Ό,τι αρχίζει τελειώνει, και από τον αμείλικτο αυτόν κανόνα, δεν εξαιρούνται ούτε οι άνθρωποι, ούτε βέβαια τα δημιουργήματά τους.

Έτσι είναι η ζωή, έτσι ήταν πάντα και έτσι θα συνεχίζει να πορεύεται στο διάβα του ισοπεδωτικού χρόνου που δεν έχει αρχή και τέλος…

Η είδηση ότι η οικογένεια Wren, στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκει το Festival Hall, σχεδιάζει να το κατεδαφίσει και στη θέση του να ανεγείρει μια 16όροφη πολυκατοικία, συγκίνησε και μελαγχόλησε πολλούς ανθρώπους.

Και δεν θα μπορούσε βέβαια να γίνει διαφορετικά, μιας και εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, μεταξύ μάλιστα αυτών και χιλιάδες συμπάροικοι, έχουν ζήσει αξέχαστες στιγμές στον χώρο αυτό, παρακολουθώντας «φοβερούς» αγώνες πάλης, ιστορικές συναυλίες Ελλήνων καλλιτεχνών και δεκάδες άλλες παροικιακές εκδηλώσεις από το 1950 μέχρι σήμερα.

Μετρημένοι στα δάχτυλα θα πρέπει να είναι οι συμπάροικοι που έφθασαν εδώ τις δεκαετίες του 1950 και 1960 και δεν βρέθηκαν κάποια στιγμή στο Festival Hall για να παρακολουθήσουν μια συναυλία, έναν αγώνα πάλης ή μια παροικιακή εκδήλωση.

Ελάχιστοι επίσης είναι αυτοί που δεν έχουν οργιστεί, χειροκροτήσει και αγανακτήσει όταν κάποιος διαιτητής αγώνων πάλης «αδικούσε» κάποιον Έλληνα πρωταθλητή.

Ενώ δεν είναι τυχαίο ότι στη συλλογική μνήμη τούτης της πόλης, το Festival Hall είναι πιο γνωστό με το θρυλικό όνομα ως «Οίκος της ταραχής».

Στον χώρο αυτό λοιπόν, που σημάδεψε όσο κανένας άλλος τον ψυχισμό της Μελβούρνης, σε λίγους μήνες, και αφού εγκριθεί από το Δήμο Μελβούρνης το σχέδιο της ανέγερσης της πολυκατοικίας, θα μπουν οι μπουλντόζες κατεδάφισης να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα.

Ως εκ τούτου, μπορεί να εκληφθεί στις μέρες μας και ως προφητικό το τραγούδι: δυο πόρτες έχει η ζωή άνοιξα μια και μπήκα και μέχρι να ‘ρθει το δειλινό από την άλλη βγήκα, που τραγούδησε στον «Οίκο της ταραχής» στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο μεγάλος Στέλιος Καζαντζίδης.

Στο τραγούδι αυτό και στο τραγούδι: μανούλα θα φύγω με πίκρα στα ξένα, «σείστηκε» συθέμελα το Festival Hall, όπως μου είπε καμιά δεκαριά χρόνια αργότερα ένας παλιός φίλος που είχε πάει να ακούσει τον Στελάρα.

Στον ίδιο χώρο είχε δώσει συναυλία και ο Μίκης Θεοδωράκης το 1972, αν θυμάμαι καλά, και είχε γίνει το «έλα να δεις» από φωνές και χειροκροτήματα, όταν ο ίδιος ο Μίκης με τους καλλιτέχνες του τραγούδησε: ένα το χελιδόνι και η άνοιξη ακριβή για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ.

Εκτός από τους μεγάλους παλαιστικούς αγώνες, όπου έλαβαν μέρος τα μεγαλύτερα ονόματα της Ελλάδας στην ελεύθερη πάλη –εγώ πρόλαβα μόνο τον Αρίωνα και το φίλο μου τον Γιώργο Γκουλιόβα – είχαν δοθεί και δεκάδες συναυλίες που κατέγραψαν επιτυχία.

Στο Festival Hall, μεταξύ άλλων τραγούδησαν ο Νταλάρας, η Μαρινέλλα, ο Πάριος, η Αλεξίου, ο Διονυσίου, ο Παπακωνσταντίνου, η Γλυκερία, ο Παπάζογλου και πάρα πολλοί άλλοι μεγάλοι.

Στον ίδιο χώρο, και παρουσία 4000 συμπαροίκων και του τότε πρωθυπουργού Γκοφ Ουίτλαμ, γιόρτασε η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης το 1974 την εθνική μας επέτειο της 25ης Μαρτίου, ενώ για πολλές δεκαετίες η Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας χρησιμοποιεί τη μεγάλη αυτή αίθουσα για τα «Κάλαντα των Χριστουγέννων».

Στο Festival Hall έδωσαν επίσης συναυλίες και τα μεγαλύτερα ονόματα της αυστραλιανής και παγκόσμιας μουσικής σκηνής, όπως ο Φρανκ Σινάτρα, ο Roy Orbison, ο John Cash, καθώς και οι Beatles, τον Ιούνιο του 1964 ενώ μεσουρανούσαν σε ολόκληρο τον κόσμο.

«Ο Οίκος της ταραχής» χρησιμοποιούνταν επίσης για όλους τους μεγάλους αγώνες της πυγμαχίας και βεβαίως της ελεύθερης πάλης, ενώ εκεί φιλοξενήθηκαν οι αγώνες μπάσκετμπολ, πυγμαχίας και γυμναστικής κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων που έγιναν στη Μελβούρνη το 1956.