ΘΑ ήθελα πολύ να συστήσω, σε όσους αναγνώστες του “Νέου Κόσμου” δεν γνωρίζουν, τον Παλαιστίνιο ποιητή και συγγραφέα Μαχμούντ Νταρουίς.
Ο Νταρουίς γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου 1941 σε ένα μικρό χωριό της Γαλιλαίας και πέθανε στις 9 Αυγούστου 2008.
Έχω την πεποίθηση πως ο κάθε άνθρωπος βιώνει με έναν πολύ δικό του, προσωπικό τρόπο, την ξενιτιά. Θα τολμήσω να μεταφράσω ένα, κατά τη γνώμη μου, από τα ωραιότερα ποιήματα του Νταργουίς. Εμπεριέχει έννοιες όπως αυτή της πατρίδας, του διωγμού, του ξεριζωμού και της εξορίας. Τις αναμνήσεις μιας παιδικής ψυχής ως προς τον τόπο που η ίδια ορίζει πατρίδα με την πιο ριζική έννοια της λέξης.
Υπάρχει ένα γνωμικό στην Ελλάδα που λέει πως “πατρίδα σου είναι τα χώματα όπου μικρός μάτωνες τα γόνατα σου.” Για πολλούς ο Νταρουίς είναι ο εθνικός ποιητής των Παλαιστινίων. Ωστόσο, αναγνωρίζεται ευρέως ως ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές που έγραψαν στην Αραβική γλώσσα.
Η ποίηση κατέχει μία δεσπόζουσα θέση στον Αραβικό κόσμο, σε σχέση με τις υπόλοιπες τέχνες. Ο ποιητής, κατά παράδοση, αξίζει να κατέχει το αξίωμα του κυβερνήτη στις Pολιτείες της Μέσης Ανατολής. Αυτός δηλαδή που ήδη κατέχει τον λόγο, το βάθος σκέψης αλλά και συναισθημάτων.
Έργα του ποιητ;h έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 γλώσσες. Αρκετά ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί ενώ ο ίδιος τιμήθηκε με διάφορα διεθνή βραβεία.
Το ποίημα “Κατάγομαι από εκεί” φέρει στοιχεία που θυμίζουν δικά μας δεινά, δράματα της δικής μας πατρίδας, διωγμούς που υπέστημεν στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, τον νόστο και τα χρώματα των δικών μας ψυχών όταν αυτές ιριδίζουν μέσα στο σκοτάδι.
Κατάγομαι από εκεί
Κατάγομαι από εκεί και έχω μνήμες
Γεννημένος όπως όλοι οι θνητοί, έχω μια μητέρα
Κι ένα σπίτι με πολλά παράθυρα,
Έχω αδέρφια, φίλους,
Κι ένα κελί φυλακής μ’ ένα ψυχρό παράθυρο.
Το κύμα που αρπάξανε οι γλάροι μου ανήκει
Μέσα σε έναν δικό μου ορίζοντα,
Και με μία επιπλέον λεπίδα ανθισμένης γης.
Το φεγγάρι ως την μακρινή λεπίδα των λέξεων μου ανήκει,
Και η γενναιοδωρία των πουλιών,
Με την αθάνατη ελιά.
Περπάτησα αυτή τη γη πριν από τα σπαθιά
Στρέφοντας το ζωντανό σώμα σ’ ένα φορτωμένο τραπέζι.
Κατάγομαι από εκεί. Προσφέρω τον ουρανό στη μητέρα του
Όταν ο ουρανός δακρύζει για τη μητέρα του.
Και συννεφιάζω για να με δουν
Νεφέλες που επιστρέφουν.
Έμαθα όλες τις πολύτιμες λέξεις στο δικαστήριο του αίματος
Για να μπορέσω να δραπετεύσω από τον κανόνα
Τις έμαθα όλες και τις διέλυσα
Για να δημιουργήσω μία και μοναδική λέξη: Πατρίδα…