ΞΕΡΩ γράψαμε πάρα πολλά για τον αγαπητό μας Τάκη Γκόγκο, τον οποίο αποχαιρετήσαμε για πάντα την περασμένη Τρίτη.
Προσωπικά, μου έκαναν εντύπωση κάποιες «χτυπητές απουσίες» από την κηδεία. Ανθρώπων που ευεργετήθηκαν από τον ίδιο. Πάει «γάντι» στον Τάκη μας, το ποίημα του Μαβίλη «Λήθη». Απολαύστε το:

«Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε
την πικρία της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ‘ναι!

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης Λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση&
μα βούρκος* το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι’ αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.

Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδι’ απ’ ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.

Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν&
θέλουν – μα δε βολεί* να λησμονήσουν».

ΣΤΟΝ ΥΣΤΑΤΟ αποχαιρετισμό όμως ήταν τα μέλη της οικογένειάς του, οι φίλοι του, νυν και πρώην συνεργάτες του και παροικιακοί παράγοντες.

ΚΑΙ μετά την εξόδιο ακολουθία στην Αγία Αικατερίνη ακολούθησε μια άλλη εκδήλωση, αφιερωμένη στην ζωή του.

ΜΟΥ ΔΟΘΗΚΕ και μένα ο λόγος για να πω κάποια πράγματα για τον άνθρωπο Τάκη και θέλω να μοιραστώ και μαζί σας την εισαγωγή μου.

ΣΤΗΝ αίθουσα που έγινε η εκδήλωση ακούγονταν τα αγαπημένα τραγούδια του Τάκη και στην οθόνη προβάλλονταν φωτογραφίες από την ζωή του. Με αφορμή, λοιπόν, το συναίσθημα που μου προκάλεσε ένα συγκεκριμένο τραγούδι που ακουγόταν εκείνη την στιγμή, είπα και εγώ τα εξής (πάνω-κάτω):

«Σ’ αυτή την αίθουσα, καθώς άκουγα τα αγαπημένα τραγούδια του Τάκη Γκόγκου, συγκινήθηκα ιδιαίτερα με ένα απ’ αυτά….
Ήταν η φωνή της αξεπέραστης Σωτηρίας Μπέλλου στο τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου “Με αεροπλάνα και βαπόρια”…
Και καθώς την άκουγα να τραγουδά
“Ο πατέρας μου ο Μπάτης ήρθε απ’ τη Σμύρνη το Εικοσιδυό”
και
“Σ’ αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε, τρώνε βρώμικο ψωμί
κι οι πόθοι τους ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή” θυμήθηκα μια από τις αμέτρητες όμορφες στιγμές που έζησα εδώ και 40 χρόνια με τον Τάκη Γκογκο.

Ήταν το καλοκαίρι του 2006. Βρισκόμασταν στο βορειότερο κομμάτι της Χίου, κοντά στο χωριό μου τον Εγρηγόρο: στα Αγιάσματα, σε ένα καφενεδάκι μιας άλλης εποχής. Πάνω στο κύμα… Ήταν δειλινό… Ο ήλιος βυθιζόταν μέσα στη θάλασσα καθώς βασίλευε.
Στο καφενεδάκι εγώ, ο Μπάμπης, ο Τάκης και ένας-δυο άλλοι αγαπημένοι φίλοι. Κανείς άλλος!
Είχαμε παραγγείλει τα ουζάκια μας. Λίγες ελιές, μια ντομάτα και λίγο τυράκι.
Από τα μεγάφωνα του καφενέ ακούγονταν όμορφα ελληνικά τραγούδια.
Στο άκουσμα του συγκεκριμένου τραγουδιού ο Τάκης σηκώθηκε, άπλωσε τα χέρια του σαν φτερά του αετού και άρχισε να χορεύει τον αγαπημένο του χορό. Ζεϊμπέκικο! Παλαμάκια του βαρούσαν τα κύματα που έσκαγαν δίπλα μας…

Σωτήρης και Μπάμπης απολαμβάνουν τον Τάκη

Εμείς τον κοιτούσαμε. Και τον θαυμάζαμε… Ο Τάκης είχε απογειωθεί…

Όταν τελείωσε ο χορός, μας κοίταξε, μας χαμογέλασε και μας είπε:
“Αυτή είναι η ζωή”! Τα χρώματα του δειλινού, η μυρωδιά του ιωδίου της θάλασσας, ο ήχος των κυμάτων.
Και αυτός ήταν ο Τάκης μας!
Του άρεσε να ζει λιτά αλλά καλά! Δεν του άρεσε η κοσμική ζωή αλλά λίγα αγαπημένα άτομα, καλή κουβέντα, καλό φαγητό και καλό κρασί, όλα με μέτρο αλλά και χιούμορ και όταν ερχόταν στο κέφι -και δεν χρειαζόταν και πολύ- έριχνε και τις στροφές του»!

