Την περασμένη Πέμπτη, στο κείμενο της στήλης με τίτλο «Ζητείται οικολογική συνείδηση», μεταξύ άλλων ανέφερα και τα ακόλουθα:
«Δεδομένου ότι ο πληθυσμός του Πλανήτη μας συνεχώς αυξάνεται, και από 7 δισεκατομμύρια που είναι τώρα, το 2050 υπολογίζεται πως θα πλησιάσει τα 10 δισεκατομμύρια, με την κατάχρηση των φυσικών πόρων που γίνεται από την μέχρι τώρα ακολουθούμενη οικονομική ανάπτυξη, είναι βέβαιο πως οι αμέσως επόμενες γενεές θα αντιμετωπίσουν ελλείψεις σε βασικούς φυσικούς πόρους».

Εν όψει του παραπάνω σχόλιου, με ενδιαφέρον διάβασα στην εφημερίδα The Age (31 Ιουλίου) ένα άρθρο του Daniel Flitton με τίτλο “The paradox of debate: it is deep only insofar as it’s in a hole”, το οποίο διάβασα μετά την αποστολή του άρθρου μου στον «Νέο Κόσμο». Στις δύο πρώτες παραγράφους ο αρθρογράφος γράφει τα ακόλουθα άκρως ενδιαφέροντα, και σχετικά με το θέμα της στήλης μου, τα οποία δίνω σε μετάφραση:
«Κάποια ημέρα η Αυστραλία θα εισάγει σιδηρομετάλλευμα από το εξωτερικό. Επίσης, χαλκό και άνθρακα (κάρβουνο). Τα αποθέματα στην Αυστραλία θα εξαντληθούν, και ο τομέας εξόρυξης θα καταρρεύσει.

Αυτό δεν θα γίνει αύριο, ή τον επόμενο χρόνο, ή την επόμενη δεκαετία. Όμως κατά τη διάρκεια του παρόντος αιώνα όλοι οι μη ανανεώσιμοι φυσικοί πόροι που εξάγουμε σε άλλες χώρες με μεγάλο κέρδος θα έχουν εξαντληθεί. Τι θα κάνουμε τότε, όταν δεν θα έχουμε τίποτε άλλο να εξορύξουμε;».
Σε άλλο σημείο του άρθρου του ο D. Flitton αναφέρεται στις απόψεις του πρώην Γραμματέα του Θησαυροφυλακίου (Treasury) Αυστραλίας, Δρα Ken Henry, ο οποίος σε ομιλία του τον περασμένο Ιούλιο είπε, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
«Δεν είναι πέραν της πραγματικότητας να φαντασθούμε ότι πριν από το τέλος αυτού του αιώνα η Αυστραλία θα εισάγει κάποιους από τους φυσικούς πόρους που τώρα εξάγει σε μεγάλες ποσότητες».

Τα παραπάνω δίνουν μια διάσταση της υπερ-εξόρυξης φυσικών πόρων, για την ικανοποίηση των παράλογων καταναλωτικών μας απαιτήσεων. Γιατί αυτό που σε μερικές δεκαετίες θα ισχύει για την Αυστραλία, δηλαδή η εξάντληση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, θα ισχύει και σε παγκόσμια κλίμακα, ιδιαίτερα εν όψει της συνεχούς αύξησης του πληθυσμού.

Ένας άλλος παράγοντας που επιδεινώνει ακόμη πιο πολύ την υπερ-εκμετάλλευση των φυσικών πόρων είναι το ανερχόμενο βιοτικό επίπεδο στις δύο πολυπληθέστερες χώρες του κόσμου, στην Κίνα και στην Ινδία. Όπως είναι γνωστό, με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου ενός λαού, αυξάνεται και η ζήτηση βιομηχανικών προϊόντων, για την παραγωγή των οποίων χρησιμοποιούνται μη ανανεώσιμες πρώτες ύλες.

