Δεκατρείς παραλλαγές στα θέματα της απελπισίας, της τρέλας, της ουσιαστικής λογοτεχνίας, αλλά και της απουσίας της, της ομορφιάς που εξαφανίζεται, του έρωτα, του θανάτου, του σκοτεινού πεπρωμένου των ανθρώπων. Ο Μπολάνιο καταργεί ακατάπαυστα τα σύνορα, αναμειγνύει ειρωνεία και φανταστικό, κείμενα μυθοπλασίας, πραγματικά πρόσωπα και εφιάλτες: ευνουχισμοί παιδιών, μαύρη μαγεία, περιπλάνηση, πορνογραφία, δολοφονίες, απόγνωση, ύμνοι σε αγαπημένους συγγραφείς, ειρωνεία και μοναξιά…

Μια εντυπωσιακή συλλογή που δίνει το μέτρο του πρωτεϊκού ταλέντου του Χιλιανού συγγραφέα, δεκατρία διηγήματα που προσεγγίζουν τη βία, την ανάγκη και τη συμπόνια για τη ζωή, και όπου διαφαίνεται, πίσω από την αποτυχία και τη σιωπή, η μελαγχολική ενέργεια του συγγραφέα της που καθιερώθηκε ως μία από τις σημαντικότερες φωνές της ισπανόφωνης λογοτεχνίας.

“Οι γυναίκες είναι …  πριγκίπισσες που σε ψάχνουν στο σκοτάδι, κλαίγοντας, ψάχνοντας τις λέξεις που ποτέ δεν θα μπορέσουν να πουν. Ζούμε στην παρεξήγηση κι εκεί διαγράφουμε τους κύκλους της ζωής μας” λέει η ηρωίδα του διηγήματος που δίνει και τον τίτλο της σ αυτή τη συλλογή. Στα “Τελευταία δειλινά στη γη” ο αφηγητής εξιστορεί ένα ταξίδι στο Ακαπούλκο με τον πατέρα του που μετατρέπεται σιγά-σιγά σε κάθοδο στην κόλαση. Στον “Οδοντίατρο” διαβάζουμε την ιστορία ενός μυστηριώδους έφηβου και δύο ενήλικων, που πια έχουν βαρεθεί τα πάντα και κοιτούν γύρω τους από την κορυφή ενός γκρεμού. Στο “Μπούμπα” διαβάζουμε μια ιστορία ποδοσφαίρου μέσα από τρία πρόσωπα: έναν Λατινοαμερικάνο, έναν Αφρικανό και έναν Ισπανό ποδοσφαιριστή, και την εντυπωσιακή ιστορία της ομάδας τους, που άνετα θα μπορούσε να είναι η Μπαρτσελόνα. Στη “Λίστα χορού” βρίσκουμε 59 λόγους για να μη χορέψει κανείς με τον Πάμπλο Νερούδα. Στην “Προεικόνιση του Λάλο Κούρα”, αντιθέτως, αναδύεται μια ιστορία με εμπόρους ναρκωτικών και σκηνοθέτες ταινιών πορνό, ενώ οι “Φωτογραφίες”, ένα από τα τελευταία διηγήματα, μας γυρίζουν για μία ακόμη φορά πίσω στον Αρτούρο Μπελάνο, τον πρωταγωνιστή των “Άγριων ντετέκτιβ”.

Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο, γεννημένος στη Χιλή το 1953, ανήκει στη γενιά εκείνων που έζησαν το καθεστώς του Πινοσέτ. Αν και ζούσε στο Μεξικό, επέστρεψε στη χώρα του για να λάβει μέρος στην αντίσταση. Η φυλάκισή του ήταν πολύ σύντομη κι έληξε εξαιτίας μιας παράξενης σύμπτωσης: ο δεσμοφύλακάς του ήταν παλιός συμμαθητής και τον άφησε να φύγει. Ξαναγύρισε στο Μεξικό και έπειτα έφυγε και πήγε στην Ευρώπη, καταλήγοντας στην Ισπανία. Εκεί έζησε και έκανε οικογένεια, μέχρι τον θάνατό του, το 2003, σε ηλικία μόλις 50 ετών.

Η περίπτωση του Μπολάνιο είναι πολύ ιδιαίτερη για τη λογοτεχνία, και ειδικότερα για εκείνη της Λατινικής Αμερικής. Έχοντας έλθει σε δημόσια αντιπαράθεση με τον Μάρκες και την Αλιέντε, οι οποίοι με το έργο τους είχαν κάνει γνωστή τη λατινοαμερικανική λογοτεχνία σε ένα ευρύτερο κοινό, προερχόταν μάλλον από την κληρονομιά του Μπόρχες και του Κορτάσαρ. Ωμός και εύστροφος, με βαθιά και ουσιαστική γνώση λογοτεχνίας και ποίησης, χαρακτηριζόταν από ένα διαπεραστικό μαύρο χιούμορ, το οποίο είναι εμφανές ακόμα και στις πιο σκοτεινές του στιγμές.

*Στοιχεία για το κείμενο πάρθηκαν από παρουσίαση/κριτική του βιβλίου της Αρχοντής Κόρκα (“Ελευθεροτυπία”, 13 Φεβρουαρίου 2009) και το οπισθόφυλλο του βιβλίου.