ΕΧΟΥΜΕ τόσο πράγμα σήμερα που θα πρέπει να «στριμωχτούμε» για να το συμπεριλάβουμε στον… ιερό χώρο τούτης της στήλης που βδομάδα με βδομάδα κερδίζει περισσότερους εχθρούς.
ΠΡΙΝ ρίξουμε μια ματιά στο διεθνή χώρο και στο ευρώ που ψυχομαχεί, θα αναφερθούμε σε δύο Λάκωνες, τέκνα μιας από τις πιο περήφανες φυλές της σκοτεινής και δίβουλης Πελοποννήσου.
ΑΝ και τους χωρίζουν 2.500 χρόνια, έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους. Ο μεν πρώτος (ο αρχαίος) έπεσε περιφρουρώντας Θερμοπύλες, ο δε δεύτερος (ο σύγχρονος) σκόνταψε περιφρουρώντας μια… επιταγή!
ΓΙΑ όσους κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν, αναφέρομαι στον βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα και στον πρώην πρόεδρο της Κοινότητας Μελβούρνης, Γεώργιο Φουντά, ο οποίος και βασίλεψε στην Κοινότητα περισσότερα χρόνια απ’ όσα ο Λεωνίδας στη Σπάρτη.
ΕΤΣΙ μάλιστα και δεν είχαν μεσολαβήσει οι αδελφοί Μάρκου να τον συνταξιοδοτήσουν (προκειμένου να φροντίζει τον κήπο του και να γράψει τα απομνημονεύματά του) ακόμα πρόεδρος θα ήταν.
ΜΕ αυτό δεν θέλω να ισχυριστώ ότι οι αδελφοί Μάρκου, είχαν τα ίδια κίνητρα με τον Ξέρξη, πλην όμως (χοντρικά) το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Διαφέρει, βέβαια, ποιοτικά (και ποσοτικά) η δόξα που απεκόμισαν οι δύο άνδρες, αλλά αυτό είναι δουλειά της ιστορίας να το κρίνει και όχι δική μου.
ΘΑ αρχίσω με ένα σύντομο email που έλαβα από τον Λεωνίδα (μιας και κανείς δεν στέλνει γράμμα στις μέρες μας) και, στη συνέχεια, θα αναφερθώ στο σήριαλ της επιταγής και την «περιφρούρησή της» από τον έτερο Λάκωνα. Να πώς έχει:
«ΜΑΚΡΙΝΕ (και χαλαρέ) συμπατριώτη Αιθεροβάμωνα, καλησπέρα. Πριν μπω στο (κυρίως) θέμα να σε ευχαριστήσω για όσα έγραψες πριν τέσσερις μήνες για την κακοποίηση της προτομής μου στο Brunswick και ήλπιζα ότι θα εισακουστεί η πρότασή σου να με μεταφέρουν (προσωρινά) στον κήπο του Φουντά μέχρι τον επαναπατρισμό μου στα καθαγιασμένα (και αίμα ποτισμένα) πάτρια εδάφη.
ΤΕΛΙΚΑ και χάρη στο σπαρτιάτικο πείσμα των εκεί συμπατριωτών μου αυτό δεν έγινε και συνεχίζω να παραμένω στον αφιλόξενο και ανιστόρητο χώρο που με τοποθέτησαν, για να κάνουν το κομμάτι τους και να βγάλουν καμιά φωτογραφία για την εφημερίδα σας. Στο μεταξύ, οι βανδαλισμοί, οι ύβρεις και οι προσβολές εναντίον μου συνεχίζονται. Προχθές το βράδυ μάλιστα ένας μεθυσμένος με κατουρούσε για 13 λεπτά βρίζοντας τη μάνα του και τη δική μου.
ΟΛΑ, όμως, όσα υφίσταμαι (πότε μεταμορφωμένος σε οπαδό του Collingwood και άλλοτε ως οργισμένος punk!) δεν είναι τίποτα μπρος στην αγανάκτηση και πίκρα που αισθάνθηκα, διαβάζοντας στον προχθεσινό «Νέο Κόσμο» την επιστολή που έστειλε ο συμπατριώτης μου, Νικόλαος Πάτσιος, απαντώντας (δήθεν) στα όσα έγραψε για μένα ο αναρχικός (και ανθέλληνας) φίλος σου Γιώργος Μιχελακάκης.
