Οι εργαζόμενοι σπαταλούν κατά μέσο όρο 4,5 ώρες την εβδομάδα στο πήγαινε–έλα στη δουλειά, ενώ ο χρόνος αυτός ενδέχεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ανάλογα με την περιοχή που ζουν. Τα στοιχεία αυτά προέκυψαν από την τελευταία έρευνα σχετικά με τα Νοικοκυριά, τα Εισοδήματα και το Εργατικό Δυναμικό στην Αυστραλία (HILDA), μια έρευνα που πραγματοποιείται τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Πιο ταλαιπωρημένοι εμφανίζονται οι κάτοικοι του Σίδνεϊ, με τους κατοίκους της Μελβούρνης να ακολουθούν σε απόσταση αναπνοής. Πίσω τους, αλλά, από ό,τι φαίνεται όχι για πολύ, το Μπρίσμπαν, το οποίο έχει κυριολεκτικά διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια.

Οι μετακινούμενοι στην Περιοχή Πρωτευούσης βιώνουν τη μεγαλύτερη αύξηση των χρόνων μετακίνησης, ενώ μόνο στην Τασμανία έχει παρατηρηθεί κάποια μείωση.

Οι αιτίες του φαινομένου πολλές: από την πληθυσμιακή έκρηξη, μέχρι την αύξηση στις τιμές των κατοικιών και την έλλειψη επενδύσεων στον τομέα των μαζικών μεταφορών.

Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Κέντρου Αστικών Ερευνών του Πανεπιστημίου RMIT, Todd Denham, οι υπάρχουσες υποδομές δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες του ολοένα και αυξανόμενου πληθυσμού, ειδικά στις παρυφές των μεγάλων πόλεων. Αυτό, όπως εξηγεί, συνδέεται με μια σειρά προσωπικών ζητημάτων. «Οι άνθρωποι είναι λιγότερο υγιείς γιατί σπαταλούν πολύ χρόνο στις μετακινήσεις», ισχυρίζεται ο κ. Denham, και προσθέτει ότι περνάμε όλο και λιγότερο χρόνο με τις οικογένειές μας. «Η έρευνα αποκαλύπτει την άμεση σχέση που υπάρχει μεταξύ του χρόνου που αφιερώνουμε στις μετακινήσεις μας και της αύξησης του αριθμού των διαζυγίων καθώς και της μειωμένης συμμετοχής μας σε εθελοντικές δράσεις της κοινότητας», κατέληξε.

Ο κ. Denham τάχθηκε υπέρ της μεγαλύτερης χρηματοδότησης του τομέα δημόσιων μεταφορών, προσθέτοντας ότι τα μεγάλα έργα που είναι σε εξέλιξη, εξακολουθούν να είναι επικεντρωμένα στα αυτοκίνητα.

«Αν υπήρχε μια αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικοί μας αντιμετωπίζουν τα ζητήματα που σχετίζονται με την κυκλοφοριακή συμφόρηση, θα προέβαιναν σε ακόμη μεγαλύτερες επενδύσεις στις σιδηροδρομικές και δημόσιες συγκοινωνίες παρά στους δρόμους», δήλωσε.

Η πρόσφατη έρευνα HILDA βασίζεται σε δεδομένα που συλλέχθηκαν το 2017και συμπεριλαμβάνει όλους τους εργαζομένους από 15 χρονών και πάνω καθώς και όσους εργάζονται από το σπίτι και δεν καταναλώνουν καθόλου χρόνο σε μετακινήσεις. Ένα από τα ευρήματα της έρευνας είναι και η σύνδεση της πρόθεσης για αλλαγή εργασίας περισσότερο με τον χρόνο μετακίνησης και λιγότερο με άλλους παράγοντες όπως η αμοιβή και η ελαστικότητα του ωραρίου.

Αλλά δεν είναι μόνο η συμφόρηση των δρόμων και η πληθυσμιακή αύξηση που ευθύνονται για την αύξηση του χρόνου που σπαταλάμε στις μετακινήσεις.
Η αύξηση των τιμών των κατοικιών κατά την περασμένη δεκαετία, ώθησε πολλούς από τους εργαζόμενους στα προάστια και ακόμη μακρύτερα σε αναζήτηση περισσότερο προσιτών οικονομικά σπιτιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η απόσταση που απαιτείται να διανύσει κανείς από το σπίτι στην εργασία του έχει αυξηθεί, και μαζί της και ο χρόνος που περνά στο δρόμο.

Στατιστικά, ένας τεχνίτης με δύο ανήλικα παιδιά είναι πιθανότερο να περνά περισσότερη ώρα μετακινούμενος. Η έρευνα HILDA διαπίστωσε ότι οι τεχνικοί και οι εργαζόμενοι στο εμπόριο είναι πιο πιθανό να έχουν μεγαλύτερης διάρκειας μετακινήσεις, από ό,τι οι πωλητές που βρίσκονται στο άλλο άκρο της κλίμακας.

Από την άποψη των υποδομών, ο κ. Denham δήλωσε ότι η λύση δεν βρίσκεται κατ’ ανάγκη στο πώς θα καταστεί ευκολότερη η μετακίνηση στην πόλη, γιατί αυτό μπορεί να προκαλέσει τον οικονομικό στραγγαλισμό των περιφερειακών πόλεων. Αντί αυτού, υποστήριξε, θα πρέπει να κάνουμε τις περιφέρειες πιο ελκυστικές και να δημιουργήσουμε περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης.