Το νέο τέλος ακινήτων, διά του οποίου η κυβέρνηση επέβαλε μία βαριά έκτακτη φορολογία σε όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων, έχει προκαλέσει αναστάτωση και διαμαρτυρίες τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, όπου ζουν πολλοί ομογενείς και αλλοδαποί που έχουν ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα στην Ελλάδα.
Η απόφαση το «τέλος», που στην ουσία είναι φόρος, να επιβληθεί μέσω μίας Ανωνύμου Εταιρείας, δηλ. της ΔΕΗ, με κύρωση, σε περίπτωση μη πληρωμής, την διακοπή της παροχής ρεύματος, χωρίς αυτό να προβλέπεται από την σύμβαση που κάθε καταναλωτής υπογράφει με την ΔΕΗ, κρίνεται από πολλούς νομικούς ως τουλάχιστον αμφίβολης νομιμότητος.
Είναι ακατανότητο, εν έτει 2011, η κύρωση για μη πληρωμή φόρου να μην είναι ένα πρόστιμο, ή έστω η φυλάκιση, αλλά η διακοπή ηλεκτροδότησης, που μοιάζει με βασανιστήριο, ή με τιμωρία που ανήκει στο πολύ μακρινό παρελθόν και όχι σε μία ευνομούμενη σύγχρονη πολιτεία που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών προσέφυγε στις 24-10-2011, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, ζητώντας την ακύρωση του Εκτάκτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτουμένων Δομημένων Επιφανειών, που θεσπίζεται με το Ν. 4021/2011.
Οι λόγοι αντισυνταγματικότητος είναι αρκετοί και μοιάζουν βάσιμοι. Κατ’ αρχάς, το τέλος αυτό δεν είναι παρά ένας φόρος, που εξυπηρετεί γενικούς δημοσιονομικούς στόχους και όχι κάποια ειδική ωφέλεια στους ιδιοκτήτες των ακινήτων. Επομένως, δεν έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα.
Η επιβολή του τέλους μπορεί να παραβιάζει και το άρθρο 17 του Συντάγματος, που προστετεύει την ιδιοκτησία. Η επιβολή φόρου στην κατοχή και μόνο ενός ακινήτου, όχι στην παραγωγή εισοδήματος, μπορεί να αναγκάσει κάποιον που κατέχει το ακίνητο, αλλά δεν το εκμισθώνει, δηλαδή δεν έχει εισόδημα από αυτό, να πωλήσει το ακίνητο για να καταβάλει το τέλος, πράγμα που συνιστά οιονεί δήμευση, ειδικά σε περίοδο που δεν υπάρχουν αγοραστές και οι τιμές των ακινήτων συνεχώς υποχωρούν.
Εξάλλου, ο υπολογισμός και η είσπραξη του φόρου ανατίθενται σε ιδιωτική επιχείρηση (ΔΕΗ ή εναλλακτικούς παρόχους ρεύματος), πράγμα που απαγορεύεται, διότι μία κατ’ εξοχήν έκφανση της δημοσίας εξουσίας και της κρατικής κυριαρχίας, όπως είναι η βεβαίωση και είσπραξη ενός φόρου επί του κεφαλαίου, ανατίθεται σε ιδιωτικές ανώνυμες εταιρείες, που ουδόλως συνιστούν όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, κατά πρόδηλη παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 26 παρ.2 και 1 παρ.3 του Συντάγματος.
Επίσης, το τέλος επιβάλλεται αδιακρίτως σε όλους τους ιδιοκτήτες «δομημένων επιφανειών», χωρίς να συνεκτιμά ουσιώδεις παράγοντες, που προσδιορίζουν την αληθινή φοροδοτική τους ικανότητα, δεν λαμβάνει καθ’ όλου υπ’ όψιν την παραγωγή ή όχι εισοδήματος από την ακίνητη αυτή ιδιοκτησία, ούτε το ύψος του εισοδήματος αυτού. Δεν λαμβάνεται υπόψιν ο συντελεστής ορόφου ή ο συντελεστής εμπορικότητας, οι οποίοι διαφοροποιούν την αξία των ακινήτων, γι’ αυτό και λαμβάνονται υπ’ όψιν και στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, άρα διαπιστώνεται παραβίαση του άρθρου 4 του Συντάγματος.
Επιπροσθέτως, εάν το τέλος δεν καταβληθεί, επαπειλείται η διακοπή ρεύματος, δηλ. της παροχής ενός κοινωνικού αγαθού, προκειμένου να επιτευχθεί ο εξαναγκασμός του φορολογουμένου να συμμορφωθεί προς την υποχρέωση καταβολής του τέλους. Πρόκειται για μια μορφή ψυχολογικής βίας, με μείζονες διαστάσεις απαξίας όταν απευθύνεται σε πρόσωπα οικονομικώς εξαθλιωμένα ή αντιμετωπίζοντα άλλους αντικειμενικούς λόγους αδυναμίας καταβολής (π.χ. ασθενείς).
Έτσι, διά του «μηχανισμού» της διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος στους αδυνατούντες να καταβάλουν την προδήλως αντισυνταγματική και επαχθεστάτη αυτή φορολογική επιβάρυνση προσβάλλεται ευθέως η ίδια η αξία του ανθρώπου, καθώς τίθεται προ του κινδύνου να στερηθεί ένα ζωτικό αγαθό, απαραίτητο για τη διαβίωσή του. Έτσι, όμως, υποβιβάζεται το επίπεδό του κάτω των ορίων του στοιχειωδώς ανεκτού και τίθεται σε κίνδυνο ακόμη και η υγεία, αλλά και η ιδία η επιβίωση αυτού. Ουδείς λόγος για διατήρηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μπορεί να γίνει στην περίπτωση αυτή, με αποτέλεσμα να θίγεται ουσιωδώς ο ίδιος ο πυρήνας της διατάξεως του άρθρου 2 παρ.1 του Συντάγματος.
Η εκδίκαση της υποθέσεως στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 2 Δεκεμβρίου, αλλά και η έκδοση της αποφάσεως εβδομάδες μετά, αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον, για να δούμε εάν το τέλος θα κριθεί αντισυνταγματικό ή όχι.
*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. E-mails: bm-bioxoi@otenet.gr και ktimatologiolaw@yahoo.gr