Τον Οκτώβρη η ζέστη στο Broome του Kimberley την ημέρα είναι αποπνικτική. Είναι ο τελευταίος μήνας της «ξηρής εποχής» και αν γνωρίζεις τον τόπο καλύτερα, έρχεσαι λίγο πιο νωρίς. Το ιδανικό είναι μεταξύ Μάη και Σεπτέμβρη.
Εντούτοις, η μαγεία του τόπου και, κυρίως, η ιδιαιτερότητά του, σε αποζημιώνουν γενναιόδωρα για τον ήλιο που σε τσουρουφλίζει.
Απέραντες εκτάσεις κόκκινης γης, το Kimberley, με τροπική βλάστηση που χιλιάδες χρόνια ανήκει στους Αβορίγινες και τη σεβάστηκαν οι λευκοί -παραδόξως εδώ- ελκύει χιλιάδες επισκέπτες απ’ όλα τα μέρη της γης, κυρίως Ευρωπαίους.
Με έδρα, συνήθως, το Broome, που κατοικείται μόνιμα από 15.000 άτομα περίπου και την τουριστική περίοδο, μεταξύ Μάη και Οκτώβρη, φτάνει τις 50.000, οι επισκέπτες έχουν τη σπάνια πολυτέλεια να επιλέξουν ό,τι τους ταιριάζει.
Εκδρομές μέσα στην άγρια φύση με αναρρίχηση σε απότομους λόφους και τους κροκόδειλους να εμφανίζονται εκεί που δεν τους περιμένεις, μέχρι περιήγηση με ελικόπτερα, υδροπλάνα, κρουαζιερόπλοια, συχνά όλα σ’ ένα πολύωρο ταξίδι που δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη –αν αυτό τον διασκεδάζει– πώς και τι τρώνε οι καρχαρίες… όταν οι επιλογές τους είναι περιορισμένες.
Οι οριζόντιοι καταρράκτες του Kimberley είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα εμπειρία για τους τολμηρούς, όπως και το τάισμα των κροκοδείλων. Μεγάλη πρόκληση γι’ αυτούς, σκέφτεσαι, όταν ξέρεις πολύ καλά ότι οι προτιμήσεις τους στρέφονται μάλλον στο χέρι που τους ταΐζει.

ΤΟΠΟΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ
Μέσα σε μια μέρα μπορείς να απολαύσεις την άγρια φύση σε όλες της σχεδόν τις εκφάνσεις και το δειλινό το περίφημο ηλιοβασίλεμα στο Cable Beach που ελκύει επισκέπτες απ’ όλα τα μέρη της Γης.
Δεν κρατά παρά λίγα λεπτά, αρκετά όμως για να σε γεμίσει με δέος και τη σφοδρή επιθυμία να είσαι εκεί, την ίδια ώρα και την επομένη.
Ο τόπος σφύζει από αντιθέσεις που δεν περιορίζονται μόνο στο φυσικό περιβάλλον.
Δεν απαιτούνται παρά πέντε λεπτά για να φθάσεις από το εντυπωσιακό Kemberley Sands Hotel ή το, ακόμη πιο εντυπωσιακό, Cable Beach Club, στο κέντρο.
Στο δεύτερο συχνάζουν για μεσημεριανό ή απλώς για καφέ άνθρωποι από όλον τον πλανήτη, αλλά και προσωπικότητες που σίγουρα δεν περιμένεις να δεις εκεί.
Θα σταματήσω σε δύο που τράβηξαν την προσοχή μου ιδιαίτερα. Τον καθηγητή Φιλοσοφίας και γνωστό συγγραφέα John Norman AO και τον διάσημο ζωγράφο Kim Benterrack.
O πρώτος, με εντυπωσίασε με την επιβλητική παρουσία του και τη φιλική του προσέγγιση. Συνοδευόμενος από ένα, κατά πολύ νεότερο από τον ίδιο ζευγάρι, με ρώτησε από πού είμαι και τι κάνω εκεί.
Του απάντησα και μετά τον ρώτησα αν είναι ντόπιος. «Όσο δεν γίνεται πιο πολύ», ήταν η ανταπόκρισή του. Στη συνέχεια, προσπάθησα να κλείσω ώρα για μια πιο εκτεταμένη συζήτηση μαζί του, πράγμα που δεν έγινε για πρακτικούς λόγους. Αξίζει, εντούτοις, να αναφέρω εδώ ότι, όπως μου είπε, όταν πριν αρκετές δεκαετίες ήταν στο Λονδίνο και από εκεί επρόκειτο να επισκεφθεί την Ελλάδα, έκανε εντατικά μαθήματα Ελληνικών για ένα ολόκληρο εξάμηνο. Στη συνέχεια, φαίνεται να τα τελειοποίησε.
