Την Τρίτη, 6 Δεκεμβρίου 2011, συνοδέψαμε τον Μάκη Κασαπίδη στην τελευταία του κατοικία. Αυτή όμως δεν θα είναι και η τελευταία μας επαφή με τον γνωστό για το συγγραφικό του έργο, και όχι μόνο, αείμνηστο Μ. Κασαπίδη.

Τα δύο βιβλία του Μάκη Κασαπίδη «Χρύσανθος, ο Αρχιερέας-Εθνάρχης των Ποντίων» και «Οι Αργοναύτες στους Αντίποδες του Νότου» αποτελούν πολύτιμη παρακαταθήκη, από την οποία θα αντλούμε πληροφορίες για μια ιδιάζουσα πτυχή των Ελλήνων της Διασποράς.

Το πρώτο βιβλίο καταπιάνεται με μια ηγετική μορφή των Ελλήνων του Πόντου, αλλά και του αγώνα αντίστασης των Ποντίων στο πρόγραμμα των Νεότουρκων για εξαφάνιση του ελληνικού στοιχείου στον Πόντο, κατά τη διάρκεια του πρώτου τέταρτου του 20ού αιώνα.

Το δεύτερο βιβλίο αποτελεί την πρώτη, διεξοδική και σφαιρική μελέτη, για την παρουσία των ποντιακής καταγωγής Ελλήνων στην Αυστραλία, τον τρόπο οργάνωσής τους, και τις επιδόσεις τους σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων.

Γνωρίζοντας πως τα βιβλία, ιδιαίτερα ιστορικού και ιστοριογραφικού περιεχομένου, έχουν περιορισμένη κυκλοφορία, σκέφτηκα, ως αναγνώριση της προσφοράς του Μάκη Κασαπίδη, αλλά και ως γνωστοποίηση των βασικών πορισμάτων του ερευνητικού του έργου, να καλύψω σε αδρές γραμμές τα δύο του βιβλία από τη στήλη αυτή.

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ Ο ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ – ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ

Το πρώτο από τα δύο βιβλία του Μ. Κασαπίδη «Χρύσανθος, ο Αρχιερέας-Εθνάρχης των Ποντίων», εκδόθηκε από το Εθνικό Κέντρο Ελληνικών Μελετών και Έρευνας (Ε.Κ.Ε.Μ.Ε.) του Πανεπιστημίου La Trobe το 2004. Ο Μ. Κασαπίδης ήταν ο επιστημονικός Συντονιστής του Ινστιτούτου Ποντιακών και Μικρασιατικών Μελετών, ένα από το τμήματα του Ε.Κ.Ε.Μ.Ε.

Το εν λόγω βιβλίο αποτελεί βιογραφική μονογραφία, με άλλα λόγια περιστρέφεται γύρω από το πρόσωπο του Χρύσανθου Φιλιππίδη, Μητροπολίτη Τραπεζούντας, και αργότερα Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.

Παράλληλα, και ως πλαίσιο για τις δραστηριότητες του Μητροπολίτη Χρύσανθου Φιλιππίδη, ο Μ. Κασαπίδης αναφέρεται στο Κίνημα των Νεότουρκων το 1908, το οποίο υπήρξε η απαρχή του τουρκικού σωβινισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Συνέπεια του Κινήματος των Νεότουρκων ήταν τα τραγικά γεγονότα των διώξεων, των εκτοπισμών, και των ομαδικών εκτελέσεων των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, και ιδιαίτερα της περιοχής του Πόντου, πρώτα από το Οθωμανικό καθεστώς, και στη συνέχεια από το Κεμαλικό, με αποκορύφωση την περίοδο 1916-1923, και τον τελικό ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης από τις πανάρχαιες πατρογονικές τους εστίες.
Ο Μητροπολίτης Χρύσανθος γεννήθηκε το 1881 στην Κομοτηνή της Θράκης, και πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1949 στην Αθήνα. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Χαρίλαος Φιλιππίδης.

Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κομοτηνή ο Χαρίλαος γράφτηκε στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1903, και λίγους μήνες αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος. Αμέσως μετά τοποθετήθηκε ως αρχιδιάκονος στη Μητρόπολη Τραπεζούντας, και καθηγηγητής θρησκευτικών στο «Φροντιστήριον Τραπεζούντας». Στη συνέχεια ο Χρύσανθος χειροτονήθηκε Αρχιμανδρίτης, και το 1913, σε ηλικία 32 ετών, ανέλαβε τα καθήκοντα Μητροπολίτη Τραπεζούντας.
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, και τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης, ο Χρύσανθος επέστρεψε στην Ελλάδα, και το Δεκέμβριο του 1938 εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.

Παράλληλα με την εξιστόρηση του βίου και του έργου του Χρύσανθου Φιλιππίδη, ο Μ. Κασαπίδης καλύπτει και τις ακόλουθες θεματικές ενότητες:
* Τις διώξεις του Μικρασιατικού Ελληνισμού και τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Ποντίων.
* Τις διεργασίες για τη σύσταση ενός ανεξάρτητου Πόντου, ή μιας Ποντο-Αρμενικής Ομοσπονδίας.
* Την επονείδιστη στάση των Συμμάχων απέναντι στην Ελλάδα, και τον Ποντιακό και Μικρασιατικό Ελληνισμό κατά την περίοδο 1919-1923.
* Τις εξελίξεις σε περιοχές του εξωελλαδικού Ελληνισμού, όπως η Κύπρος, η Αλβανία, η Ρουμανία, η Αυστραλία, με τις οποίες συνδέθηκε ο Μητροπολίτης Χρύσανθος, μέσα από αποστολές που κατά καιρούς του είχε αναθέσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

* Την κατάσταση που επικράτησε στην Ελλάδα στα πρώτα χρόνια της κατοχής, με το σχηματισμό των γερμανόφιλων κυβερνήσεων, και την άρνηση του Χρύσανθου να συνεργασθεί μαζί τους από τη θέση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.
Μονογραφίες σαν την εν λόγω, όταν γράφονται από υπεύθυνα, και ακαδημαϊκά καταρτισμένα άτομα, τα οποία δεν φείδονται κόπων και χρόνου για να ερευνήσουν διεξοδικά το αντικείμενό τους, να διασταυρώσουν τις πηγές τους, και να τεκμηριώσουν τις απόψεις τους, επιτυγχάνουν, μεταξύ άλλων, να συμπληρώσουν και πολλά κενά στην ιστορία του ελληνικού έθνους.

ΟΙ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΟΔΕΣ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ

Εύστοχος ο τίτλος του εν λόγω βιβλίου, παραπέμπει στην Αργοναυτική Εκστρατεία, και συνδέει τον αρχαίο μύθο με τη σημερινή πραγματικότητα. Μόνο που, στις χιλιετίες που διέρρευσαν από την Αργοναυτική Εκστρατεία, ο Ελληνισμός του Πόντου ξεριζώθηκε από τις πατρογονικές του εστίες, για να επανασυνδεθεί με τις ιστορικές του ρίζες στη Μητρόπολη του ελληνικού έθνους, αλλά και να συμμετάσχει στη σύγχρονη Αργοναυτική Εκστρατεία, δημιουργία της οποίας είναι ο Απόδημος Ελληνισμός.
Από ότι γνωρίζω, αυτό είναι το πρώτο βιβλίο, αντικείμενο του οποίου είναι η παρουσία του ποντιακού στοιχείου σε έναν συγκεκριμένο χώρο του Απόδημου Ελληνισμού, στην προκείμενη περίπτωση την Αυστραλία, τους Αντίποδες του Νότου.

Όπως διαπιστώνουμε από τα Περιεχόμενα του βιβλίου, η διάρθρωσή του δεν είναι μόνο διαχρονική, αλλά και πολυδιάστατη. Με αυτό εννοώ πως ο Μ. Κασαπίδης δεν περιορίσθηκε στην ιστορία της μετανάστευσης των Ελληνοποντίων στην Αυστραλία, αλλά επεκτάθηκε και στην ιστορία, την οργάνωση και τις δραστηριότητες των Ποντιακών Σωματείων, όπως αυτά λειτουργούν στις διάφορες Πολιτείες της Αυστραλίας, καθώς και στην αποτίμηση της κοινωνικής, πολιτιστικής, καλλιτεχνικής και επιχειρηματικής προσφοράς επώνυμων μελών της ποντιακής πατριάς.

