Οι επόμενες ημέρες δεν θα είναι μόνο καθοριστικές για την πορεία που θα ακολουθήσει η Ελλάδα στα επόμενα χρόνια. Θα αποτελέσουν ένδειξη για το κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες των Ευρωπαίων ηγετών που οραματίσθηκαν ένα ευρωπαϊκό σχήμα που θα ένωνε τις χώρες της Ευρώπης, μετά από δύο Παγκόσμιους Πολέμους.
Η Ε.Ε. απαρτίζεται από 27 κράτη της Ευρώπης. Ένας αριθμός κρατών-μελών το 1999 υιοθέτησε ως κοινό νόμισμα το ευρώ, εγκαταλείποντας τα εθνικά τους νομίσματα. Η Ελλάδα υιοθέτησε το ευρώ το 2001, ενώ η Κύπρος το 2008. Σήμερα 17 είναι τα κράτη-μέλη της ΕΕ που έχουν ως κοινό νόμισμα το ευρώ, και απαρτίζουν την Ευρωζώνη.
Τώρα η Ευρωζώνη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Από τις επιλογές που θα κάνουν τα κράτη που την απαρτίζουν κατά τη διάρκεια του 2012 θα εξαρτηθεί αν η Ευρωζώνη, και ίσως η ΕΕ στο σύνολό της, θα αντέξει στις οικονομικές κρίσεις που αντιμετωπίζουν οι χώρες-μέλη της νοτιοδυτικής περιφέρειας – Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, και Πορτογαλία.
Η Ευρωζώνη είναι αναμφισβήτητα ο δυναμικός πυρήνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού σε αυτήν ανήκουν οι δύο μεγαλύτερες χώρες-μέλη της, η Γερμανία και η Γαλλία. Το μέλλον της Ευρώπης θα εξαρτηθεί από το πώς οι ηγεσίες της Γερμανίας και της Γαλλίας θα αντιμετωπίσουν τα οικονομικά προβλήματα, αλλά και την κοινωνική συνοχή, των χωρών-μελών της νοτιοδυτικής περιφέρειας, στις οποίες αναφέρθηκα πιο πάνω.
Το πρόβλημα που από χρόνο σε χρόνο γίνεται όλο και πιο έντονα αισθητό, είναι ότι η νότια περιφέρεια της Ευρωζώνης συνεχίζει να έχει χαρακτηριστικά υπανάπτυκτων κρατών, όπως η δυσκίνητη, σε βαθμό δυσλειτουργίας, κρατική μηχανική, ο πελατειακός χαρακτήρας των πολιτικών κομμάτων, και η χαμηλή παραγωγικότητα, αποτέλεσμα του τεράστιου αριθμού μικρών επιχειρήσεων.
ΤΑ ΔΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Μέχρι στιγμής τα διάφορα προγράμματα οικονομικής στήριξης δεν απέφεραν τα ποθούμενα αποτελέσματα, και ως εκ τούτου οι διαφορές μεταξύ Βορρά και Νότου δεν έχουν αμβλυνθεί. Ενόσω η παγκόσμια οικονομική κατάσταση ήταν θετική, η νότια περιφέρεια της Ευρωζώνης φαινόταν να ευημερεί. Τα πράγματα όμως άλλαξαν δραστικά από την οικονομική κρίση που έπληξε την παγκόσμια οικονομία μετά την κατάρρευση της αμερικανικής εταιρίας Lehman Bros το 2008.
Στις ημέρες μας ο κίνδυνος διάλυσης της Ευρωζώνης δεν θα πρέπει πλέον να υποτιμάται. Όλο και περισσότερο γίνεται αντιληπτό πως η Γερμανία, ως η κινητήρια δύναμη της Ευρωζώνης, πιέζει αφόρητα τις χώρες του Νότου να συμμορφωθούν με τις επιταγές της, και να υιοθετήσουν το γερμανικό μοντέλο της σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής, προκειμένου οι οικονομίες τους να καταστούν ανταγωνιστικές διεθνώς.
