«Δεν θα επέστρεφα ποτέ μόνιμα στην Ελλάδα του σήμερα…»

Η νοσταλγία όμως κονταροχτυπιέται ακόμα με το αίσθημα ασφάλειας

Η νέα γυναίκα που ανοίγω κουβέντα μαζί της σήμερα ανήκει στη μεγάλη φουρνιά της εξόδου από την Ελλάδα της κρίσης το 2013.

Θεωρεί τον εαυτό της ‘τυχερό που μπόρεσε να «πηδήσει από το καράβι που βούλιαζε και κανείς δεν ήξερε πόσους θα έπαιρνε μαζί του».

«Η κρίση, παρ’ ότι πολλοί από μας τη βλέπαμε να πλησιάζει, όταν έφτασε, μας βρήκε εντελώς απροετοίμαστους. Βλέπαμε το κακό γύρω μας και δεν το πιστεύαμε. Το αίσθημα της φυγής ήταν μεταδοτικό. Βλέπαμε το καράβι να βουλιάζει και η σκέψη που κυριαρχούσε, ήταν αυτή της φυγής. Της απόδρασης από έναν τόπο που άλλαξε τη ζωή των ανθρώπων από τη μια μέρα στην άλλη, χωρίς να υπάρχει ούτε το ελάχιστο φως στον ορίζοντα» λέει η Τάνια Σαμαρτζά, που βρίσκεται στη Μελβούρνη με τον σύζυγό της Κυριάκο και τα δυο παιδιά τους από τον Αύγουστο του 2013.

Είχε προηγηθεί το ταξίδι του Κυριάκου στις αρχές του ίδιου χρόνου για εξερεύνηση του τοπίου.

Τεχνικός εξωσωματικής κυκλοφορίας (perfusionist), με προϋπηρεσία στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, βρήκε θέση στον κλάδο του, σε νοσοκομείο της Μελβούρνης, εξασφάλισε στέγη για την οικογένειά του, ελπίζοντας σε μια όσο το δυνατόν ομαλή προσγείωση. Η πραγματικότητα, εντούτοις, έμελλε να τον διαψεύσει.

«Οι πρώτοι μήνες υπήρξαν οι δυσκολότεροι. Φθάσαμε στην καρδιά του χειμώνα. Ο γιος μου, 8 χρόνων τότε, έφευγε κάθε μέρα από το σχολείο. Χωρίς αγγλικά ένοιωθε αποκομμένος. Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια και από μέρους των δασκάλων για να μπορέσει να προσαρμοστεί και να φθάσει στο σημείο σήμερα να είναι ενσωματωμένος στο σχολικό περιβάλλον.

ΑΠΟΚΟΜΜΕΝΗ

Προσωπικά, αισθανόμουν φοβερά αποκομμένη, τους πρώτους μήνες και βαθιά θλιμμένη που αποχωρίστηκα τους δικούς μου. Κατά κάποιο τρόπο, με έσωσε η εθελοντική εργασία στην καντίνα του σχολείου που μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω κόσμο και να έλθω σ’ επαφή με το νέο περιβάλλον. Βέβαια, ο απώτερος στόχος ήταν να βρω δουλειά».

Από ό,τι προκύπτει από τη συζήτηση, η συνομιλήτριά μου, στην Ελλάδα, δεν είχε ζήσει ακριβώς στα πούπουλα. Μέχρι τα 18, στη Νέα Ζίχνη Σερρών, βοηθούσε στα καπνά, «μια ζωή δύσκολη φτωχική», όπως την περιγράφει η ίδια.

Μετά φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών, Τμήμα Νοσηλευτικής, και αποφοίτησε με τον βαθμό του συνταγματάρχη το 2008.

«Για 8 χρόνια εργαζόμουν σε δύο δουλειές. Στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών και στο ΥΓΕΙΑ. Εκεί γνώρισα τον σύζυγό μου».

Ο ίδιος γεννημένος στο Σίδνεϊ είχε «μεταναστεύσει» στην Ελλάδα σε ηλικία πέντε χρόνων.

«Το ότι είχε την αυστραλιανή υπηκοότητα σίγουρα βοήθησε την εγκατάστασή μας εδώ, ο σύζυγός μου όμως εξέταζε τις δυνατότητες εγκατάστασής μας στο εξωτερικό προς κάθε κατεύθυνση, όταν ξέσπασε η κρίση».

Από τις καλύτερες περιόδους της ζωής της, χαρακτηρίζει η Τάνια την περίοδο των έξι μηνών που σπούδασε στο TAFE Health Administration.

«Μου έκανε εντύπωση ο επαγγελματισμός, η διάθεση των εκπαιδευτικών να σε βοηθήσουν, να σε ενθαρρύνουν, να σε αποδεχθούν. Εκεί εξοικειώθηκα με τη νέα τεχνολογία, έμαθα πώς λειτουργεί το σύστημα, γνώρισα τα θετικά αυτής της χώρας».

Η πρώτη της απασχόληση στη Μελβούρνη, υπήρξε η πρόσληψή της στην ΠΡΟΝΟΙΑ ως Community Health Worker, όπου πρόσφερε τις υπηρεσίες της επί τέσσερα χρόνια.

