Μέσα σε ένα μικρό και γεμάτο με πράγματα γκαράζ στο πίσω μέρος του σπιτιού του, ο Ylmiz Hassan επισκευάζει ένα τετρακίνητο όχημα. Στα 63 του χρόνια, θα έπρεπε να πλησιάζει στη σύνταξη, όμως από ό,τι φαίνεται θα συνεχίσει να εργάζεται για πολλά ακόμη χρόνια.
Από τη δεκαετία του 1970 που ήρθαν στη Μελβούρνη από την Κύπρο, ο Ylmiz και η γυναίκα του Sevgi, εργάζονται σκληρά για να ζήσουν την οικογένειά τους. Ο Ylmiz ξεκίνησε να εργάζεται στην Ford ενώ η Sevgi δίπλωνε και πακετάριζε ζευγάρια καλτσών, αφού έβαζε τα παιδιά της για ύπνο κάθε βράδυ, έναντι 30 cents για κάθε δωδεκάδα.
Το ζευγάρι επένδυσε τα χρήματά του σε πέντε άδειες ταξί, η αξία των οποίων είχε φτάσει μέχρι και το $1 εκατομμύριο δολάρια. Μέσα στα τελευταία χρόνια, όμως, η ταχύτατη ανάπτυξη εφαρμογών όπως η Uber, και η κρίση στα ταξί της Βικτώρια έριξαν κατακόρυφα την αξία τους.
«Εργαστήκαμε τόσο σκληρά γι’ αυτό και μέσα σε μια νύχτα όλα πήγαν στο μηδέν» αναφέρει ο Ylmiz. Το δάνειο που πήρε το ζευγάρι για να αγοράσει τις άδειες βάζοντας σε υποθήκη το σπίτι του, έχει οδηγήσει σήμερα σε χρέος $600.000 δολαρίων, κάτι που όπως ισχυρίζεται ο Ylmiz έχει προκαλέσει στην Sevgi σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας έχοντας αποπειραθεί να αυτοκτονήσει τρεις φορές. «Ζούμε στο ίδιο σπίτι όμως νιώθω σαν, να υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ μας».
ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ, ΧΑΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΖΩΕΣ
Η απώλειες περιουσιών και οι αυτοκτονίες λόγω της κρίσης στην αγορά των ταξί είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Στη νέα Υόρκη, έξι οδηγοί ταξί αυτοκτόνησαν τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν είδαν την αξία των αδειών ταξί να πέφτει από το $1 εκατομμύριο στα $130.000 δολάρια. Σύμφωνα με την ένωση ιδιοκτητών ταξί Κουίνσλαντ, τέσσερα μέλη της έχουν αυτοκτονήσει ενώ η ένωση Victorian Hire Car and Taxi Families στη Μελβούρνη, κάνει λόγο για τουλάχιστον επτά αυτοκτονίες τον τελευταίο καιρό.
Ο πρόεδρος της ένωσης ιδιοκτητών ταξί Κουίνσλαντ, Paul Scaini, ζητά μεγαλύτερη στήριξη από την κυβέρνηση σε όσους ζημιώθηκαν από τις αλλαγές στην αγορά των ταξί και αναφέρει: «Πολλοί ιδιοκτήτες και εργαζόμενοι πλήττονται από σοβαρή κατάθλιψη και τουλάχιστον τέσσερις έχουν βρει τραγικό θάνατο από αυτοκτονία. Αρκετοί έχασαν τα λεφτά που μάζευαν για την σύνταξη και αναγκάστηκαν να πουλήσουν τα σπίτια τους και να ζήσουν με τα επιδόματα της πρόνοιας».
Και στη Μελβούρνη οι ιδιοκτήτες ταξί, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι μετανάστες, είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν κατά της Uber αλλά και της πολιτειακής Κυβέρνησης. Όπως αναφέρει η Sandy Spanos, «Δεν μπορείς να σβήνεις 40, 50, 60 χρόνια δουλειάς από ανθρώπους και να περιμένεις ότι απλώς θα κάνουν στην άκρη. Δεν θα επιτρέψουμε να γίνει κάτι τέτοιο».
Στη Βικτώρια, κυβέρνηση και αντιπολίτευση υποστηρίζουν τις αλλαγές στην αγορά των ταξί, με τους φιλελεύθερους να ξεκινούν την αξιολόγηση της κατάστασης το 2012, προτείνοντας μείωση της αξίας των αδειών ταξί στα $20.000 για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Η ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων είναι το ποσό που προορίζουν για την αποζημίωση οδηγών και επενδυτών.
Μέχρι στιγμής, το Εργατικό Κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, έχει διαθέσει $500 εκατομμύρια για ενίσχυση όσων ζημιώθηκαν. Η Υπουργός Μεταφορών Jacinta Allan, ισχυρίζεται πως οι μεταρρυθμίσεις στη νομοθεσία δεν ευθύνονται για τη μείωση της αξίας των αδειών ταξί, μιας και η πτώση τους θα συνεχιζόταν λόγω της αναταραχής που έχει προκαλέσει η Uber.