Αυτό δεν είναι και τόσο εύκολο, καθότι οι πολίτες των χωρών αυτών έχουν συνηθίσει σε ένα άνετο κοινωνικό κράτος, και σε καταναλωτικές συνήθειες που δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν ριζικά σε ένα μικρό χρονικό διάστημα. Επιπλέον, ο πελατειακός χαρακτήρας των πολιτικών κομμάτων, και ο δυσκίνητος κρατικός μηχανισμός, καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη τη μετάβαση από τα υπάρχοντα μοντέλα σε μια γερμανικού τύπου προσέγγιση στα εγγενή οικονομικά και δομικά προβλήματα των χωρών του Νότου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι χώρες του Νότου οφείλονται κατά κύριο λόγο στην χαλαρή οικονομική πολιτική των κυβερνήσεών τους τα τελευταία χρόνια.
Οι χώρες αυτές αντί να λάβουν δραστικά μέτρα όταν τα κρατικά έξοδα υπερέβαιναν τα κρατικά έσοδα, και υπήρχαν χρόνια ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών, κατέφευγαν στον συνεχή δανεισμό.
Αποτέλεσμα αυτής της μυωπικής πολιτικής ήταν το εξωτερικό χρέος να φτάσει σε δυσθεώρατα ύψη, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας που ξεπέρασε το 160% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η εξυπηρέτηση του χρέους – με άλλα λόγια η πληρωμή των τόκων και η σταδιακή αποπληρωμή του – ήταν αδύνατη, και ως εκ τούτου η χρεοκοπία φάνταζε αναπόφευκτη.
Το ότι μέλη-κράτη της Ευρωζώνης αφέθηκαν να οδηγηθούν σε μια τέτοια κατάσταση, εκτός από την ολιγωρία – για να μην πω εγκληματική αδιαφορία – των κυβερνήσεών τους επί σειρά ετών, οφείλεται και στις δομικές αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτές οι δομικές αδυναμίες της Ε.Ε., και κατ’ επέκταση της Ευρωζώνης, φάνηκαν ξεκάθαρα με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2008. Εκτός από την αναποτελεσματική λειτουργία του δημόσιου τομέα, και τη διαφθορά που επικρατούσε στις φοροεισπρακτικές υπηρεσίες, έφταιγε και η χαμηλή παραγωγικότητα, καθώς και η έλλειψη ανταγωνιστικότητας στον ιδιωτικό τομέα.
Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των εμπορικών δοσοληψιών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνεται μεταξύ των κρατών-μελών της, το εμπορικό έλλειμμα που αντιμετωπίζουν οι χώρες του Νότου γίνεται εμπορικό πλεόνασμα για τις χώρες του Βορρά.
Με άλλα λόγια, παρατηρείται μια συνεχής διαρροή πόρων από τις φτωχές χώρες του Νότου προς τις πλούσιες χώρες του Βορρά.
Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν κατανοητή αν λάμβανε χώρα μεταξύ κρατών που δεν ανήκουν σε ένα μόρφωμα κοινοπραξίας και συνεργασίας. Όταν όμως λάβουμε υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να λειτουργήσει ως ένα μόρφωμα σύνθεσης και συνεργασίας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως απέτυχε παταγωδώς στον πρωταρχικό της στόχο.
Η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί κατά τα τελευταία χρόνια καταδεικνύει πέραν κάθε αμφιβολίας πως η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί ως μια τεράστια αγορά, χωρίς όμως την ύπαρξη ισχυρών μηχανισμών για οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση, ούτως ώστε να προλαμβάνονται οι ανισορροπίες στις οποίες αναφέρθηκα πιο πάνω.
ΕΠΕΙΓΕΙ Ο ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Όταν συστάθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση, και στη συνέχεια δημιουργήθηκε η Ευρωζώνη με το ευρώ ως κοινό νόμισμα, ήταν γνωστό πως τα κράτη-μέλη της βρίσκονταν σε πολύ διαφορετικά επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης.
Έπρεπε λοιπόν να ήταν προφανές το γεγονός ότι σε μια τέτοια σύνθεση χωρών θα υπήρχε μεγάλη ανισορροπία στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές χωρίς τις απαραίτητες παρεμβατικές και διορθωτικές πολιτικές. Έτσι επιτράπηκε, ή μάλλον ευνοήθηκε, η ευημερία του πλούσιου Βορρά και η σταδιακή περιθωριοποίηση του φτωχού Νότου.