ΕΥΓΝΩΜΩΝ

«Είμαι ευγνώμων στην ΠΡΟΝΟΙΑ που μου έδωσε την ευκαιρία να δουλέψω με την ελληνική παροικία. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να φανταστώ. Το κυριότερο αισθάνθηκα ότι ανήκω κάπου. Πρόσφερα, εκεί που υπήρχε ανάγκη, έκανα γνωριμίες, φιλίες, έζησα τον παλμό της ελληνικής παροικίας».

Δεύτερος επαγγελματικός σταθμός η ΦΡΟΝΤΙΔΑ, όπου από τον Μάιο του 2018 εργάζεται ως Care Consultant, βοηθώντας τους ηλικιωμένους να λάβουν στο σπίτι τους τη βοήθεια που χρειάζονται.

Η ίδια θα πει ότι πολλοί ηλικιωμένοι συχνά βλέπουν σε εκείνη το παιδί που δεν έχουν ή που, για διάφορους λόγους, δεν είναι σε θέση να τους βοηθήσει.
Η γλώσσα, η πείρα στον τομέα αυτόν, αλλά κυρίως η αγάπη για τον συνάνθρωπο, είναι τα κύρια εφόδια που την κάνουν αποτελεσματική στο χώρο που ασχολείται.

ΜΙΑ ΣΚΙΑ

Από τα πρώτα στάδια της επαγγελματικής της πορείας στους Αντίποδες, δεν ήταν λίγες οι φορές που εισέπραξε και η ίδια, όπως τόσοι άλλοι, εκείνο το «ήρθατε και πήρατε τις δουλειές των παιδιών μας». Είναι μια σκιά που έρχεται και φεύγει για να κάνει την εμφάνισή της ξανά και ξανά.

«Εκείνο το οποίο λέω και επαναλαμβάνω συχνά, είναι ότι ήρθαμε και γεμίσαμε ένα κενό. Κάναμε και πολλοί από μας κάνουν δουλειές που οι αυστραλογεννημένοι Έλληνες ούτε καν θα τις πλησίαζαν. Δεν θα καταδέχονταν, πτυχιούχοι, όπως εμείς, να τις κάνουν.

Επίσης, ας μη μας διαφεύγει ότι, όταν αναφερόμαστε στη φροντίδα της πρώτης γενιάς οι νεοφερμένοι έχουν το πλεονέκτημα ότι γνωρίζουν τη γλώσσα και την ελληνική κουλτούρα, επομένως είναι πιο αποτελεσματικοί σ’ αυτόν το χώρο».

Αυτά, σκέφτομαι, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.

Πλήρως ικανοποιημένη η ίδια από τη δουλειά της, όπως επίσης και ο σύντροφός της που εργάζεται στο Epworth Hospital στην ειδίκευσή του.

Από ώρα τώρα θέλω να τη ρωτήσω «πώς νοιώθει εδώ». Ένα βροχερό κρύο πρωινό με τον ήλιο να μην έχει καμιά διάθεση να βγει, έστω και για λίγο, δεν βοηθάει σίγουρα.

«Νοιώθω ασφάλεια. Τόσο εγώ, όσο και ο σύζυγός μου, επαγγελματικά είμαστε ικανοποιημένοι. Ξέρουμε ότι εδώ τα παιδιά μας θα μπορέσουν να κάνουν αυτό που θέλουν. Από την άλλη πλευρά, όμως, η νοσταλγία για όσα αφήσαμε πίσω μας, είναι πολύ έντονη. Μας λείπουν οι συγγενείς, οι φίλοι, ο ήλιος το φως. Η αίσθηση του ξεριζωμού ήταν και είναι μέχρι σήμερα πολύ έντονη και οδυνηρή».

Τα μόνα διαλείμματα, προσθέτει, είναι «όταν βρεθούμε σ’ ένα μουσικό συμβάν ή μια εκδήλωση όπου το ελληνικό στοιχείο υπερτερεί. Τότε η αίσθηση ότι δεν είμαστε στ’ αλήθεια ξεριζωμένοι, κυριαρχεί και είναι ένα φανταστικό συναίσθημα.

Δεν κρατά, όμως, για πολύ. Βγαίνεις έξω, κατακαλόκαιρο με τον μουντό ουρανό και προσγειώνεσαι απότομα!» προσθέτει μ’ ένα πλατύ χαμόγελο.

«Από την άλλη, σκέφτομαι ότι υπάρχει μέλλον εδώ για τα παιδιά μου και λέω ‘άξιζε τον κόπο να ξεριζωθούμε’. Αυτή είναι η ωμή αλήθεια! Δεν θα γύριζα ποτέ μόνιμα στην Ελλάδα του σήμερα…»

Οι προσπάθειες όμως για την αντιμετώπιση της πάλης δεν λείπουν και όχι μόνο αποδίδουν καρπούς, αλλά βοηθούν και στα μονοπάτια μελλοντικών σχεδίων, μέσα από τα οποία είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα βρεθεί και η ποθητή ισορροπία.

«Ίσως, μετά από χρόνια, ζούμε δυο καλοκαίρια. Ένα εδώ και ένα στην Ελλάδα!»