ΤΑ πήρα στο κρανίο φίλε Αιθεροβάμωνα, με την επιστολή του Πάτσιου, ο οποίος, αντί να απαντήσει στο Μιχελακάκη, με υποχρέωσε με τα γραφόμενά του να ζήσω για δεύτερη φορά τη μαρτυρική (και θλιβερή) εκδήλωση των αποκαλυπτηρίων της προτομής μου και, μάλιστα, με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.
ΟΠΩΣ και να το δεις το πράγμα, δεν είναι και λίγο να σε υποχρεώνουν να θυμάσαι, ότι με πολλές θυσίες (και βαριά κατάθλιψη) προσπαθείς για δύο χρόνια να ξεχάσεις. Δηλαδή, το βίαιο ξεριζωμό μου από την πατρίδα και την εγκατάσταση μου (χωρίς την έγκρισή μου) σε έναν τόπο που τίποτα δεν με συνδέει.
ΔΕΝ σου κρύβω ότι κάθε πρωί που ξυπνάω αναρωτιέμαι ποιος είμαι και τι κάνω σε τούτο τον τόπο. Ο ψυχισμός μου έχει κλονιστεί ανεπανόρθωτα και συχνά διέρχομαι κρίσεις ταυτότητας. Άσε που όλοι οι περαστικοί δεν με αναγνωρίζουν ενώ δεν λείπουν και αυτοί που πιστεύουν ότι πρόκειται για κάποιον λιμενεργάτη που θυσιάστηκε για την προκοπή του συνδικάτου του.
ΞΕΡΩ ότι θα πληγώσω τους (εθνικιστές συμπατριώτες μου), αλλά θέλω να φύγω από τούτο τον τόπο και να γυρίσω στην Σπάρτη. Γιατί έτσι που φύγουν από τούτο τον κόσμο και αυτοί που ακόμα με αναγνωρίζουν θα καταλήξω σε καμιά αποθήκη με τις προτομές και τα αγάλματα του Έλβις Πρίσλεϊ.
ΣΤΟΥΣ συμπατριώτες μου όπως ο Πάτσιος, ο Φουντάς, ο Ρέντζης, ο Καραβίτης και ο Διακουμάκος, για να αντιληφθούν το πόνο μου θα τους κάνω (λακωνικά) την εξής ερώτηση: πως θα αντιδρούσαν (και τι σχόλια θα έκαναν) αν έβλεπαν την προτομή του Μένζις σε κάποιο χώρο του κάστρου της Μονεμβασιάς ή το άγαλμα του Νεντ Κέλι στα Τρίκαλα;
ΤΕΛΕΙΩΝΟΝΤΑΣ, θα ήθελα για άλλη μια φορά να ευχαριστήσω εσένα και τον Μιχελακάκη, που συμπαραστέκεστε στη δοκιμασία μου και να ζητήσω από τους συμπατριώτες μου να με επαναπατριστούν. Οι ίδιοι μπορεί να έχουν αποφασίσει να πεθάνουν εδώ, αλλά εγώ ποτέ δεν είχα διανοηθεί (ούτε στους εφιάλτες μου) ότι θα κατάληγα, αν και νεκρός πριν δυόμιση χιλιετίες, μετανάστης στο Brunswick προκειμένου να τονίσω (και κοσμήσω) τον πατριωτισμό τους. Καλές γιορτές και μη με ξεχνάτε. Με πολύ οργή και αγανάκτηση, ο αδικοξενιτεμένος (και ταλαιπωρημένος) Λεωνίδας της Σπάρτης».
ΠΑΜΕ τώρα στον έτερο Λάκωνα, Γεώργιο Φουντά, ο οποίος, στη συνέντευξη που παραχώρησε προχθές στο συνάδελφο, Κώστα Νικολόπουλο, για το σήριαλ της επιταγής και την «πολιτική δίκη» που ακολούθησε μετά τις «συκοφαντίες» των διωκτών του, είπε, μεταξύ άλλων, ότι όχι μόνο «αποσιώπησε» την παραλαβή της επιταγής, αλλά «κατέβαλε και προσπάθειες να την περιφρουρήσει μέχρι τη Γενική Συνέλευση της Κοινότητας».
ΑΥΤΟ σημαίνει ότι η επιταγή από κάποιους θα πρέπει να κινδύνευε και χρειάστηκαν οι «προσπάθειες» του Φουντά να την «περιφρουρήσει». Από ποιους όμως (και γιατί) κινδύνευε η επιταγή;
Ο πρώτος «κίνδυνος» που έρχεται σε κάποιου το μυαλό είναι οι κλέφτες. Οι κλέφτες όμως δεν γνώριζαν (όπως όλοι εμείς οι υπόλοιποι!) την ύπαρξή της, οπότε και δεν υπήρχε «κίνδυνος» από αυτούς.
