Η μαγεία ενός σπηλαίου μοναδικού στον πλανήτη

Παρόμοιο πέτρωμα γαλάζιου ήλεκτρου βρίσκεται και στην Αυστραλία

Θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί ο μεγαλύτερος θησαυρός της παγκόσμιας γεωλογίας. Για πολλούς ειδικούς επιστήμονες, σπηλαιολόγους, αρχαιολόγους, γεωλόγους και άλλα συναφή επαγγέλματα, είναι ένας πραγματικός παράδεισος κάτω από τη γη, ο πιο εντυπωσιακός σε μέγεθος καθρέπτης φυσικής, χημικής και βιολογικής μεταβολής ενός πετρώματος μοναδικού στον πλανήτη μας. Είναι το σπήλαιο Ελ Σοπλάο (El Soplao), του οποίου η ανακάλυψη έγινε πριν από μόλις μερικές δεκαετίες και άρχισε να υποδέχεται τους κατάπληκτους ντόπιους και ξένους τον Ιούλιο του 2005.

Δίκαια η UNESCO το κατέταξε στην κατηγορία της Παγκόσμιας Κληρονομιάς, με την Διεθνή Ομοσπονδία Τουριστικών Συντακτών και Συγγραφέων (FIJET) να το έχει τιμήσει με ειδικό βραβείο τον περασμένο Μάιο. Βρίσκεται σε υψόμετρο 540 μέτρων, 80 χιλιόμετρα από το Σανταντέρ, ένα εμπορικό λιμάνι μιας αριστοκρατικής πόλης με θαυμάσιες παραλίες, πρωτεύουσα της αυτονομίας Καντάβρια στη βόρεια Ισπανία, δίπλα στο Βισκαϊκό κόλπο και τη Χώρα των Βάσκων. Ξεχωρίζει στο κέντρο της οροσειράς Αρνέρο, με μετρημένους στα δάκτυλα τους μόνιμους κατοίκους στα πάρα πολλά γραφικά χωριουδάκι α, που όμως τους θερινούς μήνες ο πληθυσμός πολλαπλασιάζεται και είναι αδύνατο να βρεις χώρο προσωρινής διαμονής.

Επιστρέφοντας στο μαγευτικό τοπίο κάτω από τη γη, βλέπουμε τις τοπικές αρχές να κάνουν ό,τι μπορούν για να του δώσουν κάποια στοιχεία με παλμό ζωής παρόμοιας εκείνης πάνω απ’ αυτή. Στη δική μας γλώσσα η ονομασία του σπηλαίου Σοπλάο σημαίνει «φύσημα», αλλά στη διάλεκτο των ανθρακωρύχων είναι αυτό που αισθάνονται και συνάμα ακούν από την διάτρηση μιας νέας στοάς στο ορυχείο που έρχεται σε επαφή με τις σήραγγες. Η εξόρυξη του πλούσιου υπεδάφους με κάρβουνο, ψευδάργυρο και μόλυβδο από το 1857 έως το 1978, δίνει μοναδική απασχόληση στο τοπικό εργατικό δυναμικό, παράλληλα με την κτηνοτροφία και την εκμετάλλευση του δάσους, μια έκταση 300.000 τ.μ., της οποίας η γεωμορφολογία και η βλάστηση συνθέτουν ένα φυσικό παράδεισο.

Οι πρώτοι ασβεστολιθικοί σχηματισμοί που κρέμονται από την οροφή ή τα τοιχώματα του σπηλαίου και έχουν διαμορφωθεί σε σταλακτίτες από την συνεχή ροή σταγόνων νερού οι οποίες αφήνουν ασβεστίτη, ανθρακικά ή θειούχα ορυκτά, ανακαλύπτονται το 1908. Το ίδιο και οι σταλαγμίτες στο έδαφος του σπηλαίου, με τα ιζηματογενή πετρώματα να έχουν σχηματίσει διάφορες μορφές, κάτι σαν αυτό που βλέπουμε στον ουρανό όταν σκάει το πυροτέχνημα και απλώνεται σαν ομπρέλα.

Είναι δύσκολο να περιγράψεις αυτό που βλέπεις κι ακόμα πιο δύσκολο να το διατυπώσεις γραπτά όταν δεν είσαι ειδικός. Το θέαμα είναι μοναδικό και μόνο οι έγχρωμες φωτογραφίες μπορούν, κάπως, να το αποδώσουν. Οι σήραγγες έχουν μήκος 14 χιλιόμετρα σε τέσσερα ξεχωριστά επίπεδα, ενώ οι στοές του πρώην ορυχείου ξεπερνούν τα 30 χιλιόμετρα. Κάπου 110 εκατομμύρια χρόνια είναι η ηλικία αυτών των ιζηματογενών πετρωμάτων, τα οποία έχουν διαμορφωθεί από καθίζηση ουσιών και τώρα είναι αιωρούμενα, πέρα από τα εκατοντάδες κοιλώματα των ασβεστολιθικών πετρωμάτων. Ο φωτισμός, η ηχητική υπόκρουση μουσικής, όσο και οι σταγόνες νερού που σε πιτσιλούν σε ορισμένες μεριές, συνθέτουν το κάτι άλλο.