«Έχεις πάει τελευταία;» με ρώτησε, χωρίς ίχνος ξενικής προφοράς, ξαφνιάζοντάς με.
Την επομένη αγόρασα το βιβλίο του «Broom 1919», που αναφέρεται στην αλιεία των μαργαριταριών, πριν από ένα αιώνα και τον ρόλο της οικογενείας του στον τομέα αυτόν. Μια εντυπωσιακή έκδοση με μεγάλο ενδιαφέρον και πολύτιμες πληροφορίες για τον μελετητή -και όχι μόνο- αυτού του μεγάλου κεφαλαίου της αλιείας των μαργαριταριών.
Σε απόσταση αναπνοής από τον καθηγητή, συνάντησα και τον ζωγράφο Kim Benterrak… επί τω έργω.
Υπέθεσα ότι ήταν Αβορίγινας, αλλά έπεσα έξω. «Όχι, είμαι γεννημένος στο Μαρόκο, αλλά ερωτευμένος εδώ και χρόνια με το Broome. Zω σ’ αυτή τη γη σαρανταπέντε χρόνια. Είναι ένας τόπος μαγικός που έτσι και τον γνωρίσεις πραγματικά, σε αιχμαλωτίζει. Γίνεσαι δέσμιός του για πάντα».

ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ΠΟΥ ΠΟΝΑ
Ψάχνω, όλες αυτές τις μέρες που είμαι εδώ, τους γηγενείς. Τους πραγματικούς ιδιοκτήτες αυτής της γης. Δεν είδα κανέναν.
Όλοι ξένοι, ιδιαίτερα Γερμανοί που, όπως έμαθα, λατρεύουν το Kimberley με τη φυσική του ομορφιά, μια ομορφιά σπάνια, αν όχι μοναδική που, κατά τον ισχυρισμό των ειδημόνων, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον πλανήτη. Δεν σταματούν να φωτογραφίζουν το Cable Beach με τη λευκόχρυση άμμο και τα γαλαζοπράσινα νερά.
Τα μαγευτικά ηλιοβασιλέματα και την ανατολή του ήλιου που φαίνεται έτοιμος να πυρπολήσει τα πάντα γύρω του.
Ιδιαίτερα φαίνεται να τους ελκύει και η «πεδιάδα των μαργαριταριών». Καθ’ οδόν, μέσα από κόκκινο ανώμαλο χωματόδρομο, πληροφορούμαστε ότι την «υγρή σαιζόν» το νερό εκεί φθάνει τα εννέα μέτρα. Ξαφνικά ο οδηγός σταματά και χάνεται μέσα στην καταπράσινη βλάστηση. Σε λίγο γυρίζει για να χαρίσει στους επιβάτες το σπάνιο «άγριο ορχειοειδές», ένα πρωτόγνωρο λουλούδι σε σχήμα πουλιού. Ένα πραγματικό θαύμα της φύσης.
Πού είναι οι Αβορίγινες; ζητώ να μάθω ξανά.
«Πρέπει να πας στο κέντρο. Στο China Town, σίγουρα κάποιους θα δεις». Το επιχειρώ το συντομότερο δυνατό. Εντύπωση μου προξενεί το γεγονός ότι το περπάτημά τους, το βλέμμα τους, η κίνησή τους, είναι σαν να μην ανήκουν εκεί. Σαν να είναι αυτοί οι επισκέπτες και όλοι οι άλλοι, στην πραγματικότητα ξένοι, οι ιδιοκτήτες.
Την ίδια ώρα, με πονάει πολύ το ότι τα περισσότερα παιδιά που βλέπω είναι ξυπόλυτα. Τα πιο μικρά, όταν φτάνουν στο πυρακτωμένο από τον ήλιο πλακόστρωτο, κλαίνε και ζητούν από τον μεγάλο που τα συνοδεύει να τα σηκώσει. Οι γυναίκες, ιδιαίτερα οι μεγαλύτερης ηλικίας, είναι εντελώς ατημέλητες. Σα να μην τις νοιάζει ποιος τις κοιτάζει ή τι σκέφτονται οι άλλοι για την εμφάνισή τους. Ο καθένας μπορεί να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα, σκέφτομαι.
Αυτοί είναι οι κύριοι αυτής της γης και μέσα στο σπίτι τους μπορούν να περιφέρονται όπως τους αρέσει. Εμείς είμαστε εκείνοι που ενδιαφερόμαστε για τα επίπλαστα και τα επιφανειακά.