Ως εκ τούτου, η ανισορροπία μεταξύ Νότου και Βορρά συνεχώς επιδεινώνεται. Εκ των πραγμάτων προκύπτει το συμπέρασμα πως επείγει η θεσμοθέτηση, και η άμεση λειτουργία, μιας οικονομικής και κοινωνικής κυβέρνησης, η οποία θα έχει τη βούλησητη και θα διαθέτει τη δυνατότητα να δρα γρήγορα και αποφασιστικά για την αποτροπή των ενδημικών ανισορρροπιών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.
Με άλλα λόγια, αν η Ε.Ε. πράγματι επιθυμεί να παραμείνει ένα πολιτικό και οικονομικό μόρφωμα, με αντοχή και δυνατότητες να αντιμετωπίζει τις εκάστοτε οικονομικές κρίσεις κρατών-μελών της με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, θα χρειασθεί να κάνει το γρηγορότερο δυνατό ένα «άλμα ενοποίησης», το οποίο από τη μια θα ισχυροποιήσει τα κράτη-μέλη της, και από την άλλη θα τα προφυλάξει από τις κερδοσκοπικές επιθέσεις των χρηματιστικών αγορών.
Μια τέτοια πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα καταστεί δυνατή αν υπερπηδηθεί η εθνική νοοτροπία που διέπει τις ισχυρές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωση, και επικρατήσουν υπερεθνικοί θεσμοί.
Στις θεσμικές ανεπάρκειες της Ευρωζώνης ήρθε τα τελευταία 2-3 χρόνια να προστεθεί και το πρόβλημα του τεράστιου εξωτερικού χρέους της Ελλάδας, το οποίο απειλεί τη χώρα με χρεοκοπία. Για την αποφυγή της, τέθηκαν σε εφαρμογή τα δύο, διαβόητα τώρα, Μνημόνια, με δάνεια που ανέρχονται σε 240 δισεκατομμύρια ευρώ, και με ομολογουμένως δυσβάσταχτα για την Ελλάδα μέτρα λιτότητας, για να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα.
Στο πλαίσιο του πολιτικού αδιέξοδου στο οποίο έχει περιέλθει η Ελλάδα μετά από τις εκλογές της 6ης Μαΐου, από κάποια κόμματα γίνεται λόγος για μονομερή καταγγελία του δεύτερου Μνημονίου.
Σχετικά με το θέμα αυτό είναι ενδιαφέρουσα η παρέμβαση οκτώ Καθηγητών πανεπιστημίων της Ελλάδας, απόσπασμα της οποίας ακολουθεί:
«Η μονομερής «καταγγελία» του Μνημονίου αποτελεί επιλογή που θα οδηγήσει τη χώρα εκτός Ευρωζώνης και πιθανότατα εκτός ΕΕ. Οι πολίτες της χώρας μας πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι το Μνημόνιο αποτρέπει την άτακτη χρεωκοπία της χώρας.
Εφαρμόστηκε και με κοινωνικά άδικα και αναποτελεσματικά μέτρα που πρέπει να τροποποιηθούν, αλλά περιλαμβάνει και τρία βασικά στοιχεία: την ανακεφαλαίωση των Τραπεζών, την εξασφάλιση της ρευστότητας στην οικονομία, και την αποπληρωμή των ληξιπροθέσμων οφειλών του Δημοσίου… Καταγγελία του Μνημονίου σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει αυτά τα ποσά από αλλού για να μην χρεοκοπήσει», Το Βήμα, 21Μαΐου 2012.
Δεδομένου ότι ο «κόμπος έφτασε στο χτένι», από τις εξελίξεις στους επόμενους μήνες θα κριθεί το μέλλον της Ευρωζώνης και ίσως και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα πρέπει να καταστεί ένα βιώσιμο, πολυεθνικό μεν, αλλά ευέλικτο και συνεκτικό, οικονομικό και πολιτικό, μόρφωμα.
Στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων οι εκλογές της 17ης Ιουνίου θα αποδειχθούν καθοριστικές για το μέλλον της Ελλάδας, καθότι από την έκβασή τους δεν εξαρτάται μόνο η ανάδειξη μιας βιώσιμης κυβέρνησης, αλλά και το μέλλον της ως μέλος της Ευρωζώνης, και ίσως της ΕΕ.