Ο τίτλος του σημερινού άρθρου θυμίζει έναν άλλο τίτλο βιβλίου: «Μαύρη Αθηνά», του καθηγητή Martin Bernal. Ο εν λόγω καθηγητής προσπάθησε – ανεπιτυχώς – να περάσει την άκρως περίεργη άποψη ότι ο δυτικός πολιτισμός δεν έχει ρίζες αρχαιοελληνικές, αλλά φοινικικές και αιγυπτιακές. Συνεπώς, η θεά Αθηνά ήταν μαύρη, πίσσα!
Όμως το σημερινό άρθρο δεν θα ασχοληθεί με το τερατούργημα αυτό: θα ασχοληθεί με τη μαυρίλα της σύγχρονης Αθήνας, μια μαυρίλα που περιγράφει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Μαρία Τζάνη σε πρόσφατη συνέντευξή της που παραχώρησε στο τηλεοπτικό κανάλι «Κόντρα», στην εκπομπή «Terra Incognita». Ας την ακούσουμε:
ΛΕΕΙ Η ΤΖΑΝΗ
«Στην αρχαία πόλη φρόντιζαν να έχουν απεικονίσεις εικαστικές, όπως τα αγάλματα, που δημιουργούσαν στους πολίτες μια διάθεση ανάτασης. Και αυτό το χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας, επειδή γνώριζαν τη σημασία της αισθητικής, μιας ανωτέρας αισθητικής που την υπαγορεύει η πηγής της αισθητικής – η Φύση. Αυτή η αισθητική συνιστά ήθος.
»Τα έχουμε αφήσει βορά σε κλέφτες, αρχαιοκαπήλους, καταστροφείς πάσης φύσεως. Διότι η πόλη μας συνέχισε, από μεγάλους αρχιτέκτονες που σεβάστηκαν την κληρονομιά –που σημαίνει το αττικό τοπίο– που έπρεπε τα κτίσματα να δένουν και να μην το πνίγουν, ούτε να ακυρώνονται από το τοπίο, αλλά να δένουν αρμονικά και να το αναδεικνύουν, και να αναδεικνύονται και τα ίδια, δημιουργώντας τα νεοκλασικά μας κτήρια. Όταν δεν παραδίδονται στη λεηλασία των πάσης φύσεως καταληψιών, που πηγαίνουν εκεί είτε για να πάρουν τη δόση τους είτε για να ασελγήσουν είτε για να αρχίσουν να τα ληστεύουνε. Όταν δεν τα κάνουν όλα αυτά, τα καίνε.
»Το κέντρο της Αθήνας –το ιστορικό της κέντρο– έχει καταντήσει περιοχή που φοβούνται οι πολίτες να την περιδιαβούν. Φοβούνται να μείνουν εκεί. Μετακομίζουν αλλού. Γνωρίζω ότι νοικιάζουν διαμερίσματα αλλοδαποί και μετά εκβιάζουν με ανήθικο τρόπο, με όλες τις μαφίες που έχουν –τις διαφορετικές μαφίες εθνοτήτων– να τους τα πουλήσουνε σε ευτελέστατο τίμημα.
»Πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Ενέχει αυτή η ιστορία και πάρα πολλούς μεγάλους κινδύνους για την πορεία μας. Δεν ξέρω τι σκέφτεται ο δήμαρχος, ο άρχοντας αυτής της πόλης. Ξέρω όμως ότι οι πολίτες στενάζουν, αγανακτούν και απελπίζονται – και κρίμα. Ζούμε σε μια πόλη που είχε χαρακτηριστεί διεθνώς, από τους ξένους, «διαμαντόπετρα στο χέρι της Γης», στο δαχτυλίδι που φοράει η Γη και το στόλιζε, τη στολίζει. Σήμερα μπορούμε να πούμε το ίδιο πράγμα;
»Εκατό δισεκατομμύρια νευρώνες που παράγει ο καθένας –ενόσω ζούμε– ο καθένας από τους πολίτες, ηλεκτρομαγνητικά πεδία τα οποία εκλύονται, όπως εκλύεται η θερμότητα που παράγουμε, αυτά έχουν ένα πρόσημο, ανάλογα με τις σκέψεις, τις προθέσεις, την ψυχική μας διάθεση, την αγωνία, τον τρόμο, το φόβο, τη χαρά ή την αγαλλίασή μας. Αντιλαμβάνεσθε, λοιπόν, ότι όταν εκπέμπουμε απόγνωση, οργή, τι περιμένετε να συμβεί στην πόλη; Είναι ενεργειακά πεδία αυτά που τη συσκοτίζουν, αυτή την υπέροχη πόλη, γιατί οι Έλληνες γνώριζαν πού ιδρύουν τις πόλεις τους.
