Ενενήντα χρόνια μετά το τελευταίο μακελειό σε βάρος των ιθαγενών της Αυστραλίας, που έλαβε χώρα στο Coniston Station, ένας από τους ηγέτες των ιθαγενών καλεί τους αρμόδιους φορείς και τους ενδιαφερόμενους να σκεφθούν σοβαρά το ενδεχόμενο θεσμοθέτησης μιας Εθνικής Ημέρας Μνήμης όπως γίνεται και με το Anzac Day.
Επιπλέον, οι ηγέτες των τοπικών αυτόχθονων κοινοτήτων απαιτούν μια δημόσια απολογία και συγνώμη από την Αστυνομία της Βόρειας Περιοχής στο γενικότερο πλαίσιο των δράσεών τους για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.
Την Παρασκευή οργανώθηκε μια παραδοσιακή τελετή στο Yurrkuru, μια περιοχή γνωστή πριν ως Coniston Station — σε ανάμνηση των γεγονότων που ξετυλίχθηκαν εκεί το 1928, όταν δεκάδες ιθαγενών δολοφονήθηκαν από άνδρες της Αστυνομίας.
Σύμφωνα με επίσημες αναφορές της εποχής αυτοί που βρήκαν τον θάνατο ήσαν 31, αλλά οι ντόπιοι ιθαγενείς λένε ότι ο αριθμός των νεκρών πλησίασε τους 100.
Ο επικεφαλής του συνεταιτερισμού παραδοσιακών κατόχων γης, Central Land Council, Frances Kelly, είπε ότι ακόμα και σήμερα αρκετός κόσμος δεν ξέρει τίποτα ή γνωρίζει ελάχιστα για το μακελειό αυτό, μια διαδικασία που όπως λέει διήρκεσε σχεδόν δύο μήνες.
«Είναι σαν το Anzac Day, σαν να έρχονται στην επιφάνεια μνήμες ανθρώπων που βρίσκονταν και έζησαν σε εμπόλεμη κατάσταση» είπε. «Αυτό έγινε σε βάρος του λαού μας και είμαστε αποφασισμένοι να το φέρουμε στην επιφάνεια, ανασύροντάς το από τη λήθη».
Σύμφωνα με τις διαθέσιμες μαρτυρίες και τα επίσημα στοιχεία, το μακελειό άρχισε τον Αύγουστο του 1928 με αφορμή τη δολοφονία από έναν ντόπιο ιθαγενή ενός ανθρώπου που έβαζε παγίδες για τα άγρια σκυλιά ντίγκο ονόματι Fred Brookes. Οι Αρχές σε αντίποινα προέβησαν σε επιδρομή και δολοφονία ιθαγενών. Χαρακτηριστικά, ο τότε αξιωματικός της Αστυνομίας, George Murray, παραδέχθηκε αργότερα, ότι ως επικεφαλής αστυνομικού αποσπάσματος σκότωσε 17 άτομα.
Να σημειωθεί ότι σε μια προσπάθεινα κατευναστούν τα πνεύματα από την επίσημη Πολιτεία την τελετή των ιθαγενών επρόκειτο να παρακολουθήσει και ο αρχηγός τη Αστυνομίας της Βόρειας Περιοχής Reece Kershaw, μαζί με απόγονους όσων πήραν μέρος ή εμπλέχθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στα γεγονότα, ελπίζοντας σε μια επίσημη απολογία από την πλευρά του σώματος.
Ωστόσο, ο Frances Kelly λέει ότι η όλη υπόθεση έχει κάτι πιο βαθύ από μια ψυχρή απολογία και μια απλή συγγνώμη καθώς θα πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη προσοχή στα προβλήματα των ιθαγενών κοινοτήτων και να απονέμεται πλήρης δικαιοσύνη στους ιθαγενείς, καθώς ακόμα και σήμερα οι αυτόχθονες πέφτουν πιο εύκολα θύματα διακρίσεων, ενώ μεγάλος αριθμός τους, ιδιαίτερα νέων ηλικιών, οδηγούνται ή ήδη βρίσκονται στη φυλακή σε πολλές περιπτώσεις για ασήμαντα αδικήματα.