Ως απρόβλεπτα χαρακτήριζαν όλοι τα αποτελέσματα των εκλογών πριν από την περασμένη Κυριακή. Τώρα, που το μετεκλογικό σκηνικό έχει πλέον πάρει την τελική, και πολυσχιδή, μορφή του, εκλογείς και εκλεγμένοι δεν μπορούν να πιστέψουν αυτά που βλέπουν, που ακούνε και που διαβάζουν.
Και περισσότερο απ’ όλους, οι Πρόεδροι των δύο παραδοσιακά μεγάλων κομμάτων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, Αντώνης Σαμαράς και Ευάγγελος Βενιζέλος αντίστοιχα, οι οποίοι δυσκολεύονται να συνειδητοποιήσουν, και να συμβιβασθούν, με το γεγονός ότι τα κόμματά τους, μεταξύ τους, πήραν μόνο το 32% των ψήφων, από το περίπου 80% που έπαιρναν τα τελευταία 30 χρόνια.

Ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος με την εμμονή του για εκλογές, και το πάθος του για το θώκο του Πρωθυπουργού, οδήγησε τη χώρα στην παρούσα χαώδη κατάσταση, κατά την προεκλογική περίοδο δήλωνε αλαζονικά πως το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η αυτοδυναμία του κόμματός του, για να έχει τη δυνατότητα «να τα αλλάξει όλα». Και τα άλλαξε, όχι όμως όπως περίμενε.

Στον λόγο που εκφώνησε από την Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης την περασμένη εβδομάδα, ο κ. Σαμαράς είπε με κατηγορηματικό τόνο και τα ακόλουθα:
«Το λέμε καθαρά: δεν θέλουμε να συγκυβερνήσουμε. Θέλουμε καθαρή εντολή για να τα αλλάξουμε όλα. Όσοι μιλάνε για συγκυβέρνηση, δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε. Κι εμείς είμαστε ο μεγάλος τους φόβος. Γιατί θέλουμε να τα αλλάξουμε όλα».

Στους άθλους του Ηρακλή παραπέμπουν τα λόγια του Αντώνη Σαμαρά: «Γιατί θέλουμε να τα αλλάξουμε όλα». Τόσα, και αδύνατον να γίνουν στη θητεία μιας κυβέρνησης, είναι τα κακώς κείμενα στην Ελλάδα, που δεν υπολείπονται των άθλων που ζητήθηκε να κάνει ο Ηρακλής. Όμως εκείνος ήταν ημίθεος, ενώ ο Α. Σαμαράς είναι ένας θνητός πολιτικός. Τα λόγια του αυτά θα γίνουν Ερινύες, μια και ο λόγος για ελληνική μυθολογία, που θα τον καταδιώκουν στο υπόλοιπο του πολιτικού του βίου.
Απορώ αν τώρα διαισθάνεται ότι το πρώτο που πρέπει να αλλάξει είναι η δική του μεσσιανική πεποίθηση, η αντίληψή του ότι είναι ο αναντικατάστατος σωτήρας της χώρας.
Πρόσφατα, από την στήλη αυτή είχα αναφερθεί στο αρχαίο ελληνικό δράμα, και έκλεισα τη σειρά εκείνη με την τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη».

Ένα από τα κύρια θέματα που διαπραγματεύεται ο Σοφοκλής σε αυτήν την τραγωδία του είναι οι καταστρεπτικές συνέπειες της υπεροψίας και αλαζονίας, ιδιαίτερα όταν αποτελούν χαρακτηριστικό της προσωπικότητας ατόμων που βρίσκονται σε ηγετική θέση. Ένα τέτοιο πρόσωπο ήταν ο Κρέων, βασιλιάς της αρχαίας Θήβας.
Ο Σοφοκλής κλείνει την τραγωδία με τα ακόλουθα λόγια του Χορού των γερόντων:
«Πολλώ το φρονείν ευδαιμονίας πρώτον υπάρχει… Μεγάλοι δε λόγοι μεγάλας πληγάς των υπεραύχων αποτείσαντες γήρα το φρονείν εδίδαξαν».
Δίνω τη μεταγλώττιση στη νεοελληνική από τον Γεράσιμο Μαρκαντωνάτο:
«Η σωφροσύνη είναι η υπέρτατη προϋπόθεση της ευτυχίας… Οι αλαζονικοί άνθρωποι, αφού πληρώσουν τα φουσκωμένα τα λόγια τους με μεγάλες συμφορές, στα γεράματα φρόνιμοι νά ’ναι μαθαίνουν».
Τα παραπάνω σοφά λόγια ισχύουν και στην προκείμενη περίπτωση, μόνο που τις συνέπειες της αλαζονίας δεν την πληρώνει το συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά η χώρα του.

