Περισσότερο από ένα χρόνο μετά την τελευταία τους ολοκληρωμένη συναυλία, είχαν μεσολαβήσει εμφανίσεις στα μεγάλα ελληνικά φεστιβάλ Μελβούρνης και Σίδνεϊ, οι “Cats and the Canary” εμφανίστηκαν στο κοινό της Μελβούρνης την περασμένη Κυριακή, 9 Φεβρουαρίου, με ανανεωμένη διάθεση αλλά και σύνθεση. Το συγκρότημα αυτή τη φορά πλαισίωσαν οι αδελφοί Δημήτρης και Χριστόφορος Σταθόπουλος, αλλά και ο “βετεράνος” στα πνευστά, Γιώργος Κυριακίδης. Μαζί με τους Μυρτώ Λεβίδη, Οδυσσέα Κρυπωτό και Σίσσυ Κουκλατζή, δούλεψαν αρκετούς μήνες για την ολοκλήρωση ενός ειδικού αφιερώματος σε τραγούδια ελληνικών ταινιών, μέσα από το πρίσμα του ελληνικού swing, και σε έναν χώρο που δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε ελληνικά συγκροτήματα, το Toffs In Town στο κέντρο της πόλης.
Ο χώρος γέμισε από νωρίς και λίγο μετά της 8 άνοιξε η αυλαία, κυριολεκτικά, με το συγκρότημα να εμφανίζεται ντυμένο επίσημα στα μαύρα και να ξεκινάει με τον “Ιλυσσό” από την ταινία “Ο Δράκος” του Νίκου Κούνδουρου. Ακολούθησαν τα “Γαρύφαλλο στο αυτί”, “Βαλίτσα” και “Χρυσόψαρο”, πριν το καλωσόρισμα και τις πρώτες ευχαριστίες δια μικροφώνου , πριν περάσουμε στα “Έχω ένα μυστικό” και “Γλάρο”, που πρωτοτραγούδησε η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Ανάμεσα στις εκπλήξεις που είχαν ετοιμάσει οι “Cats and the Canary” ήταν οι πρώτοι τους πειραματισμοί με μπουζούκι (“Σου το πα μία και δύο και τρεις”, “Οι Θαλασσιές σου οι Χάντρες”) αλλά και τη δική τους εκδοχή, με ηλεκτρική “παραμορφωμένη” κιθάρα, στο “Ο χορός του Ζορμπά” του Μίκη Θεοδωράκη. Το κοινό, αν και διστακτικό στην αρχή, έγινε γρήγορα ένα με το συγκρότημα και ακολούθησε τους ρυθμούς του. Ύστερα από σχεδόν μία ώρα, το σχήμα εγκατέλειψε τη σκηνή με “Τα παιδιά του Πειραιά”, το οποίο και είχε κερδίσει το Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού το 1960.
Στο δεύτερο μέρος της παράστασης, και με πιο χαλαρή ενδυμασία, το συγκρότημα κινήθηκε σε ροκ, έντεχνους και ελληνικούς swing ρυθμούς δίνοντας έμφαση τόσο σε σύγχρονους καλλιτέχνες όπως οι Πέννυ Μπαλτατζή, Ευρυδίκη, Μιρέλλα Πάχου, αλλά και στους Μανώλη Χιώτη, Βασίλη Τσιτσάνη και Τόνυ Μαρούδα. Δεν ακούμε συχνά το συνδυασμό τρομπέτας, ηλεκτρικής κιθάρας, ντραμς, πλήκτρων, ηλεκτρικού μπάσου και φωνητικών σε ζωντανές εμφανίσεις ελληνικών τραγουδιών στη Μελβούρνη, οπότε το συγκεκριμένο ηχοτοπίο ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο κυρίως σε κομμάτια όπως τα “Μπαξέ τσιφλίκι” και ‘Άλλα μου λεν τα μάτια τους”. Στις 10:30, και εν μέσω χειροκροτημάτων, οι “Cats and the Canary” αποχαιρέτησαν για τελευταία φορά το κοινό ανανεώνοντας το ραντεβού τους για το Φεστιβάλ “Αντίποδες”.
Το πάντρεμα που κάνουν, αν και όχι πρωτοποριακό, φαίνεται να λειτουργεί αν κρίνουμε τόσο από την προσέλευση όσο και τον ενθουσιασμό των παρευρισκομένων. Θα πρέπει να τονιστεί ότι το συγκεκριμένο είδος αν και μεσουρανεί εδώ και αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, στην Αυστραλία έχει κάνει πολύ μικρά βήματα, και όπως εξομολογήθηκε το συγκρότημα , στην αρχή νόμιζαν ότι απευθύνονται μόνο σε νεομετανάστες. Δύο χρόνια μετά την πρώτη τους συναυλία, παρατηρήσαμε κοινό όλων των ηλικιών, αλλά και πολλούς Έλληνες δεύτερης γενιάς, κάτι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό τόσο για το συγκρότημα αλλά και για τους ανοιχτούς καλλιτεχνικούς ορίζοντες που δείχνουν να έχουν αρκετοί ομογενείς.