Από την άλλη πλευρά, ο σκιώδης Υπουργός Μεταφορών, David Davis έχει υποσχεθεί ένα μεγαλύτερο πακέτο βοήθειας για τους ιδιοκτήτες αδειών, χωρίς όμως να αποκαλύπτει το ακριβές ποσό. «Αυτή τη στιγμή δεν είμαστε στην Κυβέρνηση, δεν έχουμε πρόσβαση στα δεδομένα και δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε μεμονωμένες περιπτώσεις. Όμως θέλω να είμαι ξεκάθαρος στο ότι οι άνθρωποι που έχασαν τις περιουσίες τους δικαιούνται μεγαλύτερες αποζημιώσεις.»
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η UBER
Η εφαρμογή Uber με την οποία κάθε χρήστης κινητού τηλεφώνου μπορεί να συνδεθεί με κάποιον διαθέσιμο οδηγό που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση, ξεκίνησε τη λειτουργία της το 2010 στο San Francisco. Μέσα σε λίγα χρόνια η εταιρεία έφτασε να αξίζει άνω από $50 εκατομμύρια, ενώ επεκτάθηκε σε εκατοντάδες πόλεις ανά τον κόσμο, πολλές φορές παραβιάζοντας την τοπική νομοθεσία.
Η Uber χρησιμοποιούσε διαφορετική προσέγγιση σε κάθε πολιτεία στην οποία δραστηριοποιούνταν, προσπαθώντας να παρακάμψει την ισχύουσα νομοθεσία. Όταν οι οδηγοί της δέχονταν πρόστιμα, η εταιρεία αναλάμβανε τις πληρωμές τους ώστε αυτοί να συνεχίσουν να εργάζονται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα $1,7 εκατομμύρια που η εταιρεία διέθεσε για πρόστιμα στο Κοy;iνσλαντ, μόνο μέσα σε ένα χρόνο.
Οι δυναμικές διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες των οδηγών ταξί σε όλο τον κόσμο, δεν στάθηκαν ικανές ώστε να ανακόψουν την πορεία της Uber.
Η Uber από τη μεριά της, δήλωσε πως θλίβεται από τις αυτοκτονίες των ιδιοκτητών αδειών ταξί και υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για οικονομική ενίσχυση όσων πλήγησαν από τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις ρυθμιστικές αλλαγές στη νομοθεσία.
Ο Dr Stephen King, επίτροπος παραγωγικότητας στην Αυστραλία, αναφέρει πως η ευρεία επέκταση της Uber υπονόμευσε τις ρυθμιστικές δομές του κλάδου των ταξί και υποχρέωσε τις κατά τόπους κυβερνήσεις σε αλλαγές. Σύμφωνα με τον Dr Stephen King όμως, η ταχύτατη ανάπτυξη εφαρμογών όπως η Uber δεν είναι η μόνη αιτία του προβλήματος με τις άδειες, αφού πιστεύει πως η νομοθεσία έχει μερίδιο ευθύνης.
«Οι άνθρωποι που αγόρασαν άδειες ταξί, το έκαναν σε ένα πλαίσιο όπου η κυβέρνηση περιόριζε τον αριθμό αδειών, οδηγώντας τις τιμές σε αύξηση.» Ο Dr King αναφέρει, επίσης, ότι η αναδιοργάνωση της αγοράς των αδειών ταξί θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει σταδιακά από πολύ νωρίτερα, ώστε να γίνει πιο ομαλά η μετάβαση από το καθεστώς των δεκαετιών του 1970 και του 1980 μέχρι τη σημερινή κατάσταση «Οι άνθρωποι έχασαν τεράστια χρηματικά ποσά μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα».
Στην Αυστραλία, οι πολιτειακές κυβερνήσεις σταμάτησαν να διώκουν την Uber λίγα χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή της, και άρχισαν να νομιμοποιούν τις υπηρεσίες που προσέφερε.
Μέσα σε ένα χρόνο από όταν η Κυβέρνηση της Βικτώρια νομιμοποίησε την Uber και άλλες παρόμοιες εφαρμογές, ο αριθμός των οδηγών που τις χρησιμοποιούν διπλασιάστηκε. Για τους καταναλωτές, έχει γίνει πιο εύκολο από ποτέ να βρουν έναν οδηγό που θα τους μεταφέρει από το ένα σημείο στο άλλο, όμως το να ζει κάποιος από το επάγγελμα του οδηγού έχει γίνει πλέον πολύ δύσκολο.
ΔΥΣΚΟΛΟ ΤΟ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΔΗΓΟΥΣ
Ο George Chayeb, οδηγός ταξί που μετανάστευσε στη Μελβούρνη από τον Λίβανο, χρειάζεται $250 δολάρια ανά βάρδια για να καλύψει τα κόστη ενώ σε μια τυπική ημέρα μπορεί να του μένουν μόλις $135 δολάρια. «Μίλησα με την γυναίκα μου στο τηλέφωνο πριν από λίγο. Μου είπε πόσους απλήρωτους λογαριασμούς έχουμε αυτή τη στιγμή και αποφασίσαμε πως θα πρέπει να πουλήσουμε το σπίτι μας αλλιώς θα έχουμε σοβαρό πρόβλημα» δήλωσε ο George, ο οποίος δεν κατηγορεί την Uber για την καταστροφή της περιουσίας του, αλλά τις κυβερνήσεις που δεν χειρίστηκαν σωστά την κατάσταση «Αν θέλουν να διαλύσουν την αγορά των ταξί, ας το κάνουν, να μου δώσουν πίσω όμως τα χρήματά μου. Το να παίρνουν τη δουλειά από εμένα χωρίς να με αποζημιώνουν αντίστοιχα, δεν είναι καθόλου δίκαιο».