Σαράντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος (1 Απριλίου 2018) απ’ όταν ξέσπασε το περιβόητο ρατσιστικό Σκάνδαλο των Συντάξεων (1 Απριλίου 1978), και το συνακόλουθο κυνήγι μαγισσών πολλών ομογενών του Σίδνεϊ. Αναπόσπαστα συνυφασμένο με αυτό το «σκάνδαλο» είναι το πολυσυζητημένο μυθιστόρημα του συγγραφέα Γιάννη Βασιλακάκου το οποίο, εμπνευσμένο απ’ αυτή την υπόθεση, θεωρείται πλέον «βασικό σημείο αναφοράς» της. Εξού κι έχουν γραφτεί αμέτρητες κριτικές, μελέτες, άρθρα, συνεντεύξεις του συγγραφέα, και άλλα δημοσιεύματα στην Αυστραλία, Ελλάδα και άλλες χώρες.
Το μυθιστόρημα θεωρείται πλέον «κλασικό» στο είδος του, καθώς έχει επανεκδοθεί στα ελληνικά (από τις εκδόσεις Κέδρος), έχει μεταφραστεί κι εκδοθεί στα αγγλικά (από τις εκδόσεις Black Pepper) και συνεχίζει να μεταφράζεται και σε άλλες γλώσσες (όπως π.χ. στα κινεζικά).
Το σημαντικότερο: Τα τελευταία χρόνια «Το Κόλπο» του Βασιλακάκου έχει γίνει αντικείμενο μεταπτυχιακών ερευνών και διδακτορικών διατριβών σε πανεπιστήμια της Ελλάδας, όπως λ.χ. αυτή που εκπονεί η γνωστή λογοτέχνιδα Δώρα Κασκάλη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, με αντικείμενο την πεζογραφία του Βασιλακάκου.
Στο Διεθνές Τέταρτο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών, στη Γρανάδα, με τίτλο: «Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο (από το 1204 έως σήμερα), η Δώρα Κασκάλη, στην ανακοίνωσή της με τίτλο: «Η εθνική ταυτότητα στο τραπέζι του ανατόμου: δύο παράλληλες αναγνώσεις κειμένων της μεταναστευτικής λογοτεχνίας», παρατηρεί:
«Η παρούσα ανακοίνωση προέκυψε από την ενασχόλησή μου με κείμενα της μεταναστευτικής λογοτεχνίας, στο πλαίσιο της εκπόνησης της διδακτορικής μου διατριβής με τίτλο: “Το φάσμα της πατρίδας. Εικόνες μεταναστών: ζητήματα αυτογνωσίας και ετερογνωσίας σε πεζογραφικά κείμενα του 20ού αιώνα”. Θα επιχειρήσω να αναγνώσω δύο μυθιστορήματα, “Το κόλπο” του Γιάννη Βασιλακάκου και “Ένας Έλληνας φοιτητής αυτοκτόνησε στο Παρίσι” του Γιώργου Αλεξανδρινού, τα οποία θεωρώ ότι έχουν μια κοινή προβληματική και ως ένα βαθμό μια όμοια διαχείριση του μυθιστορηματικού υλικού. Χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τις συμβάσεις του αστυνομικού μυθιστορήματος, συνεπέστερα ο Αλεξανδρινός και χαλαρότερα ο Βασιλακάκος, κατ’ ουσίαν δομούν έναν λόγο περί εθνικής ταυτότητας.
Το σασπένς, η υποβόσκουσα ειρωνεία, το παράλογο, ακόμη και το μαγικό στοιχείο παρεισφρέουν στο σώμα του κειμένου προκειμένου να αναδείξουν τα σωθικά του και να περιγράψουν τον ψυχισμό του μετανάστη σε ένα περιβάλλον αλλότριο, το πολυπολιτισμικό του Παρισιού της εοκικής Ευρώπης και το εχθρικό της έρημης χώρας των Αντιπόδων. Η αφετηρία και των δύο ηρώων είναι κοινή ή μάλλον κενή. Το κενό βασανίζει τον σακατεμένο εργάτη στο “Κόλπο”, η απραξία και η “καλοσύνη” της Γαλλικής Πρόνοιας έχουν για χρόνια αδρανοποιήσει τον αντιήρωα του Αλεξανδρινού. Μόνο που στην πρώτη περίπτωση το Κράτος είναι ο “εχθρός”, ενώ στη δεύτερη περίπτωση το υπερκράτος της ΕΟΚ γίνεται ο φύλακας άγγελος της ψυχικής υγείας και της προκοπής όχι μόνο της ατομικής περίπτωσης του ήρωα, αλλά κι ολόκληρου του ελληνικού έθνους.
Σε όλη την έκταση και των δύο μυθιστορημάτων συμπλέκονται και διαπλέκονται δύο “λόγοι”, τους οποίους θα προσπαθήσω να περιγράψω: ο κυρίαρχος του κράτους υποδοχής, όπως εκφράζεται από τα επίσημα όργανά του και ο περιθωριακός του έλληνα μετανάστη. Στο έργο του Αλεξανδρινού φαίνεται ο λόγος του ήρωά του να απορροφάται, σε μια προσπάθεια ομογενοποίησής του, από τον κυρίαρχο λόγο, σε αντίθεση με τον λόγο του ήρωα του Βασιλακάκου, ο οποίος παραμένει μέχρι τέλους απόλυτα συμπαγής. Ωστόσο, η ανατρεπτική τελική πράξη με την οποία κλείνει το βιβλίο του ο Αλεξανδρινός, είναι αποκαλυπτική της σταθερότητας της εθνικής ταυτότητας, ακόμη και στις πιο συστηματικές προσπάθειες εκμαυλισμού και κανονικοποίησής της. Ένα ακόμη δομικό στοιχείο της αφήγησης και στους δύο συγγραφείς είναι τα εθνικά στερεότυπα, όπως αυτό- και ετεροκαθορίζονται, σε μια προσπάθεια κατάδειξης, αλλά και κατάρριψής τους. Αυτά τα στερεότυπα, στα οποία θα αναφερθώ στην ανακοίνωσή μου, φαίνεται να δρουν άλλοτε συνωμοτικά και άλλοτε ανταγωνιστικά στη βιωμένη έννοια της πατρίδας για τους ήρωες των δύο μυθιστορημάτων.
Τέλος, με αφετηρία “Το κόλπο”, θα προσπαθήσω σε αδρές γραμμές να δω τις εκφάνσεις, τις αλλοιώσεις και τις σταθερές της εθνικής ταυτότητας του έλληνα μετανάστη και σε άλλα έργα του Βασιλακάκου και ειδικότερα στα διηγήματά του».