ΚΑΘΕ φορά που μας τσιμπάει η αλογόμυγα του κακοφορμισμένου εθνικισμού επανερχόμαστε στην αποκλειστικότητα του ονόματος της Μακεδονίας.
ΕΧΕΙ συμβεί στο παρελθόν, συνέβη πάλι πρόσφατα, και θα συνεχίσει να συμβαίνει, μέχρι να βρούμε κάποιον αποτελεσματικό τρόπο να απαλλαγούμε επιτέλους από την ενοχλητική αλογόμυγα.
ΚΑΙ μπαίνω κατευθείαν στο θέμα: πώς να αποκαλούμε τους κατοίκους μιας σχετικά πρωτοεμφανιζόμενης χώρας, που ζουν στον ίδιο τόπο εδώ και 1300 χρόνια;
ΣΤΟ κάτω-κάτω της γραφής, Μακεδονία λεγόταν ο τόπος αυτός για 2000 χρόνια, πριν εισβάλουν και εγκατασταθούν εκεί οι Σλάβοι, πρόγονοι της πλειοψηφίας των σημερινών κατοίκων της.
ΤΟ ίδιο είχαν κάνει δεκάδες αιώνες πριν, οι Πελασγοί, οι Αχαιοί, οι Ίωνες, οι Δωριείς και πολλά άλλα φύλα που ροβολούσαν από τη Βόρεια Ευρώπη και όχι μόνο.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ήταν το όνομα του ίδιου τόπου, όχι μόνο στην πρώιμη αρχαιότητα και τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και στα χρόνια του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
ΜΕΤΑ την ολική κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια το 1912 και τους βαλκανικούς πολέμους που ακολούθησαν, η μέχρι τότε ενιαία οθωμανική επαρχία της Μακεδονίας, στην οποία ζούσαν άνθρωποι από πολλές διαφορετικές εθνικότητες, μοιράσθηκε στους νικητές του πολέμου αυτού με τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1913.
ΤΟ μεγαλύτερο κομμάτι το πήρε η Ελλάδα και ό,τι απέμεινε, δόθηκε στη Σερβία και τη Βουλγαρία, μιας και ο τέταρτος σύμμαχος του Βαλκανικού Πολέμου, δηλαδή το Μαυροβούνιο, δεν είχε διεκδικήσεις.
ΝΑ προσθέσουμε εδώ, ότι κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων μεταξύ των νικητών για την μοιρασιά, τόσο οι Σέρβοι, αλλά, κυρίως οι Βούλγαροι διεκδικούσαν περισσότερα εδάφη συμπεριλαμβανόμενης και της Θεσσαλονίκης.
ΤΕΛΙΚΑ αποδέχθηκαν όλοι τη Συνθήκη του Λονδίνου και μέχρι την έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τα πράγματα «ησύχασαν», μέχρι που οι Βούλγαροι, που είχαν ταχθεί στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας, ανέγειραν και πάλι τη διεκδίκηση ελληνικών εδαφών με την ανοχή των τότε Γερμανών κατακτητών.
ΚΑΙ ενώ η Βουλγαρία, μετά την ήττα της Γερμανίας έβαλε την ουρά στα σκέλια και αποδέχτηκε το ισχύον καθεστώς της Συνθήκης, η Γιουγκοσλαβία του Τίτο δεν άφησε το όλο θέμα να ξεχαστεί και ονόμασε το δικό της Μακεδονικό κομμάτι «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
ΤΟ πιο πάνω όνομα το αποδέχθηκε η Ελλάδα, όχι μόνο χωρίς αντιρρήσεις, αλλά, το χρησιμοποιούσε και η ίδια στα σχολικά της βιβλία και τους σχετικούς γεωγραφικούς χάρτες.
ΜΕΤΑ την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας το 1991, τη δημιουργία έξι διαφορετικών κρατών και την αναβίωση του εθνικισμού και στα Βαλκάνια, εμείς αποδεχτήκαμε και πάλι χωρίς καμιά ένσταση το νοτιοδυτικό κομμάτι της διαλυμένης Γιουγκοσλαβίας, ως «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
ΜΕ το ίδιο όνομα αναγνωρίστηκε και από τον ΟΗΕ και από τις περισσότερες χώρες και πολλούς άλλους διεθνείς οργανισμούς και με τη δική μας συγκατάθεση, χωρίς να φέρουν αντίρρηση ούτε οι εθνικιστές που δεν δέχονται μύγα στο… μακεδονικό σπαθί τους.
