Ο οπερατέρ του Ελληνικού κινηματογράφου, Νίκος Δημόπουλος, που πέθανε πρόσφατα στη Μελβούρνη σε ηλικία 85 ετών, ήταν μια από τις πιο σημαντικές μορφές της «χρυσής εποχής» του ελληνικού κινηματογράφου.
Έκανε σχεδόν εβδομήντα ελληνικές ταινίες, τις περισσότερες με την «Φίνος Φιλμ» και σχεδόν όλες τις μεγάλες επιτυχίες της δεκαετίας του ’60.
Ο ίδιος θεωρούσε μεγαλύτερή του επιτυχία την ταινία «Το Χώμα βάφτηκε κόκκινο».
Στο βιβλίο του «Ο Κινηματογράφος, τα πρόσωπα κι εγώ», ο Γιάννης Δαλιανίδης έγραφε, μεταξύ άλλων, στο κεφάλαιο «Πολύτιμοι συνεργάτες»:
«Πολλά χρωστάω στους καλούς διευθυντές φωτογραφίας. Είναι οι άνθρωποι της ζωής μου, αφού ζωή μου υπήρξε ο κινηματογράφος.
Είκοσι τέσσερις ταινίες γύρισα με τον Νίκο Δημόπουλο μέσα στον Φίνο. Δεν χρειαζόταν να του δίνω οδηγίες για το πλάνο. Γύρισα μαζί του τις πιο μεγάλες μου επιτυχίες, από «Κατήφορο» ως το «Μια κυρία στα μπουζούκια», «Γοργόνες και Μάγκες» και πολλές άλλες. Δυστυχώς, ο Νίκος έφυγε για την Αυστραλία και τον χάσαμε».
Γιατί εγκατέλειψε, όμως, ο Νίκος Δημόπουλος την Ελλάδα;
«Όταν ανέλαβε ο Ιωαννίδης, επί δικτατορίας, ο πατέρας μου έκανε τρεις ταινίες. Έβαλε όλα τα λεφτά του εκεί. Η δικτατορία τις έκοψε. Δεν είχε άλλη επιλογή από το να φύγει» μας λέει ο γιος του, Θοδωρής Δημόπουλος, και συμπληρώνει ότι οι ταινίες αυτές δεν έχουν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα.
Στην Αυστραλία δεν χάθηκε ο Νίκος…
Εργάστηκε για την αυστραλιανή τηλεόραση καθώς και οι Αυστραλοί πίστευαν ότι ο Νίκος Δημόπουλος «δεν φωτογράφιζε απλά μια ιστορία, αλλά μετείχε, ουσιαστικά, στον αισθητικό προβληματισμό. Έκανε τέχνη».
Για την παρουσία του στην Αυστραλία, ο κουμπάρος του, δημοσιογράφος Δημήτρης Παπαγεωργίου, έγραψε:
«Στην Ελλάδα, όλες οι παλιές κινηματογραφικές ταινίες γράφουν το όνομά του και στην αυστραλέζικη τηλεόραση για πολλά χρόνια εμφανίζονταν συχνά το Camera mαn: Nick Dimopoulos.
Aν και ο Νίκος ήρθε σε μεγάλη ηλικία στην Αυστραλία και τα αγγλικά του ήταν περιορισμένα, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα κατάφερε να βελτιώσει την αγγλική, να γίνει διευθυντής φωτογραφίας στο Κανάλι 7 και να βάλει τη σφραγίδα του σε πολλές παραγωγές στη χώρα των καγκουρό!!
Τον γνώρισα το 1973, απο τον πρώτο σχεδόν καιρό που είχε φτάσει στην Αυστραλία…
Εργαζόμουν τότε στο “Νέο Κόσμο” και ήμουν υπεύθυνος για τα καλλιτεχνικά και τη νυχτερινή ζωή της Μελβούρνης, όταν τον είδα να έρχεται με το Βασίλη Ηλιάδη, τον επιχειρηματία από το Σίδνεϊ, που οργάνωνε την περιοδεία του Θανάση Βέγγου στην Αυστραλία.
Ο Βασίλης ήρθε να με καλέσει να πάμε παρέα στο Περθ, απ’ όπου ο Έλληνας κωμικός θα άρχιζε με τον θίασό του την περιοδεία του και μετά το “ΟΚ” βρέθηκα να παίρνω συνέντευξη από το Νίκο Δημόπουλο…
Φορτωμένος με καλλιτεχνικές δάφνες, γλυκομίλητος και πάντα με το χαμόγελο ο Νίκος, μέσα σε λίγες ώρες η συνέντευξή του ήταν έτοιμη.