»Οι Έλληνες –ιδιαίτερα οι Αθηναίοι– δεν επέτρεπαν, εάν είχατε μια θλίψη, για προσωπικούς λόγους, δεν επέτρεπαν να κυκλοφορείτε στην πόλη. Έπρεπε να πάτε στο Ασκληπιείο ή σ’ έναν φίλο σας και να το αντιμετωπίσετε. Διότι – λέγανε – εάν βγείτε έξω, θα κάνετε και τους άλλους πολίτες να μυούνται, να θλίβονται κι εκείνοι. Τους το μεταβιβάζετε».
ΤΙ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ
Σε ερώτηση της δημοσιογράφου, «τι θα προτείνατε λοιπόν στον Αθηναίο, ο οποίος ζει και βιώνει αυτή την κρίση, προκειμένου να βοηθήσει, κατ’ αρχήν τον εαυτό του και παράλληλα να βοηθήσει την πόλη του να αποκτήσει ξανά το φως που είχε;», η καθηγήτρια Τζάνη απαντά:
«Να καταγγέλλει κάθε εκβιασμό. Να συσπειρώνονται, όχι κατά μόνας γιατί είναι επικίνδυνοι αυτοί, αλλά να συσπειρώνονται οι πολίτες εκεί που ζουν. Να απαιτούν από την Πολιτεία προστασία του χώρου. Να μην τον εγκαταλείπουν, είτε έχοντας μαγαζί είτε έχοντας σπίτι, από φόβο ή από απόγνωση. Να το παλεύουν. Να δίνουν μάχη. Να απαιτούν να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα από ό,τι ρυπαίνει, από ό,τι συνιστά ασέλγεια, από ό,τι συνιστά ύβρη στη μνήμη, στα ταυτότητά μας στοιχεία, σ’ αυτό που είναι η ψυχή μας, η παράδοσή μας, η περιουσία μας. Είμαστε λαός και έθνος και πρέπει να επιβιώσουμε ως τέτοιο».
ΚΑΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ…
Παρακολουθώντας τον ελλαδικό Τύπο, βλέπω ότι με τον κωδικό «Αθηνά» ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, «σκουπίζει» το κέντρο της Αθήνας και το καθαρίζει από τους λαθρομετανάστες. Επιλέχτηκε ο κωδικός «Αθηνά» ως σύμβολο αναγέννησης του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Έτσι επιχειρείται, για πρώτη φορά, η συστηματική απομάκρυνση των λαθρομεταναστών και η κράτησή τους σε ειδικά κέντρα, κυρίως παλαιά στρατόπεδα που δεν λειτουργούν πλέον ως τέτοια.
Ωστόσο, ο αρμόδιος υπουργός αντιμετωπίζει προβλήματα: οι δήμοι δεν δέχονται στην «αυλή» τους την κατασκευή και λειτουργία κέντρων κράτησης λαθρομεταναστών. Για παράδειγμα, ο δήμαρχος Αχαρνών αντέδρασε μόλις πληροφορήθηκε ότι θα κατασκευαστεί κέντρο υποδοχής λαθρομεταναστών στην Αττική, σ’ ένα παλαιό στρατόπεδο της Αεροπορίας. Παρόμοιες αντιδράσεις εκδηλώθηκαν στην Κοζάνη και σε άλλες περιφέρεις της χώρας.
Τέλος, να πούμε εδώ ότι ο αριθμός των παράνομων μεταναστών στην Ελλάδα φτάνει τις 800.000. Πιθανόν πολλοί από αυτούς θα αναγκαστούν μόνοι τους να φύγουν από τη χώρα, όταν καταλάβουν ότι δεν θα μπορούν πια να κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσα στους Έλληνες πολίτες.