Το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών, ο Ελληνο-Αυστραλιανός Πολιτιστικός Σύνδεσμος, ο Παναρκαδικός Σύλλογος Μελβούρνης και Βικτωρίας «Ο Κολοκοτρώνης», και το Πολιτιστικό Τμήμα της ΑΧΕΠΑ Βικτωρίας οργανώνουν την ερχόμενη Τετάρτη, 12 Δεκεμβρίου στις 7.00 μμ στην αίθουσα του Παναρκαδικού Συλλόγου «Ο Κολοκοτρώνης» 570 Victoria Street, North Melbourne, πολιτιστική εκδήλωση με τίτλο Αναζητώντας τον Μεγαλέξανδρο στα Βάθη της Ασίας: Καισάρεια το Πνευματικό Κέντρο της Καππαδοκίας. Τη εκδήλωση, την οποία θα παρουσιάσει στο κοινό, ο Καθηγητής Αναστάσιος Τάμης, έχει θέση υπό την αιγίδα του ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, κ. Βασίλειος Παπαστεργιάδης. Η ενδιαφέρουσα αυτή πολιτιστική εκδήλωση χωρίζεται σε δύο μέρη.
Μέρος Α: Οι Έλληνες της Καππαδοκίας (ο ρόλος και η συμβολή των Καππαδοκών Ελλήνων, η προσφορά τους στα γράμματα και την Ορθοδοξία, η προσοφορά τους στην Ελλάδα από τον Σεπτέμβριο του 1924)
Μέρος Β: Παρουσίαση του βιβλίου της κυρίας Αικατερίνης Νικολαΐδου-Ντανάση με τίτλο”Καισάρεια (Τόμος Α’). Η Μονή του Τιμίου Προδρόμου – Το πνευματικό και εκπαιδευτικό κέντρο της Καππαδοκίας”. Το βιβλίο της κ. Νικολαΐδου, αποτελεί πρωτοποριακή έρευνα και μελέτη, μαρτυρία-θησαυρό κι ένα ιστορικό οδοιπορικό που στηρίζεται στο μεράκι της ιστορικού.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης θα παρουσιαστεί αδρομερώς το οδοιπορικού του αποικισμού της Καππαδοκίας από τους Μυκηναίους και αργότερα από τον Ελληνισμό της Ιωνίας και Καρίας, θα αναδειχθούν οι κύριοι σταθμοί στην ιστορία και εξέλιξη του Ελληνισμού της περιοχής που γέννησε τους μεγαλύτερους Πατέρες της Ορθοδοξίας, συμπεριλαμβανομένων του Ιωάννη Χρυσοστόμου, Βασιλείου, Γρηγορίου Ναζιανζού και Νύσσης, του Αγίου Σάββα και άλλων Αγίων και Μαρτύρων, αλλά και μεγάλων μορφών του Ελληνισμού του 20ού αιώνα, συμπεριλαμβανομένων του Αριστοτέλη Ωνάση, του Πρόδρομου Μποδοσάκη από τη Νίγδη και άλλων. «Πρόκειται για μία από τις πλέον σημαντικές ιστορικά περιφέρειες που άκμασε ο Ελληνισμός και αντέταξε τον πολιτισμό και την πίστη του ως ασπίδα, ως αιγίδα για να προστατεύσει την ελληνική του ταυτότητα, στα βάθη της Ανατολής, της Μικράς Ασίας. Η περιοχή αυτή, όπου ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις παρέμειναν με αμιγή ελληνικό πληθυσμό, και άλλα, όπου Έλληνες και Τούρκοι συμβίωσαν ειρηνικά τον χώρο μέσα στον χρόνο, αναγκάστηκαν μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1924, να ξερριζωθούν και να επιστρέψουν στις πατρογονικές εστίες των παππούδων τους, διάσπαρτα στη Ελλάδα, αποβιβαζόμενοι στα μεγάλα τότε λιμάνια των Πατρών, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Το ιστορικό αυτό οδοιπορικό θα αναπτύξουμε σύντομα, πριν παρουσιάσουμε το βιβλίο της ιστοριοδίφιδος κ. Αικατερίνης Νικολαΐδου-Ντανάσση» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Δρ. Αναστάσιος Τάμης.
Σχετικά με το οδοιπορικό του ξερριζωμού των χιλιάδων Καππαδοκών και την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα, η συγγραφέας του βιβλίου και ιστοριοδίφις, κ. Νικολαΐδου αφηγείται: «…Πόνεσα για τα χαμένα τους όνειρα και τις ελπίδες που διαψεύσθηκαν. Αλλά όλο αυτό το εκπαιδευτικό εγχείρημα στην Καισάρεια δεν χάθηκε, μεταφυτεύθηκε καρποφόρα στην Ελλάδα και βοήθησε στην ομαλότερη ένταξη των προσφύγων στον εθνικό κορμό και στην κοινωνική και οικονομική πρόοδο της Ελλάδας. Η επέκταση της ελληνικής επικράτειας και η μεγάλη συρροή προσφύγων είχε δημιουργήσει μεγάλη ζήτηση σε διδασκαλικό προσωπικό. Με την Ανταλλαγή εκατοντάδες δάσκαλοι και πολλές νηπιαγωγοί που εκπαιδεύτηκαν στην Καισάρεια, κατέφυγαν πρόσφυγες στην Ελλάδα και στελέχωσαν τα ελληνικά σχολεία…»
Σχετικά με τους Καππαδόκες εκείνους, οι οποίοι απώλεσαν την Ελληνική γλώσσα, η κ. Νικολαΐδου παρατηρεί:
« Οι Ρωμιοί μιλούσαν την τουρκική και αιτιολογώντας την τουρκοφωνία τους, την απέδιδαν στο γεγονός ότι προ πολλών ετών οι Τούρκοι έκοψαν τις γλώσσες των γονέων, με αποτέλεσμα τα παιδιά, μη έχοντας κανένα άκουσμα της ελληνικής γλώσσας, έμαθαν την τουρκική. Ωστόσο, γνώριζαν την ιδιαίτερη γραφή της τουρκικής με τους χαρακτήρες του ελληνικού αλφαβήτου. Ο καθηγητής Παντελής Κοντογιάννης μας παρέχει μία ικανοποιητική εξήγηση για την τουρκοφωνία των χριστιανών, γράφοντας τα εξής: «Ἐκ τῶν Ἑλλήνων μικρασιατῶν οἱ εὑρεθέντες ἐντός πυκνοῦ τουρκικοῦ πληθυσμοῦ ἀπέμαθαν τήν Ἑλληνικήν καί ἀπέβησαν τουρκόφωνοι. Ἀλλά διά τῶν σχολείων ἐπανέκτησαν ἐν μέρει ἤ τελείως τήν Ἑλληνικήν»
Κέντρα του Ελληνις
μού αλλά και της διατήρησης της Ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, υπήρξαν στην καππαδοικία, τα μοναστήρια. Η Μονή του Τιμίου Προδρόμου υπήρξε η κορωνίδα της μάθησης και διδασκαλίας, αλλά και ιρησκευτικό τέμενος όχι μόνον για τους Χριστιανούς αλλά και τους οθωμναούς, όπως μάς διηγείται η κ. Νικολαΐδου:
«… Η Μονή υπήρξε πάντοτε ιερός χώρος και τόπος προσκυνήματος για όλες τις θρησκευτικές κοινότητες δηλ. για τους χριστιανούς, τους μωαμεθανούς και τους Αρμενίους. Κάθε Πέμπτη προσέρχονταν οι μωαμεθανοί που διανυκτέρευαν στη Μονή και το πρωί της Παρασκευής αναχωρούσαν, αφού ο ιερέας τους διάβαζε την καθιερωμένη ευχή. Το Σάββατο προσέρχονταν και διανυκτέρευαν οι χριστιανοί. Οι ασθενείς πολλές φορές ανέφεραν ότι εβίωσαν το «πάτημα» του αγίου, δηλαδή τη θεία παρέμβαση για θεραπεία. Σε αντάλλαγμα, προσκόμιζαν στη Μονή δώρα, συνήθως κοκόρια ή ζώα. Στις αρχές του 19ου αιώνα η Μονή ταυτίσθηκε, από τον οικουμενικό πατριάρχη Κύριλλο ΣΤ′ (1813-1818) με την αρχαία Μονή Φλαβιανών, όπου ασκήθηκε ο άγιος Σάββας από τη Μουταλάσκη και έτσι η περιοχή ταυτίστηκε με τα αρχαία Φλαβιανά. Αναδιοργανωτής της Μονής υπήρξε ο ηγούμενος Παΐσιος Κεπόγλου από το 1805-1832), από τα Φάρασα που εισήγαγε το κοινοβιακό σύστημα και έκτοτε επιβλήθηκε τάξη και σημειώθηκε πνευματική και οικονομική πρόοδος. Με την επιστασία του καθιερώθηκε υψηλό επίπεδο πνευματικής άσκησης, αυξήθηκαν οι μοναχοί που εγκαταβίωναν και παράλληλα μαθήτευαν στο Σχολείο της Μονής. Από τους μοναχούς, 16 αναδείχθηκαν αργότερα σε επισκόπους και μητροπολίτες.”
Μετά την παρουσίαση του βιβλίου και τη λήξη της εκδήλωσης θα ακολουθήσει δεξίωση στο σπίτι των Αρκάδων. Η εκδήλωση είναι δημόσι