Φτάνοντας κοντά στην ολοκλήρωση της θητείας της στη θέση της Συντονίστριας Εκπαίδευσης Αυστραλίας-Νέας Ζηλανδίας η κ. Γεωργία Νικολαΐδου έκανε έναν απολογισμό των εμπειριών που αποκόμισε από τη θέση αυτή σε ό,τι αφορά την ελληνική γλώσσα, με αφορμή την εκδήλωση της Ένωσης των Σχολείων Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού της Βικτώριας.
Η κ. Νικολαΐδου αναφέρθηκε στη σημασία της διατήρησης της ελληνικής γλώσσας ως μέσου επικοινωνίας αλλά και ως διακριτικό στοιχείο της ταυτότητας των Ελλήνων της διασποράς.
Εστίασε στους κοινωνικοπολιτιστικούς παράγοντες που δρουν ευνοϊκά ως προς την εκμάθηση της γλώσσας καθώς δίνουν το πλαίσιο χρήσης της πέρα και έξω από τα περιορισμένα όρια του σπιτιού. Ως τέτοιους ανέφερε την εκκλησία αλλά και τα απογευματινά και Σαββατιανά σχολεία.
Παρόλα αυτά, όπως παρατήρησε, τα στατιστικά δεδομένα είναι ανησυχητικά καθώς δείχνουν μειωμένους κατά 15.000 τους χρήστες της ελληνικής γλώσσας, μέσα σε μια δεκαετία, από το 2001 έως το 2011.
Κατά τις επισκέψεις της στα σχολεία, η κ. Νικολαΐδου συνειδητοποίησε ότι η δεύτερη γενιά μεταναστών στην Αυστραλία μιλά τη γλώσσα εξ ανάγκης προκειμένου να επικοινωνούν με τους γονείς τους αλλά δυστυχώς δεν τη χρησιμοποιούν με τα παιδιά τους. Έτσι, έχουμε την τρίτη γενιά μεταναστών που αποτελείται από παιδιά που δεν μιλούν, δεν γράφουν, ούτε καν κατανοούν την ελληνική γλώσσα.
Από την άλλη μεριά, άλλες γλώσσες, κυρίως οι ασιατικές κερδίζουν συνεχώς έδαφος στις προτιμήσεις των Ελλήνων γονέων. Ο λόγος, όπως εξήγησε η κ. Νικολαΐδου είναι ότι θεωρούν αυτές τις χώρες πλησιέστερες προς την Αυστραλία, ενώ η Ελλάδα αφενός είναι μακριά και αφετέρου όταν την επισκεφθούν τα παιδιά τους στις διακοπές, μπορούν πάντα να επικοινωνήσουν στην αγγλική γλώσσα με τους συγγενείς τους εκεί.
Στη συνέχεια, η Συντονίστρια εκπαίδευσης, υπογράμμισε το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν τα απογευματινά και Σαββατιανά σχολεία στην προώθηση της γλώσσας και του πολιτισμού της πατρίδας μας και ιδιαίτερα στην απόσβεση των παγιωμένων λανθασμένων προτύπων που ήθελαν επί δεκαετίες την ελληνική κουλτούρα να ταυτίζεται με τον μουσακά και το μπουζούκι.
Υπερθεματίζοντας, η κ. Νικολαΐδου παρότρυνε όλους όσοι εμπλέκονται με τα σχολεία αυτά να προβάλουν όσο μπορούν το γεγονός ότι ο ελληνικός πολιτισμός έβαλε τις βάσεις για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και επηρέασε σημαντικά τη γλώσσα και την κουλτούρα πολλών άλλων λαών.
Είπε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να τους υπενθυμίζετε ότι τα ελληνικά αποτελούν μία από τις πέντε επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώ, παρά τον μικρό αριθμό φυσικών ομιλητών, θεωρείται μία από τις σπουδαιότερες γλώσσες παγκοσμίως».
Προκειμένου η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας να γίνει πιο δελεαστική και ως εκ τούτου πιο αποτελεσματική για τους μαθητές, η κ. Νικολαΐδου πρότεινε τη χρήση των καλλιτεχνικών μαθημάτων, όπως το θέατρο, η μουσική και ο χορός, στην εκπαιδευτική διαδικασία. Έτσι τα παιδιά θα μαθαίνουν με βιωματικό κι ευχάριστο τρόπο τη γλώσσα του τόπου καταγωγής τους.