ΩΣ εκ τούτου, μήπως μπορεί να μου πει κάποιος Χριστιανός –έστω και εθνικιστής- τι πραγματικά μεσολάβησε, από το 1991 μέχρι σήμερα, που δεν δέχονται ούτε τον γεωγραφικό προσδιορισμό μιας σύνθετης ονομασίας;
ΜΑ θα μου πείτε, ότι από το 1992 ακόμα, υπήρχαν αρκετοί που δεν ήθελαν μια σύνθετη ονομασία για όλες τις χρήσεις.
ΒΕΒΑΙΩΣ και υπήρχαν, όπως υπήρχαν όμως και πολλοί περισσότεροι από την άλλη πλευρά, που έχοντας δυο δράμια μυαλό, πίστευαν, ότι μια σύνθετη ονομασία θα βοηθούσε στην επίλυση του χρονίζοντος προβλήματος.
ΕΛΑ όμως που, και από την δική μας πλευρά και από αυτή των Σκοπιανών, τον βηματισμό στις εξελίξεις των διαπραγματεύσεων για εξεύρεση αποδεκτής λύσης τον δίνουν οι φανατικοί εθνικιστές, που πιστεύουν στην αποκλειστικότητα του ονόματος.
ΜΕ άλλα λόγια, ότι αυτοί και μόνο αυτοί, είναι οι πραγματικοί απόγονοι του… Μεγάλου Αλεξάνδρου και στην… πάνω και την κάτω Μακεδονία, καθώς και στο κομμάτι εκείνο που ανήκει στη Βουλγαρία.
ΚΑΙ επειδή ο φανατισμός με τη βοήθεια της εθνικιστικής τύφλωσης, όχι μόνο δεν μειώνεται αλλά συνεχίζει να αυξάνεται και να… τεκνοποιεί, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι δεν πρόκειται να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση.
ΤΟ συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης την περασμένη Κυριακή –για να μην αναφερθώ στο δικό μας στην Μελβούρνη που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο- έδωσε μια χρυσή ευκαιρία στους Σκοπιανούς να πετάξουν την «μπάλα» των διαπραγματεύσεων πάλι στην εξέδρα.
ΑΝ εμείς, δεν θέλουμε όχι μόνο να χαθεί η «μπάλα», αλλά και το γήπεδο, και να γίνουμε περίγελος των απανταχού φίλων και συμμάχων μας, πρέπει να απομονώσουμε ως χώρα, όλους αυτούς που αγωνίζονται κατά της σύνθετης ονομασίας.
ΠΙΣΤΕΥΩ, ότι αν η εθνικιστική αλογόμυγα, δεν είχε τσιμπήσει το 1992 τον Αντώνη Σαμαρά και ο τελευταίος δεν είχε ανατρέψει την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το θέμα της ονομασίας του μικρού βαλκανικού κρατιδίου ενδεχομένως να είχε λυθεί από τότε.
ΑΥΤΟ δεν έγινε, αφού ο Σαμαράς δεν ήταν μόνο ένας δεξιόστροφος εθνικιστής, αλλά και ανιστόρητος, όπως όλοι αυτοί που αγωνίζονται για την αποκλειστικότητα του ονόματος Μακεδονία.
ΣΤΗ συνέχεια, θα αναδημοσιεύσω το άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου από την Καθημερινή, γιατί το βρήκα ενδιαφέρον, μιας και προσεγγίζει το ίδιο θέμα από μια εντελώς διαφορετική οπτική γωνία. Να πώς έχει:
“ΦΑΝΤΑΣΘΕΙΤΕ μια Ελλάδα που είχε επεξεργαστεί όσα συμπλέγματα τη συνδέουν με την πολύτιμη αρχαιότητά της.
ΟΧΙ απαραιτήτως στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή, αλλά στις αίθουσες των σχολείων, των πανεπιστημίων, ή ακόμη καλύτερα, στα βιβλία.