Μίλησε για το “Χώμα βάφτηκε Κόκκινο” και μου έλεγε για τις περιπέτειες που είχε στην πατρίδα μου τα Τρίκαλα για το γύρισμα αυτής της ταινίας που έκανε πάταγο, αλλά και για τις δεκάδες ταινίες που με υπομονή και επιμέλεια πέρασαν μέσα από τον φακό του..
Τι να πρωτοθυμηθώ και τι να πρωτοπώ για τον άνθρωπο που στις 14 Ιουλίου 1974, έγινε ο κουμπάρος μας στον Αη Δημήτρη του Περάν, στο γάμο μας με τη Μερσίνα..
Με το Νίκο Δημόπουλο δεν ήταν δυνατόν να πλήξεις μιας και είχε τόσες εμπειρίες από τη ζωή του ελληνικού κινηματογράφου και τους αστέρες του που όλο και κάτι θα θυμούνταν από τα γυρίσματα ή τις διαφωνίες που είχε με ηθοποιούς ή σκηνοθέτες… Και να ήθελε να ξεχάσει του τα θύμιζε η Πόπη η σύζυγός του… που και αυτή πριν δύο χρόνια αποχαιρέτησε τη ζωή.
Ο Νικόλας, όπως προανέφερα, σύντομα βρέθηκε να είναι επικεφαλής στα στούντιο του καναλιού «7» και συχνά να μου διηγείται τα καθημερινά της εργασίας του…
Έχω ακούσει για τον «ωραίο» Κούρκουλο, τη Βουγιουκλάκη -τη «δύστροπη»- τη Τζένη Καρέζη, τον «ευγενή» Μάνο Κατράκη και, γενικά, για όλους τους φιρμάτους εκείνης της εποχής… Την εποχή εκείνη γυρίσαμε μαζί και ένα φιλμάκι το “Πάσχα στη Μελβούρνη” που προβλήθηκε μερικές φορές και περιέγραφε πώς γιορτάζουν οι Έλληνες της Μελβούρνης τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα..
Το πόσο πολύ όμως αγαπούσαν και εκτιμούσαν το Νίκο και τη δουλειά του οι Έλληνες ηθοποιοί το διαπίστωσα όταν ο Βέγγος ήρθε στη Μελβούρνη το 1973 και έπαιξε “ο Τρελός του Λούνα Παρκ” με το Ζανίνο, το Βελέντζα και άλλους και όλοι έτρεξαν να τον αγκαλιάσουν και τον ρωτούσαν για τα πάντα. Η σκηνή, βέβαια, με το Βέγγο, που μόλις τον είδε έτρεξε κατοστάρι και πήδηξε επάνω του κραυγάζοντας… «Νικόοοοόλαααααα… Πού είσαι καλέ μου άνθρωπε..; Γιατί μας εγκατέλειψες;» ήταν το κάτι άλλο και ευτυχώς την αποθανατίσαμε…».
Στην Αυστραλία ο Νίκος Δημόπουλος δεν έδινε πολλές συνεντεύξεις.
Πριν αρκετά χρόνια, όμως, μίλησε στο Μπάμπη Σταυρόπουλο για το «Νέο Κόσμο» από όπου σταχυολογούμε και τα ακόλουθα αποσπάσματα:
«Το 1951 απολύθηκε από στρατιώτης ο Νίκος Δημόπουλος και δεν δυσκολεύτηκε να πιάσει δουλειά στην «Φίνος Φιλμ», λόγω του επαγγέλματός του (ήταν φωτογράφος), αλλά και των γνωριμιών που ήδη είχε, αφού στο στούντιο που διατηρούσε με κάποιον άλλο, τύπωνε τις φωτογραφίες της «Φίνος». Το στούντιο της εταιρίας στην οδό Στουρνάρα και ολόκληρος ο κόσμος του ελληνικού κινηματογράφου ήταν μια μεγάλη οικογένεια με «πατέρα» τον αξιαγάπητο Φιλοποιμένα Φίνο, τον άνθρωπο που αφιέρωσε ολόκληρη την ζωή του στο μεγάλο του έρωτα που δεν ήταν άλλος από τον κινηματογράφο.
Τη μνήμη του ανθρώπου αυτού, στον οποίο ο Νίκος Δημόπουλος και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες και τεχνικοί, χρωστούν τα πάντα, πρόσβαλε η Αλίκη Βουγιουκλάκη με τα όσα είπε σε τηλεοπτική της συνέντευξη.
Η Αλίκη είχε μιλήσει γενικά για τους μεγάλους έρωτες της ζωής της και, πιο συγκεκριμένα, για τον δεσμό της με τον τότε διάδοχο και αργότερα (τέως πλέον), βασιλιά Κωνσταντίνο.
