρόνια έγινε βυσσός – με διπλό σίγμα. Εάν μπροστά από το βυσσός βάλουμε το στερητικό α, τότε δημιουργήσαμε τη λέξη μας ΑΒΥΣΣΟΣ=χωρίς πυθμένα, χωρία πάτο.

Η σύγχρονη επιστήμη της ωκεανολογίας την θέλει στον πληθυντικό: οι άβυσσοι = οι πολύ βαθιές θάλασσες που φτάνουν και πάνω από 10χλμ. Μέσα σ’ αυτό το βάθος η ανθρώπινη φαντασία των αρχαίων μας τοποθέτησε τον Άδη. Παίρνει δασεία, άρα Άδης πρέπει να σημαίνει αυτός που δεν φαίνεται, ο αόρατος, ο αθέατος που μόνο η φαντασία τον πλησιάζει. Η ίδια φαντασία μας τοποθέτησε εδώ την κόλαση. Στην κόλαση νοερά βρίσκονται οι κολοβωμένοι = οι ακρωτηριασμένοι = με κομμένα χέρια η πόδια, και αυτή είναι η τιμωρία τους. Και ποιος την έκανε την κόλαση; Η φαντασία μας. Ποιοι και πώς κατεβαίνουν στην άβυσσο και κόλαση όπως η «εις Άδου κάθοδος»; Η επέκταση της φαντασία μέσα στα άγνωστο και μυστηριώδες. Ποιος όμως έχει το κλειδί του μυστηρίου;

Αυτή η άβυσσος μνημονεύεται στη Γένεση 1.2, το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης: «Η δε γη αόρατος και ακατασκεύαστος, και σκότος επάνω της αβύσσου, και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος». Όμως, την ίδια ακριβώς πληροφορία με τα ίδια ακριβώς λόγια έγραψε πολύ-πολύ πιο πριν ο Ερμής ο Τρισμέγιστος: «ην γαρ σκότος άπειρον αβύσσω και ύδωρ και πνεύμα λεπτόν νοερόν εν χάει δυνάμει θεία». Τα ίδια μάς λέει ο Ησίοδος στη θεογονία του, και ο Όμηρος στα ποιήματά του. Από ποια άβυσσο μπορούμε να ανασύρουμε την αλήθεια; Τι όμως ορίσαμε να σημαίνει Α-λήθεια;

Εξάλλου, η φαντασία της αβύσσου αναφέρεται και στην Αποκάλυψη Κεφ. Θ.1 όπου περιγράφεται ο πέμπτος άγγελος: «Και εδόθη αυτώ η κλεις του φρέατος της αβύσσου». Και λίγο πιο κάτω: «και ήνοιξε το φρέαρ της αβύσσου και ανέβη καπνός εκ του φρέατος…» Εδώ φαίνεται καθαρά πως «αγρίεψε» η φαντασία, να βγαίνει καπνός από την άβυσσο;! Αλλά «όλα δυνατά τω πιστεύοντι». Τρομάρα μας!

ΚΑΙ Η ΑΒΥΣΣΟΣ ΕΓΙΝΕ ABYSS

Ποιος δεν θα ζήλευε τέτοια φαντασία της αβύσσου; Η Αγγλική δεν την οικειοποιήθηκε μόνο αυτήν, αλλά και όλες τις λέξεις της τις ψάρεψε από την Εελληνική άβυσσο. Η λέξη μας άβυσσος μπήκε πρώτα στη Λατινική αυτούσια ως abyssus. Από αυτή τη γλωσσική άβυσσο του Ελληνισμού, η Αγγλική την ψάρεψε ολίγον τι πετσοκομμένη ως Abyss.
Τα λεξικά δεν μπορούν να το κρύψουν: From Greek άβυσσος. Και εξηγούν: Α=negative prefix and βυσσός. Akin to Bathos. Το επίθετό τους έγινε abysamal=endless, bottomless=αχανής, απύθμενος. Το αμέτρητο βάθος έγινε abysm: Χαίρε βάθος αμέτρητον!

ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΙΜΥΘΙΟ ΜΑΣ

Εάν δεν είχαμε δημιουργήσει ανθρώπινα τη λέξη μας άβυσσος, πώς θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε όλα τα ανωτέρω; Πολύ βουβά, θαρρώ. Αλλά κάναμε τις λέξεις μας για ανθρώπινη επικοινωνία, όπως και το σκοινί για να δένουμε διάφορα αντικείμενα. Όχι, όμως, να μάς σκοτώνουν. Ακούστε και πάλι το Νίτσε πώς τα συνδύασε λογικά: «Ο άνθρωπος είναι ένα σκοινί τεντωμένο μεταξύ του ζώου και του Υπεράνθρωπου – ένα σκοινί πάνω από μία άβυσσο». Στην αγγλική μετάφραση εκφράστηκε ως εξής: «Man is a rope stretched between the animal and the Superman – a rope over an abyss”. Άβυσσος και η σκέψη του ανθρώπου!