ΑΚΥΒΕΡΝΗΣΙΑ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

Οι πρώτες μετεκλογικές εξελίξεις δεν αποτελούν ευοίωνα σημεία. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Ελληνιής Δημοκρατίας, κ. Κάρολος Παπούλιας, την περασμένη Δευτέρα ζήτησε από τον κ. Σαμαρά, ως Πρόεδρο του Κόμματος με το μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων, να διερευνήσει τη δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης.
Μετά από τις επαφές που είχε με τους Προέδρους των άλλων πολιτικών κομμάτων, ο κ. Σαμαράς δήλωσε ότι οι προσπάθειές του για σχηματισμό κυβέρνησης δεν τελεσφόρησαν, και ως εκ τούτου ενημέρωσε σχετικά τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο οποίος θα ζητήσει από τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει την ίδια διαδικασία για σχηματισμό κυβέρνησης.

Δεδομένου ότι και ο κ. Τσίπρας δεν θα μπορέσει να συγκεντρώσει τον αριθμό των βουλευτών για πλειοψηφία στη Βουλή (τουλάχιστον 151), όλες οι ενδείξεις τείνουν προς τις επαναληπτικές εκλογές.

Το ερώτημα που τίθεται, εν όψει μιας τέτοιας προοπτικής, είναι ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για την Ελλάδα αυτού του ριζικού μετασχηματισμού του πολιτικού χάρτη της Ελλάδας, με την απαξίωση και αποδυνάμωση των δύο μέχρι πρόσφατα μεγάλων κομμάτων, και την στροφή στα κόμματα της αριστεράς και της άκρας δεξιάς.
Κάτω από τις υφιστάμενες συνθήκες, η μόνη κυβέρνηση που θα μπορούσε να συγκροτηθεί θα ήταν κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατικής Αριστεράς, η οποία θα συγκέντρωνε 170 βουλευτές. Αλλά και μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα είχε λαϊκό έρεισμα, αφού τα τρία αυτά κόμματα δεν αντιπροσωπεύουν ούτε το 40% του εκλογικού σώματος.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα αποτελέσματα των εκλογών έκφράζουν την αγανάκτηση της πλειονότητας του ελληνικού λαού για τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόσθηκαν στο πλαίσιο των δύο Μνημονίων.
Θα ήταν όμως λανθασμένη η ερμηνεία ότι η λαϊκή οργή φείλεται αποκλειστικά στην αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου των δύο τελευταίων χρόνων, όπως επιχείρησε να κάνει ο Αντώνης Σαμαράς.

Η οργή του λαού στράφηκε και στα δύο κόμματα που διακυβέρνησαν τη χώρα κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, και κυρίως από το 1981, όταν σχημάτισε κυβέρνηση το κόμμα του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Ήταν κατά τη διέρκεια της περιόδου αυτής που τα συνεχή δημοσιονομικά ελλείμματα οδήγησαν στον αλόγιστο δανεισμό, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να ανέλθει κατακόρυφα κατά την περίοδο 2004-2009, όταν τη διακυβέρνηση της χώρας είχε η Νέα Δημοκρατία , υπουργός της οποίας είχε χρηματίσει και ο κ. Σαμαράς.
Τα Μνημόνια προέκυψαν ως αποτέλεσμα της ανεύθυνης οικονομικής πολιτικής των προηγούμενων κυβερνήσεων, και δεν επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αρέσκονται να σχυρίζονται οι «αντιμνημονιακοί». Και να μην ξεχνάμε το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους κατά 103 δισεκατομμύρια ευρώ, με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι απορίας άξιο πώς οι Πρόεδροι των δύο μέχρι πρόσφατα μεγάλων κομμάτων δεν είχαν δει τα συμπτώματα του λαϊκού αναβρασμού, και ευελπιστούντες σε «αυτοδυναμία» ζήτησαν τη διεξαγωγή εκλογών, όταν στο πρόσωπο του Λουκά Παπαδήμου η Ελλάδα είχε έναν Πρωθυπουργό που έχαιρε της εκτίμησης των ηγετών της Ευρώπης και της Αμερικής, και κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση, και την αποφυγή της κοινωνικής διάσπσασης.
Σε αυτήν την περίπτωση πρυτάνευσε η προσωπική φιλοδοξία των Προέδρων των κομμάτων που παραδοσιακά είχαν ασκήσει εξουσία. Τα μικρότερα κόμματα πολύ σωστά είχαν διαγνώσει την λαϊκή αγανάκτηση, και είχαν κάθε λόγο να ταχθούν υπέρ των εκλογών, αφού θα έβγαιναν από αυτές κερδισμένα, όπως και έγινε.

ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

Οι εκλογές δεν οδήγησαν μόνο σε πολιτικό αδιέξοδο, έχουν και οικονομικές επιπτώσεις. Μόλις ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα, ο Γενικός Δείκτης Τιμών στο Χρηματιστήριο Αθηνών σημείωσε πτώση κατά 7,07%.

Προβλήματα θα αντιμετωπίσει και το ελληνικό Δημόσιο, δεδομένου ότι η ρευστότητά του θα επαρκέσει μέχρι τα μέσα Ιουνίου. Παράλληλα, σύμφωνα με πηγές των Βρυξελλών, η επόμενη δόση του μηχανισμού στήριξης, ύψους 5,3 δισεκατομμυρίων ευρώ, έχει ήδη προγραμματισθεί για τις 10 Μαΐου. Τυπικώς έχει εγκριθεί, ωστόσο μένει να φανεί ποια θα είναι η στάση των Βρυξελλών, όπου επικρατεί κλίμα αναμονής για τις εξελίξεις. Σημειωτέον ότι μέσα στον Μάιο πρέπει να αποπληρωθούν ομόλογα 4,45 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τα νέα από τις Βρυξέλλες είναι ότι, λόγω της πολιτικής ρευστότητας που επικρατεί στην Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες, είναι αδύνατο να συζητηθεί η δόση του Ιουνίου, η οποία πρέπει να διαπραγματευθεί με την Τρόικα εντός του Μαΐου. Σύμφωνα με το Μνημόνιο, η δόση του Ιουνίου θα πρέπει να περιλαμβάνει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς του ιδιώτες, ύψους 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα χρειάζεται χρειάζεται λεφτά.

Με άλλα λόγια, όπως λέει το αρχαίο ρητό «Δει δη χρημάτων, και άνευ τούτων ουδέν έστι γενέσθαι των δεόντων».
Ήδη, η Πία Χάνσεν, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δήλωσε πως πρόθεση της Ε.Ε. είναι να βοηθήσει την Ελλάδα, με την προϋπόθεση ότι θα παραμείνει εντός Ευρωζώνης.

Αυτά, για τα «αντιμνημονιακά» κόμματα αποτελούν «ασήμαντες» λεπτομέρειες. Όπως «σήμαντη» λεπτομέρεια είναι και η ικανότητα της ελληνικής Κυβέρνησης να πληρώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και τις συντάξεις των πολιτών.
Καλός, και αποδοτικός, όπως αποδείχθηκε, ο αντιμνημονιακός λόγος κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Όμως η «αχλάδα πίσω έχει την ουρά», όπως θα διαπιστώσουν τα αντιμνημονιακά κόμματα, αν μπορέσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Και δεν θα αργήσουν να νιώσουν τη οργή του ελληνικού λαού, όταν διαπιστώσει πως οι μειώσεις στους μισθούς και στις συντάξεις μπορεί να είναι επώδυνες, η μη πληρωμή τους όμως είναι αφόρητη. Και τότε η ψήφος της διαμαρτυρίας θα μετατραπεί σε λόγο κατηγορίας και πράξεις λαϊκής ανυπακοής…