Μεταξύ των άλλων είπε, ότι ο Φιλοποίμην Φίνος ήταν «εκ των ένδων» γνώστης του «βασιλικού ρομάντζου» και «πονηρά σκεπτόμενος» έκανε «πλάτες» στον Κωνσταντίνο να συναντάει κατά την διάρκεια των γυρισμάτων την Αλίκη, ανοίγοντας μάλιστα και ειδικό δρόμο για το σπορ αυτοκίνητο του Κοκού.
Η αναφορά της Βουγιουκλάκη στον Φίνο στάθηκε αφορμή να μιλήσει για πρώτη φορά ο μεγάλος και γνωστός οπερατέρ της «Φίνος Φιλμ» τόσο για την εποχή εκείνη όσο και για τα τεκταινόμενα στον καλλιτεχνικό κόσμο.
Ας συμπληρώσουμε, όμως, το πλάνο γύρω από τον Νίκο που αφήσαμε στη μέση.
Η άνοδος του Νίκου Δημόπουλου στην «Φίνος Φιλμ» ήταν ραγδαία και μέσα σε λίγα χρόνια είχε γίνει ένας από τους πιο περιζήτητους κινηματογραφιστές της πατρίδας.
Στη «Φίνος» εργάστηκε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, οπότε και σχημάτισε τη δική του εταιρία παραγωγής ταινιών.
Οι εποχές, όμως, ήταν δύσκολες και τα πράγματα στην Ελλάδα -λόγω χούντας κυρίως- πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο.
Έτσι, το 1973 αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και στις 15 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς βρέθηκε στη Μελβούρνη με τη γυναίκα και τα παιδιά του.
Στη Μελβούρνη έπιασε αμέσως δουλειά στα μεγάλα στούντιο της «Κρόφορντ Προντάξιον» και, μεταξύ άλλων, κινηματογράφησε τις γνωστές αυστραλέζικες σειρές «Χομισάϊντ» και «Σάλαβανς».
Στην «Κρόφορντ» έμεινε μέχρι τις αρχές του 1980, οπότε οι παραγωγές φιλμ πέρασαν σε βίντεο.
Αυτή ήταν και η τελευταία του επαφή με έναν κόσμο και μια δουλειά που αγάπησε πολύ, αλλά που άρχισε σιγά-σιγά ν’ αλλάζει και να τον αποξενώνει, αφού δεν του προσέφερε τις παλιές ωραίες συγκινήσεις.
Έτσι μακριά απ’ όλους και από όλα και ιδιαίτερα τη δημοσιότητα και του καλλιτεχνικού κόσμου, είχε ένα μαγαζί με κορνίζες στο Sydney Rd., του Brunswick.
Πολλοί λίγοι γνώριζαν ότι αυτός είναι ο μεγάλος οπερατέρ της «Φίνος Φιλμ» και ο ίδιος φρόντιζε να μην το μάθουν.
Κατά τη διάρκεια των 15 χρόνων που τον γνωρίζω, του ζήτησα αρκετές φορές να «μιλήσουμε» για την εποχή εκείνη, αλλά αρνείτο πάντα.
«Δεν έχω τίποτα να πω, μου απαντούσε, καλύτερα άστα…»
Μεταξύ μας, όμως, τα λέγαμε, αλλά δεν τα γράψαμε…
Το ποτήρι ξεχείλισε με τη συνέντευξη της «εθνικής μας σταρ».
«Ε, δεν μπορεί πια αυτή η γυναίκα προκειμένου να αυτοδιαφημιστεί να λέει ό,τι θέλει και να χρησιμοποιεί τα πάντα».
Έτσι άρχισε η συζήτηση μας και συνεχίστηκε για όλους και για όλα, αλλά κυρίως για την Αλίκη και τα καμώματά της.
«Θυμάμαι ότι από την πρώτη στιγμή που την έφερε στην «Φίνος Φιλμ» ο Νίκος Τσιφόρος η γυναίκα αυτή χρησιμοποιούσε όλα τα μέσα προκειμένου να καθιερωθεί και να κερδίσει περισσότερα χρήματα.
Δεν σταματούσε μπρος σε τίποτα και ήταν ιδιαίτερα γνωστή για τις σχέσεις της με άτομα της τρίτης ηλικίας που διέθεταν χρήματα και επιρροή.
Άλλωστε και η ίδια δεν έκρυβε ορισμένους από τους παράνομους δεσμούς της, διαλέγοντας όμως να μιλήσει μόνο γι’ αυτούς που θα μπορούσε να δημιουργηθεί κάποιος θόρυβος που θα την μπορεί πια να διατηρηθεί τσαχπίνα και πεταχτούλα στα εξηνταδύο της χρόνια…» (Μιλάμε για το 1993).
