Η πρωτοβουλία ενός ιδιοκτήτη εστιατορίου στο Μπρίσμπαν αποδεικνύει ότι οι επιχειρήσεις με ανθρώπινο πρόσωπο και έμπρακτη προσφορά στο κοινωνικό σύνολο δεν είναι μύθος στη σημερινή εποχή.
Περίπου μία δεκαετία προτού ανοίξει το “Ginger and Garlic”, ο κ. Ashish Sood είχε φτάσει στην Αυστραλία με φοιτητική βίζα για να σπουδάσει μαγειρική, χωρίς να γνωρίζει κανέναν που να μπορεί να τον φιλοξενήσει και με τις λιγοστές αποταμιεύσεις του να μην επαρκούν για να νοικιάσει δωμάτιο σε κάποιο ξενοδοχείο.
Αναγκάστηκε να μείνει χωρίς στέγη για δύο εβδομάδες, μια εμπειρία που αν και σύντομη συγκριτικά με την πραγματικότητα χρόνων που βιώνουν πολλοί συνάνθρωποί μας, ήταν επαρκής όχι μόνο για να καταλάβει από πρώτο χέρι τις δυσκολίες που συνεπάγεται η ζωή στον δρόμο, αλλά αποτέλεσε και κίνητρο για να βοηθήσει και αυτός με τον τρόπο του όταν του δόθηκε η ευκαιρία.
Πλέον, με το όνειρό του να έχει πραγματοποιηθεί, όντας ιδιοκτήτης ενός εστιατορίου, ο κ. Sood αποδεικνύει έμπρακτα ότι δεν ξέχασε από πού ξεκίνησε.
Η επιχείρησή του, επί της Adelaide Street στο κέντρο του Μπρίσμπαν, προσφέρει καθημερινά πριν το κλείσιμο δωρεάν γεύματα σε συνανθρώπους μας που έχουν ανάγκη.
“Έχουμε τόσους ανθρώπους χωρίς στέγη, υπάρχουν γύρω στα οχτώ με εννιά άτομα που βλέπω τακτικά[…]
“Οτιδήποτε θέλουν να φάνε είναι χαρά μου να τους το δώσω. Είναι φαγητό που έχει ήδη ετοιμαστεί και διατηρείται ζεστό στους δίσκους μπεν-μαρί και ό,τι έχει περισσέψει. Νιώθω άσχημα να πετάω φαγητό στα σκουπίδια, γι’αυτό είναι καλό αν ο κόσμος το τρώει”, εξηγεί μιλώντας στο ABC.
Το εγχείρημα, που ξεκίνησε ο 33χρονος εδώ και πέντε μήνες, αναγνωρίζουν και οι πελάτες, που όπως λέει τον ενθαρρύνουν να συνεχίσει.
“Κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, αυτή είναι η στήριξη που μπορώ να προσφέρω σε ανθρώπους χωρίς στέγη.
Και είμαι περήφανος για αυτό”, εξηγεί ο κ. Sood.
Πέρα όμως από την υλική βοήθεια που συνεπάγεται η παραχώρηση δωρεάν γευμάτων, εξίσου σημαντικό είναι το στοιχείο της ανθρώπινης επαφής και των σχέσεων που καλλιεργούνται μέσω του εγχειρήματος.
Ο κ. Sood γνωρίζει αυτούς που επωφελούνται από την πρωτοβουλία με το όνομά τους. Τους βλέπει στο μαγαζί και συνομιλεί μαζί τους καθημερινά. Στην πλειοψηφία τους είναι άνδρες, ενώ αρκετές είναι και γυναίκες με παιδιά.
Όπως εξηγεί η Sara Harrup, γενική διευθύντρια της ΜΚΟ υποστήριξης ανθρώπων χωρίς στέγη, “3rd Space”, το φαγητό ως γνωστόν φέρνει τους ανθρώπους κοντά. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να καταστεί και εργαλείο για την καταπολέμηση του στίγματος που συνοδεύει όσους πλήττονται από το φαινόμενο της αστεγίας, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις κοινωνικές προκαταλήψεις και τις λανθασμένες ιδέες που έχει μεγάλη μερίδα του κοινού.
“Συχνά ο κόσμος υποθέτει ότι όλοι [οι άστεγοι] είναι ναρκομανείς ή εγκληματίες ή ότι για κάποιον λόγο τους αξίζει η κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Είναι λοιπόν απομονωμένοι κοινωνικά, αποκλεισμένοι. Ακόμη και η μικρότερη χειρονομία, μια συζήτηση είναι κάτι πολύ σημαντικό.
“Ειδικότερα για τα άτομα χωρίς στέγη στην κοινωνία μας, υπάρχει έντονο στίγμα, ο κόσμος νιώθει άβολα και αυτό βγαίνει στην αντιμετώπισή τους απέναντι στους άστεγους. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντικό να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα δημιουργώντας δεσμούς στην κοινότητα”.
Μόνο στο Μπρίσμπαν, επισημαίνει η κ. Harrup, ο αριθμός των αστέγων ανέρχεται σε 1.700. Και μπορεί να μην τους βλέπουμε όλους να κοιμούνται σε παγκάκια, σκηνές, αμάξια, γιατί χωρίς στέγη θεωρείται οποιοσδήποτε στερείται σταθερής κατοικίας και αναγκάζεται να απευθυνθεί σε οργανώσεις, φίλους, γνωστούς, οποιονδήποτε μπορεί να προσφέρει φιλοξενία για σύντομο χρονικό διάστημα ακόμη και μία ημέρα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των πιο πρόσφατων απογραφών, μεταξύ 2011 και 2016 το ποσοστό των ανθρώπων χωρίς στέγη ανά την Αυστραλία αυξήθηκε κατά 14 τοις εκατό, ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε περισσότερους από 116.000.
Και παρότι οι ουσιαστικές και βιώσιμες λύσεις σε κοινωνικά φαινόμενα όπως η αστεγία προϋποθέτουν κρατική μέριμνα και συστημικές παρεμβάσεις, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι κινήσεις όπως αυτή του εστιάτορα Ashish Sood κάνουν την καθημερινότητα κάποιων ατόμων σε ανάγκη καλύτερη και την κοινωνία μας κάπως πιο ανθρώπινη.