Οδυσσέας Κρυπωτός
«Και το βραβείο Ξεχωριστής Προσφοράς στην υποστήριξη ηλικιωμένων, λαμβάνει ο Koryom “Tut”Nyon». Με αυτά τα λόγια και εν μέσω χειροκροτημάτων, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Φροντίδας Γιώργος Λεκάκης, ανήγγελλε ότι το κορυφαίο βραβείο για τους υπαλλήλους του φιλανθρωπικού οργανισμού, το λάμβανε ένας προσηνής φροντιστής από το Νότια Σουδάν. Ο «Σούπερμαν» όπως συνηθίζουν να τον αποκαλούν οι Έλληνες ηλικιωμένοι που διαμένουν στον οίκο ευγηρίας της Φροντίδας στο Templestowe όπου και εργάζεται.

«Ο Tut θα καθήσει δίπλα στον ηλικιωμένο μέχρι αυτός να αισθανθεί άνετα. Ακόμα και αν χρειάζεται να τον μετακινήσει ένα εκατοστό», ήταν μερικά από τα σχόλια που έχει λάβει η διεύθυνση του οίκου ευγηρίας σχετικά με τον χαμογελαστό και ιδιαίτερα ντροπαλό Tut.

Η ιστορία του Tut όμως δεν ήταν πάντα γεμάτη χαρές και φιλοφρονήσεις. Κάθε άλλο. Στην εφηβεία του αναγκάστηκε από την κυβέρνηση του Σουδάν, μαζί με άλλα 120 παιδιά, να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή με τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό του Σουδάν, κατά τον εμφύλιο πόλεμο που μάστιζε τη χώρα. Πολλά από τα παιδιά βασανίστηκαν και τουλάχιστον 50 σκοτώθηκαν. Ο Tut κατάφερε να γλιτώσει τη θηριωδία του πολέμου αλλά δεν μπορούσε να γυρίσει στο σπίτι του πια. Ο πατέρας του βασανίστηκε από μέλη του Απελευθερωτικού Στρατού για να ομολογήσει που κρυβόταν ο Tut, αλλά αυτός δεν λύγισε. Μετά από εκείνη την ημέρα ο Tut δεν ξαναείδε τον πατέρα του.

Ο Tut κατέληξε στο κέντρο προσφύγων Sholekole της Αιθιοπίας το 1998. Εκεί θα έμενε για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ο ενθουσιασμός του αλλά και η ανιδιοτέλειά του ήταν από πολύ νωρίς εμφανής και γρήγορα ανέλαβε καθήκοντα παροχής τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης στους υπόλοιπους πρόσφυγες του κέντρου, για λογαρισμό της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR). Επίσης έγινε μέντορας για πολλά παιδιά και τα προέτρεψε να συνεχίσουν την εκπαίδευση τους και τους παρείχε την υποστήριξη που χρειαζόταν κάθε παιδί για να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες σε ένα κέντρο προσφύγων.

Το ταξίδι στην Αυστραλία

Η ζωή του Tut άλλαξε το 2003, όταν έμαθε ότι ένας ξάδελφός του ήρθε στη χώρα. Η εσωτερική του ανάγκη για προσφορά στους συνανθρώπους του δεν θα άλλαζε. Έγινε κοινωνικός λειτουργός και άρχισε να βοηθάει μετανάστες που κατέφθαναν στη χώρα.
Το 2012 αποφάσισε να αλλάξει επαγγελματική καριέρα και να γίνει φροντιστής ηλικιωμένων. Ήταν τότε που εντάθηκε στη Φροντίδα, και άρχισε να εργάζεται στον οίκο ευγηρίας του οργανισμού στο Templestowe. Ο ενθουσιασμός του και η αφοσίωσή του δεν έχουν αλλάξει από τότε.
«Αγαπάω την ελληνική κοινότητα. Όταν τη συγκρίνω με τη δική μου κοινότητα, βρίσκω ότι έχουμε πολλά κοινά, τον πολιτισμό και την αντίληψη. Αγαπάμε την οικογένεια μας.
Για μένα οι ηλικιωμένοι εδώ, είναι σαν τον πατέρα και τη μητέρα μου».

Μάλιστα, σε έναν καιρό όπου τα Μέσα Ενημέρωσης βομβαρδίζονται από ιστορίες παραβατικότητας με επίκεντρο συμμορίες νεαρών Σουδανών, ο Tut προτείνει έναν διαφορετικό δρόμο για τους νεαρούς συμπατριώτες του.
«Μπορεί πολλοί να διστάζουν να ενταχθούν στο τομέα φροντίδας ηλικιωμένων αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική για όσους οργανισμούς ακολουθούν το σωστό δρόμο».
Να σημειώσουμε ότι ο Tut προέρχεται από ένα τόπο όπου οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονται με το μέγιστο σεβασμό. Θεωρούνται σχεδόν ιερά πρόσωπα τα οποία οι νεότεροι έχουν υποχρέωση να στηρίξουν, για όσο χρειαστεί.
Μπορεί αρκετοί στην Ελληνική κοινότητα να παραξενεύονται που ένας πανύψηλος Σουδανός είναι δίπλα στα αγαπημένα τους πρόσωπα, προσπαθεί να τους μιλήσει ελληνικά αλλά είναι και ένας από τους υπευθύνους που τους κάνει να αισθάνονται χαρούμενοι. Για τις οικογένειες όμως είναι κάπως διαφορετικά. «Είναι γιος του Θεού και η Φροντίδα είναι ευλογημένη που τον έχει».
Κάθε φορά που γνωρίζω έναν άνθρωπο στην Αυστραλία, μου αρέσει να μαθαίνω την ιστορία του. Ο Tut, με την γαλήνια έκφραση και τα μεγάλα του μάτια, δεν σε προδιαθέτει για τα όσα έχει περάσει. Αλλά, ο καθένας έχει έρθει στη χώρα με τη δική του βάρκα. Με τα δικά του βάσανα, τις δικές τους ανησυχίες. Η βασική αξία του πολυπολιτισμού είναι η αποδοχή του συνανθρώπου μας, ανεξαρτήτως χρώματος, φύλου, ηλικίας και πολιτισμού. Οι Έλληνες ηλικιωμένοι για άλλη μία φορά λοιπόν, μας δίνουν το παράδειγμα αποδοχής και κατανόησης το οποίο θα πρέπει να ακολουθήσουν και οι νεότερες γενιές ομογενών.