ΤΗΝ ύπαρξή της για τρεις και πλέον μήνες γνώριζε μόνο ο Φουντάς και δυο-τρεις στενοί του συνεργάτες που με τη σειρά του σημαίνει ότι μόνο ο Φουντάς γνώριζε τους «κινδύνους που διέτρεχε η επιταγή για αυτό και φρόντισε (αποσιωπώντας την) να «περιφρουρήσει».
ΑΛΛΑ αυτό που φοβόνταν (αν φοβόταν, βέβαια, τους κοινοτικούς του αντιπάλους) έγινε και μάλιστα παίρνοντας τεράστιες διαστάσεις, οπότε με τις «προσπάθειες περιφερούσης» το μόνο που πέτυχε ήταν να μπλέξει ακόμα πιο χειρότερα.
ΑΝ και έχουν περάσει από τότε 8 χρόνια ακόμα κανείς δεν έχει ομολογήσει το λόγο που το ελληνικό δημόσιο έδωσε τα 2,6 εκατομμύρια δολάρια. Ο Χρήστος Τσίρκας που πρωταγωνίστησε στην έκδοσή της από τον Πάχτα, υποστηρίζει ότι δόθηκε να εξοφληθεί το πρώτο δάνειο των 5 εκατομμυρίων δολαρίων και θα ακολουθούσε και μια δεύτερη με το ίδιο ποσό.
ΑΥΤΟΣ ήταν κατά τον Τσίρκα και ο λόγος που αποσιωπήθηκε. Από την πλευρά του, ο Φουντάς έλεγε πάντα μισόλογα: πότε έλεγε ότι δόθηκε να πληρωθεί το δάνειο και άλλοτε για την ανέγερση της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων στο Άλφινγτον.
ΑΥΤΟ που βγαίνει απ’ όλη αυτή την ιστορία και είναι ενδεικτικό για την γενικότερη πορεία του παρδαλού ελληνικού έθνους, αλλά και για την εξίσου καλά «οργανωμένη» παροικία, είναι ότι το ελληνικό κράτος θέλησε να πληρώσει και, μάλιστα, σε δύο δόσεις τα χρήματα που χρωστούσε στον… εαυτό του.
ΓΙ’ ΑΥΤΟ και επιμένω ότι η ιστορία της επιταγής στερείται νοήματος και λογικής και εξηγεί όχι μόνο πως λειτουργούσε το ελληνικό Έθνος, που δεν γνώριζε η δεξιά του τι ποιεί η αριστερά του, αλλά και γενικότερα το νταραβέρι που είχε το έθνος με τους αρμόδιους φορείς και τους ηγέτες του.
Η Ελλάδα έφτασε εδώ που έφτασε γιατί είχε υπουργούς που έκαναν τις δουλειές όπως ο Πάχτας και οι Έλληνες, που συμπεριφέρονταν όπως η δική μας εδώ, που το τελευταίο πράγμα που τους πέρασε από το μυαλό ήταν να ξεπληρώσουν το (πρώτο) δάνειο που πήραν.
ΜΕ λίγες κουβέντες, το κρατικό χρήμα το σκορπούσαν κατά το δοκούν. Και οι δότες και οι παραλήπτες ήταν άνθρωποι με την ίδια νοοτροπία, που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να κάνουν το κομμάτι τους με ξένα κόλλυβα.
ΣΤΗΝ προκειμένη περίπτωση και οι δύο επιταγές έπιασαν τόπο για την Κοινότητα, αλλά τέτοιες ενέργειες έφεραν την πατρίδα μας πιο κοντά στη σημερινή καταστροφή.
ΤΕΛΙΚΑ, φίλοι αναγνώστες δεν αποκλείεται (όπως έχουμε ξαναπεί) το ευρώ να έχει την τύχη που έχουν και οι γαλοπούλες: να μη προλάβει να κάνει Χριστούγεννα.
ΤΑ πράγματα είναι δύσκολα για την Ευρώπη και για την πατρίδα μας ακόμα χειρότερα. Έτσι και καταρρεύσει η ευρωζώνη και σταματήσουν οι δόσεις η πατρίδα μας, θα πρέπει να βγει στους δρόμους για δανεικά.