Η ποιητική συλλογή του Χρήστου Φίφη είναι μια ξεχωριστή προσφορά στην πληθώρα των έργων που έχουν εκδοθεί από Ελληνοαυστραλούς τις τελευταίες δεκαετίες.  Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον τα ποιήματα της συλλογής και θέλω να πω ότι είναι από τα ελάχιστα ποιητικά βιβλία στην ελληνική γλώσσα που καταπιάνονται τόσο άμεσα όσο και καθοριστικά με τα τεκταινόμενα στην πολιτική, οικονομική και  κοινωνική σφαίρα της αυστραλιανής ζωής. Άλλωστε και μόνο ο τίτλος της συλλογής -που παραπέμπει στη φράση ενός από τους «πατέρες» της σημερινής Αυστραλίας, John Batman, όταν εξερευνούσε τη μελλοντική Μελβούρνη τον Ιούνιο του 1835- είναι έκδηλος και πασιφανής.
Στην ευρύτερη ελληνοαυστραλιανή κοινότητα έχουμε την τύχη να διαθέτουμε ποιητές και ποιήτριες που έχουν «ξεφύγει» από τα στενά προκαθορισμένα όρια που συνθέτουν την ποιητική και γενικότερα λογοτεχνική δημιουργία στους Αντίποδες. Και ο Χρήστος Φίφης με τη συλλογή του αυτή είναι ένας από αυτούς.

Η ποίηση του Χρήστου Φίφη ασχολείται άμεσα με την αυστραλιανή πραγματικότητα, παλαιότερη και νεότερη, γιατί μέσα από τα μέρη αυτά της άμεσης ποιητικής του πρόζας προβάλλει ανάγλυφη η εκάστοτε πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα που χαρακτήρισε και συνεχίζει να χαρακτηρίζει την καθημερινότητά μας στην αχανή αυτή χώρα που όλοι μας επιλέξαμε να ζήσουμε και δημιουργήσουμε.

Προβάλλονται, ακόμα, οι αγώνες των ιθαγενών κατοίκων της χώρας για αυτοκαθορισμό και δικαιώματα, τα εκάστοτε χαώδη και καταλυτικά δρώμενα στην Ελλάδα, οι διαπροσωπικές σχέσεις στο σπίτι, στο χώρο εργασίας, στο χώρο διασκέδασης και όλα όσα συνθέτουν όχι μόνο το μικρόκοσμο της ελληνοαυστραλιανής κοινότητας αλλά και τη γενικότερη κοινωνία μας.

Όλα αυτά ιδωμένα από το μάτι, αναλυμένα με το ερευνητικό πνεύμα και αποτυπωμένα αδρά στο χαρτί με την άμεση γραφή του ποιητή Χρήστου Φίφη, ενός από τους ανθρώπους εκείνους που συμμετείχε όσο λίγοι στη συγκρότηση αυτής της παροικιακής κοινότητας, ειδικότερα μέσα από τις εκπαιδευτικές και λογοτεχνικές/πολιτιστικές της εκφράσεις.

Μια ποίηση που τρυπάει σαν καρφί την καθημερινή μας πραγματικότητα, αναταράζοντας, ίσως, τα λιμνάζοντα νερά του εφησυχασμού, του βολέματος και της ματαιοδοξίας, αναδεικνύοντας όλα αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα και αναπάντητα διλήμματα που στοίχειωσαν το παρελθόν μας και συνεχίζουν να ταλανίζουν το παρόν μας, φέρνοντας για μια ακόμα φορά στην επιφάνεια το ζήτημα της άμεσης ανάληψης δράσης για την επίλυση της γάγγραινας των χρόνιων προβλημάτων της μοναξιάς, της αποξένωσης, του αποκλεισμού, της οικονομικής, πολιτικής και άλλης αναξιοπρέπειας.

Και η ποίηση, σε όποιες της εκφράσεις και φόρμες, έχει και πρέπει να έχει υπ’ αριθμόν ένα στόχο αυτό ακριβώς: την αφύπνιση και την έλευση στο φως του πραγματικού μας εαυτού, την ανάδυση των εσώτερων ατομικών και συλλογικών μας παθών, των βιωμένων μας εμπειριών, στην κατεύθυνση της άμεσης κοινωνικοποίησής τους. Και αυτό πιστεύω ότι καταφέρνει ο ποιητής στη συλλογή του τούτη που τόσο ευγενικά μας προτείνει.

Να πούμε ότι στο εξώφυλλο της συλλογής φιλοξενείται έργο του ζωγράφου της παροικίας, Νίκου Σουλάκη, με τίτλο «200 χρόνια αργότερα».