Για το θέμα αυτό ενδιαφέρον παρουσιάζει το ακόλουθο απόσπασμα από άρθρο του Τζάρεντ Ντάιαμοντ, Καθηγητή Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Καλιφόρνιας:
«Μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών που θέλουν να αυξήσουν την κατά κεφαλή κατανάλωση είναι η Κίνα. Έχει την πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη οικονομία και το 1,3 δισεκατομμύρια των Κινέζων ελπίζουν κάποτε να ξοδεύουν όσα οι Αμερικανοί. Το ίδιο θέλει και η Ινδία, με την ανάλογη επιβάρυνση στις φυσικές πηγές και τη σταδιακή εξάλειψή τους. Εάν όλος ο αναπτυσσόμενος κόσμος ξαφνικά φτάσει τη Δύση στην κατανάλωση θα είναι σαν να ζουν πάνω στον Πλανήτη 72 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Και φυσικά, οι Δυτικοί δεν μπορούμε να πούμε στους υπόλοιπους να μην προσπαθούν να φθάσουν το δικό μας βιοτικό επίπεδο», αθηναϊκή εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 3/1/2008.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ «ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ»ΤΟΥ ΜΑΝΤΕΙΟΥ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ

Την περασμένη εβδομάδα μίλησα για την ανάγκη δημιουργίας οικολογικής συνείδησης, με άλλα λόγια για την ανάγκη να είμαστε πλήρως ενημερωμένοι για τις περιβαλλοντικές και οικολογικές συνέπειες των επιλογών και δραστηριοτήτων μας.
Κρίνω πως εξίσου σημαντική είναι και η διεύρυνση του όρου «ηθική».Με τη λέξη ηθική υπονοούμε αρχές και αξίες αποδεκτές από μια κοινωνία, σε ότι αφορά τη συμπεριφορά των ατόμων στις διανθρώπινες σχέσεις τους.

Εν όψει του οικολογικού, και γενικότερα του περιβαλλοντικού προβλήματος, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες από την μόλυνση του αέρα, της γης και των υδάτινων πόρων που προκαλούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες, αλλά και την επαυξανόμενη εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου, η έννοια του όρου «ηθική» θα πρέπει να διευρυνθεί, και να επεκταθεί και στο φυσικό, παράλληλα με το κοινωνικό, περιβάλλον του ανθρώπου.

Η αντίληψη της κυριαρχίας του ανθρώπου στο περιβάλλον του έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν είναι κάτι έξω και πάνω από το περιβάλλον του.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναλογισθούμε τη σοφία ενός αποφθέγματος, το οποίο ήταν χαραγμένο σε τοίχο του ιερού του Απόλλωνα στο Μαντείο των Δελφών.
Πρόκειται για το «Μηδέν Άγαν», το οποίο σημαίνει «τίποτε υπερβολικό», με άλλα λόγια τα πάντα να γίνονται με μέτρο, και αποτελούσε μια από τις θεμελιώδεις αρχές του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Παρόμοιο απόφθεγμα ήταν και το «Παν μέτρον άριστον».

Τον ίδιο συμβολισμό είχε και η κούπα του Πυθαγόρα (580 – 490 π. Χ.), του μεγάλου Έλληνα μαθηματικού και φιλοσόφου. Κατά την παράδοση, ο Πυθαγόρας είχε φτιάξει μια κούπα, εφαρμόζοντας τους νόμους της φυσικής, για να πίνει με μέτρο το κρασί. Η κούπα εσωτερικά είχε μία γραμμή που όριζε ως πού έπρεπε να την γεμίσει. Μια στάλα παραπάνω, και η κούπα άδειαζε όλο το κρασί της από μία κρυφή οπή στη βάση.

Η κούπα του Πυθαγόρα καλείται επίσης «κούπα του δικαίου»,γιατί αντανακλά μία από τις βασικές αρχές του δικαίου, αυτήν της Ύβρεως (αλαζονική συμπεριφορά) και Νεμέσεως (εκδίκησης). Όταν το όριο ξεπερνιέται (Ύβρις), δεν χάνονται μόνον όσα έχουν ξεπεράσει το όριο, αλλά και όλα τα προηγούμενα που είχαν αποκτηθεί (Νέμεσις). Από τα βάθη των αιώνων ο Πυθαγόρας μάς διδάσκει να δεχόμαστε το άριστο μέτρο αν θέλουμε να αντλήσουμε την μέγιστη ωφέλεια.

ΟΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, από οικολογικής πλευράς, παρουσιάζει ο αρχαίος ελληνικός μύθος του Θεσσαλού Ερυσίχθονα, παραλλαγή του οποίου βρίσκεται στο επικό ποίημα «Μεταμορφώσεις» του Λατίνου ποιητή Οβίδιου (43 π. Χ. – 17 μ. Χ.).

Ο μύθος, σε γενικές γραμμές, είχε ως εξής. Ο Ερυσίχθων, ένας ασεβής άνθρωπος, για να χτίσει ένα παλάτι βεβηλώνει το ιερό άλσος της θεάς Δήμητρας, κόβοντας μια βελανιδιά, που ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα, και γύρω της χόρευαν οι Δρυάδες.
Οι θεϊκές προειδοποιήσεις δεν μπόρεσαν να τον μεταπείσουν να αποφύγει την ιεροσυλία. Όταν κάποιος από τους παρισταμένους προσπάθησε να τον σταματήσει, ο Ερυσίχθονας τον σκότωσε.

Οι Δρυάδες, βλέποντας με θλίψη κομμένο το ιερό δέντρο του δάσους, πήγαν στη Δήμητρα και ζήτησαν την τιμωρία του Ερυσίχθονα. Η Δήμητρα συμφώνησε, και ζήτησε από την μεγαλύτερη εχθρό της, την Πείνα, να κυριεύσει τα εντόσθια του Ερυσίχθονα, και καμιά δύναμη να μην μπορεί να τον ανακουφίσει από την πείνα που θα ένιωθε. Η Πείνα υπάκουσε, και ένα βράδυ, όταν ο Ερυσίχθων κοιμόταν, κυρίευσε τα σωθικά του.
Ο Ερυσίχθων ονειρευόταν στον ύπνο του ότι πεινούσε. Όταν ξύπνησε η πείνα του είχε γίνει ανυπόφορη. Αμέσως ζήτησε να του φέρουν τροφή. Όμως όλα τα τρόφιμα της Γης δεν του έφταναν. Στο τέλος ο Ερυσίχθων άρχισε να κατασπαράζει τα ίδια του τα μέλη. Αγωνιζόταν να θραφεί, τρώγοντας τις σάρκες του, ώσπου ο θάνατος τον απάλλαξε από την εκδίκηση της Δήμητρας.

Ο συμβολισμός στον μύθο αυτό είναι εμφανής. Εκείνοι που για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους καταστρέφουν τη φύση, χωρίς να σκέπτονται τις επιπτώσεις, στο τέλος απεργάζονται το δικό τους φρικτό τέλος.

Σύγχρονοι Ερυσίχθονες υπάρχουν πολλοί, και ως άτομα και ως κράτη. Βλέπουν μόνο το πρόσκαιρο κέρδος και το ατομικό ή κρατικό συμφέρον, αδιαφορώντας για τις ανεπανόρθωτες ζημιές που προκαλούν στο περιβάλλον. Και η όρεξή τους (η πείνα του μύθου) για περισσότερα δεν τελειώνει ποτέ.

Ας μην ξεχνάμε πως η Δήμητρα ήταν θεά της γονιμότητας και της αναγέννησης, της αειφορίας θα λέγαμε σήμερα. Τη θέση του ιερού άλσους, όπου βρισκόταν η βελανιδιά, σήμερα την παίρνουν οι φυσικοί πόροι του Πλανήτη μας, τους οποίους εκμεταλλευόμαστε με ασυδοσία, αφού έχουμε καταστεί μια ακόρεστη καταναλωτική κοινωνία.
Ο μύθος του Ερυσίχθονα είναι επίκαιρος, μόνο που η ανθρωπότητα αρνείται να διδαχθεί από τα μηνύματά του, για να αποτρέψει την τιμωρία της Πείνας, σύμβολο της αυτοκαταστροφής, που απειλεί τις επερχόμενες γενιές.
Αυτή, δυστυχώς, θα είναι η παρακαταθήκη μας…