Η Χάιντι Σεραφειμίδου, κοινώς Heidi Seraphim, γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, συγκεκριμένα στην Άνω Τούμπα.
Ενώ όλοι οι υπόλοιποι χρωμάτιζαν “ασπρόμαυρες” (ΠΑΟΚ) τις μέρες τους στην περιοχή, εκείνη προτιμούσε να παρατηρεί τον κόσμο γύρω της. Στην αρχή με τα μάτια και τις λέξεις… έως ότου κατέληξε να σπουδάζει Oικονομικά στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Το μικρόβιο, όμως, του να αποτυπώνει τις στιγμές της δεν την εγκατέλειψε ποτέ. Έτσι, αρχικά, όπου έβρισκε λευκή σελίδα, κομμάτι από εφημερίδα, ή το πακέτο απ’ τα τσιγάρα του μπαμπά της, έγραφε. Ύστερα, ερωτεύτηκε τη φωτογραφία.
“Ο κολλητός του πατέρα μου είχε μια Polaroid και όταν ήρθα πρώτη φορά σε επαφή μαζί της ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά” λέει στον “Νέο Κόσμο”.
“Μετά, και όταν έπιασα στα χέρια μου την Kodak του παππού μου και μπήκα στο σκοτεινό θάλαμο να εμφανίσω το πρώτο μου φιλμ, τότε κατάλαβα πως αυτές οι δυο τέχνες κατοικούσαν μέσα μου πολύ πριν εγώ το αντιληφθώ και περίμεναν υπομονετικά να τις ανακαλύψω”.

Τα πρώτα της δειλά βήματα επίσημα στη συγγραφή τα έκανε το 2010 όταν εκδόθηκε η πρώτη της ποιητική συλλογή σε συνεργασία με τις εκδόσεις Ιανός, η οποία φέρει τον τίτλο “Θρόισμα Ψυχής”.
Στη συνέχεια ασχολήθηκε πιο ενεργά με τη φωτογραφία. Η πρώτη της ατομική έκθεση έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη με εκθέσεις και διαγωνισμούς να ακολουθούν, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Η πιο πρόσφατη ποιητική και φωτογραφική συλλογή της “Η απουσία των καρτ-ποστάλ”, εμπνευσμένη από το λογαριασμό της στο Instagram και τη μεγάλη επιτυχία του, εκδίδεται από τον οίκο Austin Macaulay Publishers.
“Σε όλη μου τη ζωή, η ποίηση και η φωτογραφία συμπληρώνουν η μια την άλλη” συνεχίζει.
“Οπότε μπορούμε να πούμε ότι είμαι Οικονομολόγος στα χαρτιά, και φωτογράφος/συγγραφέας στην καρδιά. Και αιώνια ερωτευμένη με τις λέξεις”.
Πάντα είχε στο μυαλό της να συνδυάσει τις εικόνες της με τα ποιήματά της. Το ποίημα είναι η αρχή της κάθε ιστορίας, το οποίο έρχεται να ολοκληρωθεί με μια φωτογραφία. Κάθε μία εικόνα, είναι διαλεγμένη έτσι ώστε να γίνει ένα πάντρεμα νοημάτων και συναισθημάτων.
“Το είχα στο μυαλό μου σαν τα travel journal που κρατάνε οι ταξιδευτές” εξηγεί.
“Μετά απ’ τα ταξίδια μου, εκτύπωνα τις φωτογραφίες μου και έγραφα μικρές ιστορίες να τις συντροφεύουν. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα αυτή. Και πέρσι τον Σεπτέμβρη, έπιασα την γραφομηχανή έγραψα ένα απ’ τα ποιήματά μου και για πρώτη φορά ξεκίνησα να τα μοιράζουμε με τον υπόλοιπο κόσμο μέσω της σελίδας μου στο Instagram”.
“Τι το ακολούθησε και το τι απήχηση είχε η αλήθεια είναι πως δεν το περίμενα ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα” συνεχίζει, εξομολογούμενη πως στην πραγματικότητα δεν της αρέσει να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής, είναι κάτι που δεν το έχει συνηθίσει.
“Γι’ αυτό και νιώθω ασφάλεια να κρύβομαι πίσω απ’ το φακό της φωτογραφικής μου μηχανής και πίσω απ’ τις λέξεις μου” παραδέχεται.


