Σφοδρή επίθεση εξαπέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας στη Νέα Δημοκρατία, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε περιφερειακά κανάλια. Στη συνέντευξη αυτή ο Έλληνας πρωθυπουργός κατηγόρησε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για υποκρισία στο Μακεδονικό και ταυτόχρονα κάλεσε τον κ. Μητσοτάκη να ζητήσει συγγνώμη από τον ελληνικό λαό.
Μάλιστα, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για αφερεγγυότητα της Νέας Δημοκρατίας, κάνοντας λόγο πως οι «φοροαπαλλαγές που τάζει σήμερα -λέει- θα έρθουν στο τέλος της 4ετίας εάν εκλεγεί και θα έρθουν εάν οι εταίροι δελεαστούν από ένα κύμα μεταρρυθμίσεων, ένα τσουνάμι κοινωνικής λεηλασίας».
Πιο συγκεκριμένα, στην εκτεταμένη αναφορά που έκανε στη Συμφωνία των Πρεσπών, υπογράμμισε ότι νιώθει απόλυτα δικαιωμένος και εξήγησε ότι «σήμερα στα βόρεια σύνορά μας δεν έχουμε μια πληγή, έχουμε μια φίλη χώρα, της οποίας την ασφάλεια εγγυάται ο ελληνικός στρατός, της οποίας τον εναέριο χώρο επιτηρούν τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη και όχι τα τούρκικα».
Και για την επιστολή Καραμανλή προς τον Τζ. Μπους τόνισε ότι «αν εγώ είχα γράψει τέτοια επιστολή όπως του κ. Καραμανλή και τους έλεγα, “διατηρήστε το συνταγματικό σας όνομα, μην το αλλάξετε, να λέγεστε Μακεδονία, αφήστε όλες τις χώρες που σας έχουν αναγνωρίσει έτσι να σας λένε Μακεδονία και απλά προσθέστε ένα Μακεδονία – Σκόπια εις τον ΟΗΕ“, φανταστείτε πόσες φορές θα μιλάγανε και πού θα πηγαίνανε και τι ακριβώς θα κάνανε… Εδώ μιλάμε για μια μεγάλη υποκρισία. Ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος προφανώς τα γνώριζε όλα αυτά, οφείλει σήμερα μια συγγνώμη στον ελληνικό λαό… Στήσανε πάνω σε ένα μεγάλο εθνικό ψεύδος μια σκευωρία εις βάρος της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που οδήγησε τους Έλληνες και τις Ελληνίδες σε ένα μεγάλο διχασμό με μοναδικό σκοπό να δημιουργήσει φθορά στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και σ’ εμένα προσωπικά».
Σε άλλο σημείο της διακαναλικής συνέντευξης που παραχώρησε στους εκπροσώπους του περιφερειακού Τύπου, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η ανατροπή και η νίκη έστω και με μία ψήφο διαφορά, είναι ο ρεαλιστικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ και πρόσθεσε ότι «σε αυτές τις εκλογές οι πολίτες θα ψηφίσουν με κριτήριο ποιος θέλουν να κυβερνήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια και ποιος πιστεύουν ότι μπορεί να οδηγήσει τη χώρα προς τα εμπρός και να συνεχίσει μια προσπάθεια καλυτέρευσης της ζωής και της πραγματικότητας που βιώνουμε όλοι μας».