Κατάφεραν να πιουν το αίμα των κατοίκων της Θεσσαλονίκης, αλλά και να μπλέξουν στα δίχτυα τους μεγάλους επιχειρηματίες και ανθρώπους του εγχώριου star system. Απλώθηκαν σε όλη την Ελλάδα, και όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, οι αρχηγοί του κυκλώματος τοκογλυφίας και εκβιαστών έβαλαν στο χέρι ακόμα και ομογενείς με μεγάλη οικονομική επιφάνεια.

Οι τέσσερις εγκληματικές οργανώσεις δεν σταματούσαν πουθενά. «Κατάπιναν» τα θύματά τους το ένα μετά το άλλο και όταν έβλεπαν καινούργιο πεδίο δράσης ορμούσαν σαν τα αρπακτικά. Οι δουλειές τους πήγαιναν από το καλό στο καλύτερο, ενώ δεν έχαναν ποτέ την ευκαιρία να επεκτείνουν τους… επαγγελματικούς τους ορίζοντες. Έτσι, μετά τη δραστηριοποίησή τους σε όλες της γωνιές της ελληνικής επικράτειας αναζήτησαν νέα θύματα στον χώρο των Ελλήνων ομογενών που είχαν επιστρέψει από το εξωτερικό. Στο στόχαστρό τους μπήκαν κυρίως νεαρά άτομα που είχαν επιστρέψει από τη Νέα Υόρκη, την Αυστραλία και τη Λατινική Αμερική.

Μάλιστα, οι διωκτικές Αρχές έχουν στα χέρια τους πολλές τέτοιες υποθέσεις. Ανάμεσα σε αυτές βρίσκεται μια «ύποπτη» οικονομική συναλλαγή ενός 31χρονου ομογενούς από την Αυστραλία, ο οποίος φέρεται να έχει τηλεφωνήσει σε έναν από τους αρχηγούς των τεσσάρων εγκληματικών οργανώσεων που εξάρθρωσε η αστυνομία και να συνομιλεί μαζί του για άγνωστο χρηματικό ποσό που του οφείλει. Με το ίδιο ηγετικό στέλεχος «νταλαβέρια» είχε κι ένας ομογενής που έχει γεννηθεί στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Σε συνομιλία που έχει καταγραφεί, ο τοκογλύφος μιλάει με το θύμα του και από τον διάλογό τους προκύπτει ότι ο νεαρός ομογενής έχει πέσει στα δίχτυα του μαφιόζου, καθώς του οφείλει χρηματικό ποσό.

ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΓΙΑ «ΣΠΑΣΙΜΟ»
 
Στα δίχτυα των τοκογλύφων εκβιαστών όμως είχε πέσει κι ένας ομογενής από τη Γερμανία. Ο ελεύθερος επαγγελματίας είχε καταφύγει σε έναν από τους αρχηγούς των εγκληματικών οργανώσεων που είχαν ως έδρα τους τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να του δώσει την «πολύτιμη» βοήθειά του. Η περιπέτεια του ομογενούς από τη Γερμανία ξεκίνησε στις αρχές του 2011, όταν θέλοντας να εξυπηρετήσει έναν συνεργάτη του τον παρέπεμψε στον αρχηγό μιας εκ των τεσσάρων οργανώσεων επειδή ήξερε ότι είχε μεγάλη οικονομική άνεση. Το ραντεβού κλείστηκε και ο συνεργάτης του ομογενούς από τη Γερμανία «εξυπηρετήθηκε», με τη μόνη διαφορά ότι τη νύφη την πλήρωσε ο επιχειρηματίας, ο οποίος μπήκε εγγυητής και οπισθογράφησε τις επιταγές.

Ο αρχηγός της ομάδας «αγόρασε» τις δύο επιταγές του συνολικού ποσού των 20.000 ευρώ έναντι 18.000 ευρώ. Στη συνέχεια, μεταξύ του φίλου του ελεύθερου επαγγελματία και του αρχηγού της εγκληματικής οργάνωσης δημιουργήθηκε κάποιο πρόβλημα, με αποτέλεσμα ο ομογενής από τη Γερμανία να περάσει έναν Γολγοθά. Ως εγγυητής που είχε μπει στις δύο επιταγές αναγκάστηκε από τον αρχιμαφιόζο να του δώσει 20.000 ευρώ. Ο ελεύθερος επαγγελματίας του επέστρεψε τμηματικά το ποσό των 15.000 ευρώ από τον Αύγουστο έως και τον Νοέμβριο του 2011, αλλά δεν πήρε ποτέ πίσω καμία από τις επιταγές, γιατί του όφειλε άλλα 5.000 ευρώ. Αν οι αστυνομικοί δεν είχαν εξαρθρώσει το κύκλωμα, ο εν λόγω άνθρωπος θα είχε δώσει 15.000 ευρώ και θα χρώσταγε ακόμα άλλα 20.000 ευρώ.

Οι διωκτικές Αρχές από τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους, άλλα και από το υλικό που θα συγκεντρωθεί κατά την κύρια ανάκριση εκτιμούν ότι οι παραπάνω περιπτώσεις ομογενών δεν είναι οι μοναδικές και ότι κι άλλοι Έλληνες που έχουν επαναπατριστεί έχουν πέσει θύματα των τοκογλύφων.

ΣΥΖΥΓΟΣ ΜΑΡΚΟΥ ΚΑΡΑΜΠΕΡΗ: «ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ»

«Δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον κύριο. Ο γάμος μας ήταν πάρα πολύ σύντομος». Με αυτά τα λόγια, η Κατερίνα Βασιλάκου απαντάει στην «Epsresso» για τα όσα έχουν δει τις τελευταίες ημέρες το φως της δημοσιότητας και φέρουν τον πρώην σύζυγο της, Μάρκο Καραμπέρη, ως εγκέφαλο του κυκλώματος τοκογλύφων της Θεσσαλονίκης.
Η Κατερίνα Βασιλάκου, όπως αναφέρει η ίδια, ζει μια απόλυτα ήρεμη και ευτυχισμένη ζωή κοντά στα αγαπημένα της πρόσωπα. «Αναγκάζομαι να απαντήσω κατόπιν επίθεσης που δέχομαι όλο αυτό το διάστημα από τον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, σχετικά με τον γάμο μου με τον φερόμενο ως εγκέφαλο της μαφίας της Θεσσαλονίκης, για την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας της δικής μου και της οικογένειάς μου. Είναι απαράδεχτο, απάνθρωπο, να βεβηλώνουν την υπόληψη κάποιου ανθρώπου.

Δεν έχει κανένας δικαίωμα να με κρίνει χωρίς να με γνωρίζει. Έχω μεγαλώσει σε μια οικογένεια με αρχές που δεν ξεπουλάω και δεν θα ξεπουλήσω ποτέ για κανέναν και για τίποτα» αναφέρει και προσθέτει: «Δεν υπήρξα ποτέ βασίλισσα, ούτε έκανα βασιλική ζωή. Έβγαλα ένα πάρα πολύ δύσκολο διαζύγιο στη διάρκεια του οποίου έπρεπε να τηρηθούν πολύ “λεπτές” ισορροπίες και το αντιμετώπισα με απίστευτη υπομονή, πειθαρχία, αντοχή, καθώς και ανοχή. Και όλα αυτά για να κερδίσω την ελευθερία μου και μόνο αυτή».