ΦΑΝΤΑΣΘΕΙΤΕ μια Ελλάδα που δεν κοκορευόταν μόνον στα διεθνή φόρα και τις αγορές για το Νομπέλ του ποιητή της, αλλά είχε διαβάσει και τον λόγο που έβγαλε για το χρέος απέναντι στη γλώσσα του.
ΦΑΝΤΑΣΘΕΙΤΕ μια Ελλάδα που δεν ναρκισσευόταν μόνον ότι μιλάει μια γλώσσα που τόσες λέξεις έδωσε στην οικουμένη, αλλά μάθαινε από την τρυφερή της ηλικία ότι αυτή η γλώσσα είναι η εξέλιξη της αρχαιότερης ευρωπαϊκής γλώσσας, της μόνης που δεν έπαψε ποτέ να μιλιέται.
ΩΣ εκ τούτου, τη θεωρούσε πολύτιμη και κατανάλωνε πολύ χρόνο για να ανακαλύψει τις εκφραστικές της δυνατότητες και να δει το βάθος του πεδίου της.
Ο χρόνος αυτός δεν πήγαινε χαμένος. Αντάμειβε τους ομιλητές στο Κοινοβούλιο, τους δημοσιογράφους και τους δημοσιολογούντες με την ακρίβεια της έκφρασης και την καλλιέπεια.
ΦΑΝΤΑΣΘΕΙΤΕ μια Ελλάδα που είχε αντιληφθεί ότι η αρχαιότητα δεν ενδιαφέρει μόνον τις κρουαζιέρες αλλά ενδιαφέρει επίλεκτους από όλον τον κόσμο.
ΩΣ εκ τούτου, είχε φροντίσει να φτιάξει πανεπιστήμια που θα τους επέτρεπε να σπουδάζουν εδώ τα ελληνικά τους.
ΜΙΑ Ελλάδα, εν πάση περιπτώσει, που δεν της αρκούσε το όνομα Ελλάδα, αλλά είχε εντρυφήσει στα μυστικά της, συνομιλούσε μαζί της.
ΜΙΑ Ελλάδα που ήταν βέβαιη για την ταυτότητά της, δεν είχε ενοχές απέναντί της και δεν φοβόταν μην της την κλέψουν.
ΦΑΝΤΑΣΘΕΙΤΕ τώρα τι θα γινόταν αν κάποιο γειτονικό της κράτος, ορφανό της τελευταίας βαλκανικής έκρηξης, αντιμετώπιζε ως υπαρξιακή ανάγκη το όνομα μιας περιοχής που κατέχει πρωτεύοντα ρόλο στην ταυτότητα αυτής της Ελλάδας.
Η φανταστική αυτή Ελλάδα, τόσο βέβαιη για την παιδεία της και τις πολιτισμικές της καταβολές, θα κοίταζε με συμπάθεια το νεαρό παιδί, θα θώπευε τον ώμο του και θα του έλεγε:
«ΜΕ συγκινείς, παιδί μου, που θέλεις το όνομά μου. Θα σε βαπτίσω εγώ και θα σε αναλάβω εγώ. Εγώ θα σου μάθω γράμματα, κι εγώ θα σε συστήσω στους μεγάλους».
ΚΑΙ τώρα που φαντασθήκατε αυτήν την Ελλάδα, ξεχάστε την για να προσγειωθείτε στην πραγματική Ελλάδα.
ΜΙΑ χώρα που μισεί τη γλώσσα που μιλάει, μια χώρα που επαίρεται για τις καταβολές της αλλά μπερδεύει ενίοτε τον Κολοκοτρώνη με τον Λεωνίδα, μια χώρα που βρυχάται γιατί φοβάται τη σκιά της, κοινώς τον εαυτό της.
ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ εδώ το «παραμύθι για τη Μακεδονία» και αρχίζει το παραμύθι της Μακεδονίας.
ΕΛΟΝΟΣΙΑ που φέρνει πυρετό κάθε είκοσι και κάτι χρόνια, ή κρίση ταυτότητας μιας κοινωνίας ενοχικής απέναντι στην ταυτότητά της;”
ΑΥΤΑ για σήμερα και ας ελπίσουμε ότι μια μέρα θα απαλλαγούμε από την αλογόμυγα που τα τσιμπήματά της φέρνουν και ελονοσία…