Εκείνο το ταξίδι στη Χίο, το 2006, δεν ήταν το μοναδικό που κάναμε μαζί στο νησί μας ή στην Ελλάδα.
Για εκείνον όμως ήταν το τελευταίο… Λες και το είχε προαίσθημα… Γυρίσαμε κάθε γωνιά του νησιού. Ήθελε να ζήσει ξανά όλα όσα έζησε εκεί έως τα 19 του που την εγκατέλειψε για την Αυστραλία.
Να πατήσει στα ίδια χώματα..

Επί μια εβδομάδα μας έλεγε ιστορίες για την ζωή του στο νησί και για τους γονείς του… Απίθανες ιστορίες που ξεκινούσαν με το “θυμάμαι…”.
Στη Δασκαλόπετρα μας έλεγε:
«Θυμούμαι εδώ, στη βρύση, μαζεύονταν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες και τραγουδούσαν κάτι τραγούδια… με τέτοιο παράπονο, που κανείς δεν μπορεί κανείς να το αποδώσει αν δεν έχει ζήσει τέτοιες καταστάσεις. Ένιωθες τον πόνο!».

“Ο πατέρας μου ο Μπάτης ήρθε απ’ τη Σμύρνη το Εικοσιδυό”. Το τραγούδι του Σαββόπουλου, που λέγαμε νωρίτερα…


Μπάμπης, Σωτήρης, Τάκης στα Καρδάμυλα Χίου

Και ο Τάκης την προσφυγιά την γνώρισε καλά. Γεννήθηκε από πρόσφυγες γονείς στη Χίο το 1922. Μόλις εννέα χρόνια μετά τη Μικρασιαιτκή καταστροφή. Βρέθηκε, κατά την διάρκεια της κατοχής μαζί με την οικογένεια του στην Κύπρο.
Και το 1950 στη Μελβούρνη.
Μικρασιατική καταστροφή, προσφυγιά, αναζήτηση νέας πατρίδας, αποδοκιμασίες και ρατσισμός, στερήσεις, αγωνία για επιβίωση, πόλεμος, κατοχή, εμφύλιος, μετανάστευση, Αυστραλία και θρίαμβος της ανθρώπινης θέλησης είναι τα στοιχεία που σημάδεψαν τη ζωή του Τάκη Γκόγκου.
Και αν είναι κάτι που, κάπως με παρηγορεί είναι ότι κάθε φορά που θα γυρίζω στη Χίο μας θα είναι εκεί όπου θα σκορπιστεί η στάχτη του όπως το ήθελε».

Σ.Χ.

ΤΕΙΝΕΙ να γίνει έκδηλο ότι ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε μια σειρά άλλες χώρες, έχει περιέλθει σε στάδιο κατάρρευσης, μια φάση αποδόμησης και μη «νομιμοποίησής» του από σημαντικά τμήματα των εκλογικών σωμάτων.

ΜΕ τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων των Ευρωεκλογών στην Ελλάδα, έγινε καταφανέστατο ότι ο νικητής τους ήταν η αποχή, η οποία έφτασε στο 42%… Ως εκ τούτου και με βάση το ποσοστό αυτών που προσήλθαν στις κάλπες, τα πραγματικά ποσοστά των κομμάτων είναι κατά πολύ μικρότερα από αυτά που δόθηκαν από «επίσημους» φορείς στη δημοσιότητα.

ΕΤΣΙ, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει ποσοστό 18,5%, ο ΣΥΡΙΖΑ 13,2%, το ΚΙΝΑΛΛ (ΠΑΣΟΚ κ.λπ.) 4,2%, το ΚΚΕ 3,1%, η Χρυσή Αυγή 2,7%, η Ελληνική Λύση 2,3%, το ΜεΡΑ 1,7% και τα υπόλοιπα κόμματα και κομματίδια 10%.

ΒΛΕΠΟΥΜΕ κόμματα μόλις και μετά βίας να πετυχαίνουν ακόμα και την είσοδό τους στη Βουλή, αλλά το κυριότερο είναι ότι γίνεται σαφές ότι όλα μαζί τα κόμματα δεν καταφέρνουν να εκπροσωπήσουν ούτε το μισό του εκλογικού σώματος. Με ποια δικαιοδοσία πρέπει να μιλούν στο όνομα του όποιου λαού;

ΑΥΤΗ, λοιπόν, είναι η πραγματική επιρροή των κάθε λογής εμπόρων ελπίδας και εκλογικής ανάθεσης, στο σύνολο των δικαιούμενων ψήφου υπηκόων του ελληνικού κράτους.

ΩΣΤΟΣΟ, η συνεχής και ανελέητη προπαγάνδα κομμάτων και ΜΜΕ, έχει δημιουργήσει στα κεφάλια της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων μια εικονική πραγματικότητα. Πρόκειται για μια στρεβλή εικόνα, αφενός, για τον βαθμό της κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης ολόκληρου του πολιτικού φάσματος και, αφετέρου, για την πραγματική εκλογική δυναμική κάθε πολιτικού σχηματισμού.

Δ.Τ.