“Όταν άλλαξα το ύφος της σελίδας μου και άρχισα να ανεβάζω τα ποιήματα με τις φωτογραφίες, συνειδητοποίησα πως ο κόσμος ήθελε να βρει έναν τρόπο να ακουστεί, μέσω απ τις λέξεις κάποιου άλλου. Ίσως τελικά αυτό να κατάφεραν κάποια μου ποιήματα, να δώσουν φωνή σε εκείνους που φοβούνται να μιλήσουν ή που απλά δε ξέρουν τον τρόπο. Νομίζω όλοι λίγο πολύ το έχουμε νιώσει αυτό. Μια ατάκα από μια ταινία, ένας στίχος από ένα τραγούδι να μας εκφράζει απόλυτα σας να γράφτηκε για εμάς, σαν κάποιος να παρακολουθεί τη ζωή μας”.
Τι συμβολίζει όμως για την ίδια το ‘lack of postcards’ ή ελληνιστί ‘η απουσία των καρτ-ποστάλ’;
“Αγαπώ οτιδήποτε ρετρό, σκουριασμένες γραφομηχανές, αναλογικές φωτογραφικές, τα γδαρμένα βινύλια, την μυρωδιά των βιβλίων, τις νοσταλγικές καρτ-ποστάλ με τις μισοσβησμένες λέξεις από πίσω” λέει, εξηγώντας πως η ιδέα για τον τίτλο της ήρθε όταν μπήκε σε ένα παλαιοπωλείο και είδε σε μια γωνία μια βαλίτσα γεμάτη με σκονισμένες καρτ- ποστάλ.
“Τόσες ξεχασμένες λέξεις χαμένες στο χρόνο”.
“Οι καρτ- ποστόλ λοιπόν γραμμένες σε όλες τις γλώσσες του κόσμου σταλμένες από κάθε γωνία του πλανήτη ένωναν τους ανθρώπους με αόρατες κλωστές αγάπης. Οι λέξεις πάντα μας ενώνουν και καταφέρνουν να μηδενίζουν τα τόσα χιλιόμετρα που μεσολαβούν. Μερικές φορές λίγες λέξεις αρκούν για να κρατήσουν ζωντανές τις ανθρώπινες επαφές και την ελπίδα της αντάμωσης”.
Στιγμές και ερεθίσματα σαν και αυτά, εμπνέουν τη Χάιντι. Στιγμές και ερεθίσματα από οτιδήποτε συμβαίνει γύρω της.
“Μπορεί να ακουστεί άκρως κλισέ αλλά με εμπνέουν τα πάντα. Πηγή έμπνευσης μπορεί να υπάρξει ένας άνθρωπος, μια εμπειρία, ένα όμορφα ανατριχιαστικό ηλιοβασίλεμα, ένας φίλος που χρειάζεται δυο κουβέντες συμπαράστασης. Ένας ξένος που έτυχε να διασταυρωθούν οι δρόμοι μας για λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Κυρίως όμως γράφω για μένα. Για να παλέψω τα δαιμόνια που έχω μέσα μου”.
Πράγματι, η Χάιντι ξεκίνησε να γράφει για τον εαυτό της σαν ένα είδος ‘θεραπείας’, παρότι δεν μπορεί ακριβώς να θυμηθεί πότε ξεκίνησε να γράφει δημιουργικά.
“Έχω δυσλεξία οπότε η γραφή για μένα ήταν καταλυτική. Δυσκολευόμουν να μιλήσω και κάθε μου σκέψη έβρισκε θέση και γέμιζε τις λευκές σελίδες”.
“Ξεκίνησα να γράφω για εμένα” λέει καθώς θυμάται τη μέρα που σε μια γιορτή του σχολείου είχε διαβάσει ένα ποίημα που είχε γράψει μόνη της σε ηλικία 10 ετών όταν η μητέρα της τής αγόρασε την πρώτη της γραφομηχανή για τα Χριστούγεννα.


“Ίσως κάτι μέσα της να το ήξερε. Η ειρωνεία είναι πως ακόμη χρησιμοποιώ γραφομηχανές για να γράψω τα ποιήματα μου και ας μην ήξερα τότε τι μου επιφύλασσε το μέλλον”.
“Ακόμη αμφιβάλλω αν μπορώ να το κατατάσσω αυτό που κάνω στη δημιουργική γραφή. Απλώς γράφω όλα όσα νιώθω. Όσα μου καίνε τα σωθικά, όλα όσα φοβάμαι, και όλα όσα ελπίζω”.
Το μέλλον πράγματι της επιφύλασσε μια έκπληξη, η οποία ναι μεν της στέρησε πολλά αλλά της πρόσφερε ακόμη περισσότερη έμπνευση και ελπίδα.
“Από παιδί είχα τυχοδιωκτικές τάσεις. Είμαι αυτή που στο σχολείο φώναζε πιο δυνατά από όλους ‘εκδρομή’, αυτή που κοιτούσε ψηλά στον ουρανό τα αεροπλάνα που περνούσαν και ονειρευόταν να είναι μέσα”.
Σε ένα τέτοιο αεροπλάνο αποφάσισε να μπει μια μέρα και να βρεθεί στην άλλη άκρη της γης.
“Πιστεύω πως ο δρόμος υπόσχεται την συνάντηση, τη φυγή, την καινούργια εμπειρία. Για μένα η Αυστραλία και συγκεκριμένα η Μελβούρνη όπου μένω είναι αυτή η καινούργια εμπειρία. Μια νέα πηγή έμπνευσης. Είναι δώρο το να συναναστρέφεσαι με άγνωστους μέχρι χθες ανθρώπους, να γνωρίζεις νέους πολιτισμούς, να μυρίζεις τα αρώματα των ντόπιων φαγητών, να χάνεσαι στους δρόμους των πόλεων. Γιατί και η ζωή η ίδια ένα ταξίδι ανάμεσα σε ανθρώπους, μυρωδιές, γεύσεις, εμπειρίες και στιγμές που γίνονται αναμνήσεις”.
Όταν τη ρωτούν πώς φαντάζεται τον εαυτό της στο ακόμη πιο μακρινό (ή και κοντινό μέλλον) απαντά πώς το μόνο που γνωρίζει με βεβαιότητα είναι ότι θα συνεχίσει να γράφει τα ποιήματά της και να τα συνδυάζει με τις φωτογραφίες της.
“Παράλληλα, γράφω ένα short novel, το οποίο η αλήθεια είναι πως θυμίζει περισσότερο travel journal με σημειώσεις ενός πλανόδιου ερωτευμένου. Ονομάζεται traverse, εκ του ναυτικού όρου”.
“Ίσως εκδώσουμε και το ‘lack of postacards vol. 2’. Ας είμαστε έτσι αισιόδοξοι” λέει γελώντας.
*Για περισσότερα ποιήματα και φωτογραφίες, ακολούθησε τη Χάιντι στο https://www.instagram.com/heidi_seraphim/