Όταν λάβουμε υπόψη πως το ποντιακό στοιχείο αποτελεί ένα ευκολοδιάκριτο, αλλά και ζωτικό κομμάτι της ομογένειας στην Αυστραλία, συνειδητοποιούμε την εθνική σημασία του βιβλίου του Μάκη Κασαπίδη.

Λέω εθνική, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πάνω από το ένα τρίτο του Ελληνισμού ζει έξω από τα δύο Μητροπολιτικά μας Κέντρα: την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ως εκ τούτου, μια ιστορία του ελληνικού έθνους δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη, αν περιορίζεται μόνο στην ιστορία της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι ελληνικές παροικίες έχουν ως πρωταρχικούς, αλλά και κύριους πυλώνες, την Εκκλησία, τις κοινότητες, τα σωματεία, τις αδελφότητες και τους άλλους οργανισμούς, που έλκουν τις ρίζες τους από διάφορα διαμερίσματα της Ελλάδας, ή από την Κύπρο.
Η ιστορία της ελληνικής ομογένειας, όπως αυτή διαμορφώνεται διαχρονικά στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις δραστηριότητες αυτών των συλλογικών φορέων. Ως εκ τούτου, η καταγραφή των δραστηριοτήτων αυτών συμβάλλει στην εποπτική θεώρηση και συγγραφή της ιστορίας του Απόδημου Ελληνισμού.

Τα ποντιακά σωματεία εντάσσονται στους συλλογικούς οργανισμούς που λειτουργούν στα πλαίσια των ελληνικών παροικιών. Αυτά όμως έχουν την ιδιομορφία ότι δεν ταυτίζονται με συγκεκριμένα διαμερίσματα της Ελλάδας, δεδομένου ότι ως πρόσφυγες, οι Πόντιοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της. Τα ποντιακά σωματεία αποτελούν τις εστίες των συλλογικών εκδηλώσεων των ποντιακής καταγωγής Ελλήνων, και τα μέσα για τη διάσωση της ιδιόμορφης τρισχιλιετούς πολιτιστικής τους παράδοσης, που από τον Πόντο μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, την προαιώνια κοιτίδα του, και από εκεί εξακτινώθηκε προς κάθε σημείο της Υφηλίου.

Το ότι ο Μ. Κασαπίδης έχει περισυλλέξει, και έτσι περισώσει, το πλούσιο αρχειακό υλικό των Ποντιακών Σωματείων, και έχει καταγράψει τις εμπειρίες και δραστηριότητες επώνυμων ομογενών ποντιακής καταγωγής, αποτελεί μια τεράστια συμβολή στην ιστοριογραφία όχι μόνο του Ελληνισμού της Αυστραλίας αλλά και του εν γένει Απόδημου Ελληνισμού.

Με το βιβλίο του «Χρύσανθος, ο Αρχιερέας-Εθνάρχης των Ποντίων» ο Μάκης Κασαπίδης έχει διευρύνει την ελληνική βιβλιογραφία με την έρευνα για το έργο του Αρχιερέα Χρύσανθου Φιλιππίδη, ένα μεγάλο μέρος του οποίου ήταν στενά συνυφασμένο με τις δραματικές εξελίξεις στον Πόντο κατά τη δάρκεια του πρώτου τέταρτου του 20ού αιώνα.
Στο δεύτερο βιβλίο του «Οι Αργοναύτες στους Αντίποδες του Νότου» ο Μ. Κασαπίδης έχει καταγράψει, και έτσι περισώσει, τις μέχρι πρόσφατα δραστηριότητες, συλλογικές και ατομικές, στους κόλπους της ποντιακής πατριάς της Αυστραλίας, καταθέτοντας ένα πλήρως ερευνημένο, επιστημονικά δομημένο, αντικειμενικά αναλυμένο και δόκιμα διατυπωμένο ιστορικό, πολιτισμικό και κοινωνικό μελέτημα.

Με τα δύο αυτά του βιβλία, και με την εν γένει προσφορά του στα ελληνικά γράμματα στην Μελβούρνη, ο Μάκης Κασαπίδης παίρνει επάξια μια περίοπτη θέση στις τάξεις των ομογενών που πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες στην ομογένεια της Αυστραλίας.