— Είναι 62 χρονών η Βιουγιουκλάκη;
— Περί αυτού δεν νομίζω ότι υπάρχουν αμφιβολίες…
Τι άλλο από το παρελθόν, τους «παράνομους έρωτες» και τα γαργαλιστικά «βασιλικά ρομάντζα» θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η Αλίκη προκειμένου ν’ ανταγωνισθεί τις σημερινές σταρ που διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και γνωριμίες;
Με ενόχλησαν όμως τα ψέμματά της και η αναφορά της στο Φίνο.
Ποτέ ο Φίνος δεν θα έκανε κάτι τέτοιο γιατί ήταν ένας τίμιος άνθρωπος που για να πετύχει τους στόχους του χρησιμοποιούσε μόνο έντιμα μέσα.
Κατ’ αρχήν, ο τότε διάδοχος είχε έλθει με την αδελφή του την Σοφία, μόνο μια φορά στο στούντιο των Αγίων Αναργύρων το οποίο είχε μόνο μια πόρτα. Χωρίς κατσάβραχα.
Και να ήθελε ο Φίνος και η Αλίκη να κρύψουν το δεσμό δεν θα μπορούσαν γιατί μια χούφτα άνθρωποι είμαστε που ήξερε ο ένας το τι έκανε ο άλλος ακόμα και στην κρεββατοκάμαρά του».
— Υπήρχε όμως δεσμός;
– Κανείς δεν ξέρει στην πραγματικότητα εκτός από τους ίδιους.
Πολλά λέγονταν, όχι μόνο γι’ αυτό αλλά και για άλλα πράγματα, που άλλα ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα και άλλα όχι.
Σίγουρο όμως είναι ότι υπήρχε μεγάλος έρωτας με τον τέως.
Και δεν το λέω για να υπερασπισθώ τον Κοκό, που δεν έτρεφα ποτέ καμμιά συμπάθεια, αλλά έτσι για την αλήθεια.
Η Βουγιουκλάκη, λόγω των ιδιαίτερων σχέσεών της με τους εκδότες των εφημερίδων της δεξιάς που μεσουρανούσαν τότε, είχε όση προβολή ήθελε και κατάφερνε να επιβάλει τους όρους της στον Φίνο.
Έτσι έπαιρνε πάντα κάτι παραπάνω από τη μερίδα του λέοντος από τις ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστούσε και κάθε φορά που πληρωνόταν όλοι εμείς οι υπόλοιποι, τεχνικοί και ηθοποιοί για τρεις βδομάδες παίρναμε έναντι…
Ήταν πασίγνωστη η Βουγιουκλάκη για την φιλοχρηματία της γι’ αυτό έκανε άλλωστε και κολοσσιαία περιουσία, ενώ ο Φίνος με τις τόσες μεγάλες επιτυχίες των ταινιών πέθανε στην ψάθα.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη υπήρξε, κατά τη γνώμη μου, μια από τις μεγάλες πληγές του ελληνικού κινηματογράφου. Όλες της σχεδόν οι ταινίες ήταν πάνω στο ίδιο μοτίβο και τα σενάρια δεν διέφεραν μεταξύ τους.
Δεν μπορώ, βέβαια, να πω τα ίδια πράγματα για την Καρέζη που υπήρξε πραγματικά η μεγάλη κυρία του ελληνικού κινηματογράφου.
Η Τζένη ήταν χρυσός άνθρωπος και γνήσια καλλιτέχνης, ενώ η Αλίκη δεν κατάφερε να ξεπεράσει το σύνδρομο της «γατούλας»…
Ο καθένας με τις δυνάμεις του. Πέρα, όμως, από αυτό ήταν και εκδικητικό άτομο.
Φτάνει να σου πω ότι κάποτε έσβησε ένα τσιγάρο στο πρόσωπο ενός συνάδελφου της…
– Πριν λίγο ανέφερες ότι ήταν γνωστή για τις σχέσεις με άτομα «τρίτης ηλικίας». Συμβαδίζει αυτό με τις σημερινές της προτιμήσεις για νέους αρκετών δεκαετιών μικρότερών της;
-Ίσως σήμερα προσπαθεί να αποκτήσει ό,τι στερήθηκε νέα…
Οι τότε σχέσεις της με μεγαλύτερα άτομα είχαν συγκεκριμένο στόχο, την άνοδό της. Δηλαδή, κάτι έβγαζε από αυτές τις σχέσεις η Βουγιουκλάκη.
Τώρα όμως τα πράγματα άλλαξαν και προτιμά να έχει σχέσεις με άτομα πολύ μικρότερά της.
Είπαμε και άλλα, πάρα πολλά για την εποχή εκείνη.
Ο Νίκος είναι αστείρευτη πηγή.
Τελειώνοντας του έκανα την ερώτηση, γιατί δεν ασχολείται άλλο με τον κινηματογράφο και την φωτογραφία.
— … Είμαι απογοητευμένος και πικραμένος απ’ όλα αυτά, μου απάντησε».