Κοινοβουλευτική επιτροπή συνέστησε στην αυστραλιανή κυβέρνηση να ζητήσει συγγνώμη και να καταβάλει αποζημιώσεις σε χιλιάδες ανύπαντρες μητέρες που υποχρεώθηκαν να δώσουν τα παιδιά τους για υιοθεσία στο διάστημα 1950-1970.

Η ερευνητική επιτροπή της Γερουσίας για τις εξαναγκαστικές υιοθεσίες πρότεινε να ζητήσει η κυβέρνηση συγγνώμη και να εφαρμόσει ένα «πρόγραμμα οικονομικών αποζημιώσεων».

Η πρόεδρος της επιτροπής, γερουσιαστής Ρέιτσελ Σίγουερτ, δήλωσε ότι τής «ράγισε η καρδιά» όταν άκουσε εκατοντάδες γυναίκες και παιδιά, που αναγκάσθηκαν να ζήσουν χωριστά, στο διάστημα από το 1951-1975 στην Αυστραλία, χώρα η οποία τότε ήταν πολύ συντηρητική και βαθιά θρησκευόμενη.

Λόγω της κοινωνικής πίεσης, έστελναν τις νεαρές ανύπαντρες γυναίκες που έμεναν έγκυοι σε συγγενείς τους ή σε θρησκευτικά ιδρύματα.

Σύμφωνα με την έρευνα της επιτροπής της Γερουσίας, πριν ακόμα γεννηθούν, τα παιδιά δίδονταν για υιοθεσία.

Οι μητέρες υποχρεώνονταν να δώσουν τη συγκατάθεσή τους καθώς η υιοθεσία παρουσιαζόταν ως κάτι αναπόφευκτο.

Πολλές φορές αποσπούσαν με δόλο τις υπογραφές τους ή τις πλαστογραφούσαν.

«Έχει αποδειχθεί ότι η συγκατάθεση των μητέρων δεν εξασφαλιζόταν με ομαλό τρόπο. Υπάρχουν αποδείξεις για εξαναγκασμό. Οι πιέσεις, οι πρακτικές και όλη αυτή η πολιτική αποδείχθηκαν τραυματικά για τους φυσικούς γονείς, τα υιοθετημένα παιδιά και τις οικογένειές τους» δήλωσε η Ρέιτσελ Σίγουερτ, παρουσιάζοντας την έρευνα στο Κοινοβούλιο.

Μητέρες και παιδιά είχαν πολύ περιορισμένη πρόσβαση στις πληροφορίες που τούς αφορούσαν.

Το πιστοποιητικό γέννησης του παιδιού έφερε τα ονόματα των θετών γονέων του, καθώς οι Αρχές πίστευαν ότι έπρεπε να «διακοπεί αμέσως κάθε δεσμός» ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί, για το καλό όλων.

«Η κυβέρνηση θα μελετήσει την έκθεση πριν ανταποκριθεί στις συστάσεις της» δήλωσε κυβερνητική πηγή.