Αφήνοντας αυτόν τον καταπληκτικό κόσμο κάτω από τη γη, λίγο πιο πέρα από την είσοδο του σπηλαίου, μια έκταση μερικών μόνο μέτρων είναι αποκλεισμένη από το κοινό. Εκεί αντικρίζεις το μοναδικό στον κόσμο πέτρωμα από το οποίο προέρχεται το γαλάζιο ήλεκτρο, κοινώς κεχριμπάρι, ένα κράμα πολλών μετάλλων (σιδήρου, χαλκού, παλλαδίου, κ.λ.π.), με μπρούτζινες ή χρυσαφί αποχρώσεις. Παρόμοια πετρώματα-απολιθώματα σε γαλάζιο χρώμα έχουν βρεθεί μόνο στην Αυστραλία. Στον εκθεσιακό χώρο του σπηλαίου βλέπεις πολλά κομμάτια αυτού του πετρώματος που δημιουργείται από το ρετσίνι του κορμού των πεύκων, μετά από πολλές φυσικές χημικές αλλοιώσεις εκατομμυρίων ετών. Εντύπωση προκαλούν τα κομμάτια που περικλείουν μέχρι και απολιθωμένα έντομα ή άλλες ουσίες, παγιδευμένες στο ρετσίνι.

Αυτή η περιοχή της Ισπανίας, με πληθυσμό που μόλις φτάνει τις 500.000 σε συνολική έκταση 5.289 τετραγ. χιλιόμετρα, γνωστή για το υγρό της κλίμα, έχει καταγράψει κάπου 6.500 σπήλαια διαφόρων μεγεθών, τα περισσότερα των οποίων δεν έχουν εξερευνηθεί από την επιστήμη. Καθένα έχει το δικό του χαρακτήρα, όπως το σπήλαιο Αλταμίρα, Ελ Πένδο, Κοβαλάνας, Τσουφίν και Μόντε Καστίγιο. Το τελευταίο προκαλεί τον θαυμασμό του επισκέπτη ο ζωγραφικός θησαυρός που απεικονίζεται στους βράχους και στα κοιλώματα του σπηλαίου, πέρα από τους σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Η παλαιολιθική τέχνη 20.000 ετών σ’ όλο της το μεγαλείο. Η ζωγραφική πάνω στο βράχο ή τέχνη «Ρουπέστρε», με τις διάφορες μορφές ανθρώπινου σώματος, κυρίως αποτυπώματος παλάμης, αλλά και σωματικής διάπλασης ζώων, με κυρίαρχο τον ταύρο και το άλογο, που εύκολα «συλλαμβάνει» ο φωτογραφικός φακός.

Ορισμένα σπήλαια, όπως αυτό του Σοπλάο, η φιλοδοξία είναι να γίνουν εστίες ανθρώπινης δραστηριότητας κάτω από τη γη. Προς την κατεύθυνση αυτή το 1999 άρχισε μια έντονη αξιοποίηση, όχι μόνο τουριστική, αφού προηγήθηκαν μελέτες και επισκέψεις σε σπήλαια της Γαλλίας, της Γιουγκοσλαβίας και άλλων χωρών. Ο εξωτερικός χώρος διαμορφώθηκε για να υποδεχτεί τον ξένο, προσφέροντάς του σύγχρονες εγκαταστάσεις και εκθεσιακούς χώρους, ενώ απομένει για τα επόμενα χρόνια η δεύτερη φάση αξιοποίησης της περιοχής του σπηλαίου, η είσοδος του οποίου έχει μεταμορφωθεί σ’ ένα μικρό σιδηροδρομικό σταθμό, με το τρενάκι να μεταφέρει στα ενδότερα όχι μόνο μικρά παιδιά αλλά και άτομα με ειδικές ανάγκες.

Έχει χαρακτηριστεί σαν μοναδικό φαινόμενο στον πλανήτη μας, που συνεχίζει να γίνεται αντικείμενο επιστημονικών μελετών. Το διαπιστώνεις από τα μέτρα διατήρησης και ασφάλειας, τα οποία γίνονται αμέσως αντιληπτά στον προσεκτικό επισκέπτη. Μόνο σε 2.200 άτομα την ημέρα επιτρέπεται η είσοδος, πάντα συνοδευόμενα από εξειδικευμένο προσωπικό, ενώ σε 80 πρόσωπα επιτρέπεται να προχωρήσουν στα ενδότερα, άλλα 4 χιλιόμετρα, έχοντας ειδική στολή (γαλότσες, κράνη, φακούς, σωστικά εργαλεία, κ.λπ.). Ο μέσος όρος των επισκεπτών κάθε χρόνο δεν ξεπερνά τις 265.000, αφού η προστασία και η διατήρηση του περιβάλλοντος μέσα στο σπήλαιο επιβάλλει μια σειρά περιοριστικών μέτρων.